Η απόφαση του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολλάντ να μη διεκδικήσει την επανεκλογή του ανοίγει τον δρόμο για τον πιο δημοφιλή πρωθυπουργό του να μπει στην προεδρική αναμέτρηση του 2017.
Σε ένα βιαστικά ανακοινωθέν διάγγελμα από το Μέγαρο των Ηλυσίων, ο λιγότερο δημοφιλής γάλλος πρόεδρος της σύγχρονης ιστορίας, αποχώρησε από τον αγώνα. Είπε πως βάζει τις ανάγκες της χώρες σε προτεραιότητα σε σχέση με τις προσωπικές του φιλοδοξίες, και προειδοποίησε για τον κίνδυνο των ακραίων κινημάτων και του προστατευτισμού.
Παρ’ ότι ο Ολλάντ δεν είπε ποιος θα εκπροσωπήσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα, αυτή του η κίνηση ανοίγει τον δρόμο για τον δεύτερο στη ιεραρχία Μανουέλ Βαλλς, ο οποίος έχει καλύτερη τύχη από το αφεντικό του με την κοινή γνώμη. Και εκείνος θα βρισκόταν αντιμέτωπος με έναν δύσκολο αγώνα, σε μια αναμέτρηση με δύο επιβεβαιωμένα φαβορί: τον Φρανσουά Φιγιόν του κεντροδεξιού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και τη Μαρίν Λε Πεν του κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης Εθνικού Μετώπου.
«Η απόφαση του Ολλάντ αναγνωρίζει την πραγματικότητα πως δεν είχε καμία πιθανότητα να εκλεγεί» είπε ο Ίαν Μπεγκ, καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτου της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου και στέλεχος του think tank U.K. in a Changing Europe. «Ανοίγει την πόρτα για έναν εναλλακτικό υποψήφιο για το Σοσιαλιστικό Κόμμα, όμως είναι απίθανο να αλλάξει τη δυναμική των εκλογών.»
Ο 62χρονος το παραδέχτηκε αυτό, γινόμενος ο πρώτος πρόεδρος από το 1958 που δεν επεδίωξε δεύτερη θητεία: «Αναγνωρίζω τους κινδύνους μιας υποψηφιότητας που δεν ενώνει». Όποιος αναλάβει τα ηνία της χώρας, θα βρεθεί αντιμέτωπος με πληθώρα προκλήσεων σε πολλά μέτωπα, από μια δυσκίνητη οικονομία μέχρι την αύξηση της ανεργίας και την απειλή της τρομοκρατίας ύστερα από μια σειρά επιθέσεων στο χωρικό έδαφος.
«Αυτό είναι πρωτοφανές» είπε ο Εμανουέλ Ριβιέρε, διευθυντής της δημοσκοπικής Kantar TNS Sofres, σε συνέντευξή του. «Όμως το παιχνίδι είχε τελειώσει περισσότερο απ’ ότι νομίζαμε. Για πολλούς γάλλους, ο Ολλάντ δεν ήταν πλέον στο παιχνίδι.»
Σε αυτό το στάδιο, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο Ολλάντ ή οποιοσδήποτε άλλος υποψήφιος των Σοσιαλιστών θα αποκλειστεί στον πρώτο γύρο στις 23 Απριλίου των προεδρικών εκλογών. Οι δύο πρώτοι υποψήφιου στον πρώτο γύρο – αυτή τη στιγμή, πιθανότατα ο Φιγιόν και η Λε Πεν – αναμετρώνται στον αποφασιστικό δεύτερο γύρο στις 7 Μαΐου.
Αρκετοί άλλοι έχουν ήδη προσπαθήσει να αντιπροσωπεύουν τους ψηφοφόρους της αριστεράς και της κεντροαριστεράς, μειώνοντας τον χώρο στη διάθεση του Ολλάντ ή του Βαλλς.
Ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν, ένας 65χρονος πο κατέκτησε την τέταρτη θέση στις εκλογές του 2012 με 11% των ψήφων, και ο Εμανουέλ Μακρόν, ο 38χρονος πρώην υπουργός Οικονομίας στην κυβέρνηση του Ολλάντ, έχουν ήδη πει πως θα είναι υποψήφιοι έξω από τον προκριματικό γύρο που προγραμματίζουν οι Σοσιαλιστές και άλλα αριστερά κόμματα για τον Ιανουάριο. Ο Αρνό Μοντεμπούρ, ο 54χονος που ήταν υπουργός Οικονομίας πριν από τον Μακρόν, είπε πως θα συμμετάσχει στα προκριματικά.
Ο Φιγιόν και ο Μελανσόν έσπευσαν να παρουσιάσουν την απόφαση του Ολλάντ ως παραδοχή αποτυχίας, ενώ ο Μακρόν και άλλοι επαίνεσαν την απόφαση του προέδρου, σε μια πρώτη γεύση από την πιθανή ανάκαμψη της προσωπικής δημοτικότητας του Ολλάντ.
«Υπήρξε μια ταπεινότητα και μια αντίληψη της κατάστασης που, τελικά, κάνει τον Ολλάντ έναν κανονικό άνθρωπο» είπε ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, πρώην ευρωβουλευτής, σε ραδιοφωνική συνέντευξη. «Κατανόησε την πραγματικότητα και το βρήκα αρκετά συγκινητικό.»
Ο Ολλάντ είχε αρχικά συμφωνήσει να συμμετάσχει στον προκριματικό γύρο, κάτι πρωτοφανές για εν ενεργεία γάλλο πρόεδρο. Τις τελευταίες ημέρες είχε δώσει δοκιμαστικά μηνύματα πως θα αποφύγει τον προκριματικό, όπου δεν ήταν εγγυημένο πως θα νικούσε τον Μοντεμπούρ.
«Φανταστείτε τον Φρανσουά Ολλάντ να χάνει στον προκριματικό, αυτό θα ήταν τεράστια πανωλεθρία» είπε ο Μπράις Τεϊντούριερ, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της δημοσκοπικής Ipsos, σε συνέντευξή του μετά την ομιλία του Ολλάντ. «Ό,τι κι αν πούμε, δεν έχουμε δει ποτέ πρόεδρο με τόσο χαμηλή δημοτικότητα.»
Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις βλέπουν τα ποσοστά έγκρισης του Ολλάντ σε κάτω από 19%, ενώ αυτά του Βαλλς βρίσκονται γύρω από το 20%. Όμως η ανάδειξή του σε υποψήφιο μπορεί να ενισχύσει τον Βαλλς, σύμφωνα με τον Ριβιέρε της Kantar.
«Η ανάδειξή του σε υποψήφιο μπορεί να ανοίξει πολλά αποθέματα» είπε. «Έχει πολλές προοπτικές. Ο Βαλλς δεν έχει το ίδιο πρόβλημα που έχει ο Ολλάντ: το πρόβλημα του Ολλάντ είναι η αξιοπιστία. Δίκαια ή άδικα, το πρόβλημα ήταν πως δε θεωρούταν κατάλληλος για τη δουλειά.»