Όμως τα καλά νέα από την Αυστρία επισκιάστηκαν από άσχημα νέα το ίδιο απόγευμα, από την άλλη πλευρά των Άλπεων. Ο Ματέο Ρέντσι, ο ιταλός πρωθυπουργός, είχε χάσει το δημοψήφισμά του για συνταγματική μεταρρύθμιση και επιβεβαίωσε πως θα παραιτηθεί.
Οι συνέπειες για την Ευρώπη από το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος δεν είναι τόσο εμφανώς δραματικές όσο αυτές του βρετανικού δημοψηφίσματος τον Ιούνιο. Οι βρετανοί ψήφισαν για να αποχωρήσουν από την ΕΕ. Οι ιταλοί έχουν απλά απορρίψει κάποιες περίπλοκες συνταγματικές αλλαγές, τις οποίες πολλοί ειδικοί θεωρούσαν λάθος εξ αρχής.
Παρ’ όλα αυτά, το Brexit και η παραίτηση του Ρέντσι αποτελούν μέρος της ίδιας ιστορίας. Το ευρωπαϊκό σχέδιο βρίσκεται κάτω από πρωτοφανή πίεση. Η απόφαση της Βρετανίας να φύγει είναι η πιο εμφανής ένδειξη αυτού. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, το ξετύλιγμα της κρίσης στην Ιταλία θα μπορούσε να αποτελέσει μεγαλύτερη απειλή για την επιβίωση της ΕΕ. Οι λόγοι για αυτό είναι πολιτικοί, οικονομικοί, ακόμη και γεωγραφικοί.
Η Ιταλία, σε αντίθεση με τη Βρετανία, είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ. Η αρχική Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ιδρύθηκε μέσω της Συνθήκης της Ρώμης, που υπογράφηκε το 1957. Ενώ οι βρετανοί ήταν οι πιο διστακτικοί από τα μεγάλα κράτη της ΕΕ, οι ιταλοί ήταν παραδοσιακά από τους πιο ενθουσιώδεις ενωτικούς.
Όμως οι απόψεις για την ΕΕ στην Ιταλία έχουν αλλάξει ριζικά – ως απάντηση στη μακρά οικονομική στασιμότητα της χώρας, την κρίση του ευρώ και τους φόβους για την παράνομη μετανάστευση. Δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη το ότι οι ιταλοί ψηφοφόροι είναι απογοητευμένοι με το status quo. Η Ιταλία έχει χάσει τουλάχιστον 25% της βιομηχανικής παραγωγής από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008. Η ανεργία των νέων αγγίζει σχεδόν το 40%. Όπως είναι αναμενόμενο, πολλοί ιταλοί συσχετίζουν την έλευση του ευρώ με τη σχεδόν ύφεση. Και πράγματι κάποιοι οικονομολόγοι πιστεύουν πως το ευρώ υπήρξε καταστροφικό για την ανταγωνιστικότητα της Ιταλίας, εξαλείφοντας τα εργαλεία της νομισματικής υποτίμησης και δημιουργώντας ένα αποπληθωριστικό περιβάλλον που αυξάνει το βάρος του χρέους.
Σε αυτό το δυσοίωνο περιβάλλον, είναι πιθανό ο κ. Ρέντσι να είναι ένας από τους τελευταίους ιταλούς πρωθυπουργούς που εκπροσωπούν την παραδοσιακή φιλοευρωπαϊκή στάση της χώρας. Τελευταία, ακόμη κι εκείνος είχε αρχίσει να τα βάζει με τις Βρυξέλλες – εκφράζοντας αναμενόμενη απογοήτευση με την έλλειψη βοήθειας για τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που καταφτάνουν στις ιταλικές ακτές. Η κυβέρνηση του Ρέντσι έχει επίσης αντιδράσει στην οικονομική λιτότητα που συνταγογραφούν το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες.
Παρ’ όλα αυτά, ο Ρέντσι παρέμεινε κατά βάσιν ευρωπαϊστής. Το ίδιο δεν ισχύει για τα κόμματα της αντιπολίτευσης που περιμένουν στις παρυφές. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, με αρχηγό τον κωμικό Μπέπε Γκρίλο, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ήττα του κ. Ρέντσι. Το Κίνημα είναι ακλόνητο στην απαίτηση η Ιταλία να ανακτήσει την κυριαρχία της από τις Βρυξέλλες και έχει προτείνει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έξοδο από το ευρώ. Ο Μπέπε Γκρίλο βλέπει επίσης το κίνημά του ως μέρους ενός γενικού αντικαθεστωτικού κύματος σε όλη τη Δύση και υποδέχτηκε τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ ως θρίαμβο επί «των Ελευθεροτεκτόνων, των μεγάλων τραπεζικών ομίλων και των κινέζων».
Ο λόγος που ο ιταλικός λαϊκισμός μπορεί να απειλήσει την ΕΕ ακόμη περισσότερο από το Brexit δεν έχει να κάνει μόνο με την παραδοσιακή αφοσίωση της Ιταλίας στα ευρωπαϊκά ιδεώδη. Επίσης κρίσιμο είναι το γεγονός ότι η Ιταλία χρησιμοποιεί το ευρώ, ενώ η Βρετανία έχει διατηρήσει το δικό της νόμισμα. Έτσι, παρ’ ότι το Brexit είναι μια επώδυνη και περίπλοκη διαδικασία, δεν απειλεί άμεσα την επιβίωση του κοινού νομίσματος – ή να πυροδοτήσει μια χρηματοπιστωτική κρίση. Ωστόσο, η αλυσίδα γεγονότων που ξεκινά η ήττα στο δημοψήφισμα του κ. Ρέντσι θα μπορούσε δυνητικά να κάνει και τα δύο.
Ο άμεσος κίνδυνος είναι για το ιταλικό τραπεζικό σύστημα. Στη νέα ατμόσφαιρα κρίσης, η προτεινόμενη ανακεφαλαιοποίηση των προβληματικών τραπεζών – ιδιαίτερα της Monte dei Paschi di Siena – βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε εκκλήσεις για κρατικές διασώσεις, κάτι που θα είναι δύσκολο, δεδομένου ότι το κράτος είναι ήδη υπερχρεωμένο. Οι ανανεωμένοι φόβοι για το μέγεθος του χρέους της Ιταλίας μπορούν στη συνέχεια να τρομάξουν τους επενδυτές, οδηγώντας σε άνοδο τα επιτόκια και απειλώντας τη φερεγγυότητα του ίδιου του ιταλικού κράτους.
Θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να οργανωθεί μια ευρωπαϊκή διάσωση για την Ιταλία απ’ ότι ήταν η διάσωση της Ελλάδας. Δεδομένου του μεγέθους της οικονομίας, τα χρηματικά ποσά που θα διακυβεύοντας θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγαλύτερα – κάτι που πιθανότατα θα πυροδοτούσε πολιτική εξέγερση από το γερμανικό κοινοβούλιο, ιδιαίτερα με τις κοινοβουλευτικές εκλογές να αναμένονται το επόμενο φθινόπωρο. Σε εκείνο το σημείο, η διάσπαση του ευρώ θα γίνει ξανά ένα πολύ πραγματικό ενδεχόμενο.
Απέναντι σε όλα αυτά έρχεται το ταλέντο της Ιταλίας να τα κουτσοκαταφέρνει πολιτικά και οικονομικά, αποφεύγοντας πάντα την τελική κατάρρευση. Η ΕΕ δείχνει να έχει αναπτύξει το ίδιο ταλέντο κατά τα χρόνια της κρίσης του ευρώ.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι οι ιταλοί καταφέρουν να σχηματίσουν μια νέα κυβέρνηση και να αποφύγουν την τραπεζική κρίση, η ευρύτερη εικόνα παραμένει δυσοίωνη. Η οικονομία της Ιταλίας είναι στάσιμη και το πολιτικό της κέντρο αποσυντίθεται. Εθνικιστές και λαϊκιστές βρίσκονται επίσης σε άνοδο στην ΕΕ, σε χώρες όπως η Ισπανία, η Πολωνία, η Γαλλία και η Ολλανδία.
Η Βρετανία έχει υποσχεθεί να υποβάλει την επίσημη ενημέρωση για την απόφασή της να εγκαταλείψει την ΕΕ τον επόμενο Μάρτιο. Τον ίδιο μήνα, οι ηγέτες της ένωσης θα συγκεντρωθούν στην Ιταλία για να γιορτάσουν την 60η επέτειο της υπογραφής της Συνθήκης της Ρώμης. Με αυτόν τον ρυθμό, θα μοιάζει περισσότερο με μνημόσυνο παρά με γιορτή.