Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία (του εξεταζόμενου δείγματος της περιόδου Οκτωβρίου – Νοεμβρίου) της Έρευνας Επενδύσεων στη Βιομηχανία για το 2017, οι σχετικές δαπάνες επενδύσεων προβλέπεται να αυξηθούν κατά 35,5%.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στη σχετική έρευνα που δημοσιοποίησε το ΙΟΒΕ, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες εκτιμήσεις των επιχειρήσεων, οι επενδυτικές δαπάνες στο σύνολο της μεταποίησης θα μειωθούν το 2016 κατά 5% σε σχέση με τις δαπάνες του προηγούμενου έτους. Κατά την προηγούμενη έρευνα Μαρτίου – Απριλίου προβλεπόταν μικρή άνοδος των επενδύσεων φέτος, της τάξης του 2,7%, ενώ στην ίδια έρευνα η τελική εκτίμηση για την μεταβολή της επενδυτικής δαπάνης το 2015 διαμορφώθηκε στο -12%.
Η πτώση στην επενδυτική δραστηριότητα το 2016 χαρακτηρίζει πολλούς μεταποιητικούς κλάδους. Από τις βασικές βιομηχανίες που εξετάζονται, εντονότερη είναι η μείωση στον κλάδο Ένδυσης – Υπόδησης, ενώ και στον κλάδο Μη Μεταλλικών Ορυκτών επίσης σημειώνεται πτώση στην επενδυτική δραστηριότητα. Παραπλήσια τάση, με πτώση της τάξης του 15% το τρέχον έτος, αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις των επενδύσεων στα Τρόφιμα – Ποτά – Καπνός. Αντιθέτως, στην Κλωστοϋφαντουργία και τους λοιπούς βιομηχανικούς κλάδους, η επενδυτική δαπάνη το 2016 εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 24% και 7% αντίστοιχα.
Θα πρέπει να σημειωθεί όμως ότι η άνοδος στις λοιπές βιομηχανίες προέρχεται κυρίως από τους κλάδους Διυλιστηρίων – Άνθρακα, Πλαστικών και Επίπλων. Στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, οι εκτιμήσεις για την τάση των επενδύσεων το 2016 εμφανίζονται θετικές, τόσο στην Ευρωζώνη, όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συγκεκριμένα, εκτιμάται άνοδος της αξίας της επενδυτικής δραστηριότητας κατά 4% στην ΕΕ και 2% στην Ευρωζώνη. Ωστόσο οι προηγούμενες εκτιμήσεις για το 2016 προσδιόριζαν σε υψηλότερο επίπεδο την άνοδο της επενδυτικής δαπάνης στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Στις περισσότερες από τις ευρωπαϊκές χώρες, οι πρόσφατες εκτιμήσεις των επενδυτικών μεταβολών για το 2016 είναι θετικές, ενώ αρνητικές μεταβολές καταγράφονται για φέτος σε 7 από τις 28 χώρες. Έτσι, εκτός της Ελλάδας, η αξία της επενδυτικής δαπάνης προβλέπεται ότι θα μεταβληθεί αρνητικά το 2016 στην Ιταλία, την Κροατία, την Ισπανία και περισσότερο στην Βουλγαρία, την Λετονία και την Μάλτα.
Στην τρέχουσα έρευνα, οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε πρόβλεψη για τις επενδυτικές δαπάνες τους το 2017. Καθώς αυτές οι προβλέψεις πραγματοποιούνται σχετικά νωρίς, συνήθως τείνουν να αποτελούν υπερεκτιμήσεις της επενδυτικής δραστηριότητας η οποία τελικά πραγματοποιείται. Επομένως, τα σχετικά αποτελέσματα ενσωματώνουν ένα βαθμό αισιοδοξίας για την πορεία των επενδύσεων.
Δεδομένων των παραπάνω, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία (του εξεταζόμενου δείγματος της περιόδου Οκτωβρίου – Νοεμβρίου) της Έρευνας Επενδύσεων στη Βιομηχανία για το 2017, οι σχετικές δαπάνες προβλέπεται να αυξηθούν κατά 35,5%. Ωστόσο σε κλαδικό επίπεδο παρατηρούνται σημαντικές διαφορές τάσης μεταξύ των κλάδων. Η άνοδος εκπορεύεται από την αναμενόμενη άνοδο των επενδύσεων στα Τρόφιμα– Ποτά – Καπνός κατά 38%, καθώς και στις λοιπές βιομηχανίες κατά 41%. Στους υπόλοιπους κλάδους αναμένεται μείωση της επενδυτικής δαπάνης, η οποία φθάνει το 26% στον κλάδο της Κλωστοϋφαντουργίας, Στα Χημικά επίσης προβλέπεται μείωση στην επενδυτική δραστηριότητα το 2017 σε σχέση με το 2016 (-16%), όπως επίσης στα Μη Μεταλλικά Ορυκτά, αλλά λιγότερο έντονη (-11%).
Στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, οι προσδοκίες για το 2017 είναι επίσης θετικές. Έτσι, στο σύνολό τους οι επενδυτικές δαπάνες στη βιομηχανία προβλέπεται να αυξηθούν κατά 4%, τόσο στην ΕΕ, όσο και στην Ευρωζώνη. Στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών οι σχετικές προβλέψεις είναι θετικές. Στον αντίποδα, αρνητικές προβλέψεις καταγράφονται μόνο σε πέντε χώρες: Βουλγαρία, Ιταλία, Σουηδία, Ρουμανία και Δανία. Κατανομή των επενδύσεων με βάση το σκοπό τους Οι έρευνες επενδύσεων του ΙΟΒΕ προσφέρουν σημαντική «διαρθρωτική» πληροφόρηση για τη φύση των επενδύσεων, καθώς οι επιχειρήσεις προχωρούν σε κατάταξη των επενδυτικών τους δαπανών ανάλογα με το σκοπό τους, την κατεύθυνση δηλαδή που αυτές έχουν. Πέντε μεγάλες κατηγορίες επενδύσεων χρησιμοποιούνται, αν και ως έναν βαθμό οι κατηγορίες αυτές αλληλοσυμπληρώνονται (π.χ. αύξηση ή διεύρυνση της δυναμικότητας μπορεί να συμβεί μέσω βελτίωσης των μεθόδων παραγωγής ή εισαγωγής νέων μεθόδων). Σε κάθε περίπτωση πάντως, η αναλυτική απεικόνισή τους οδηγεί σε χρήσιμα συμπεράσματα για την πορεία της βιομηχανίας προς εκσυγχρονισμό ή επέκταση, το άνοιγμα σε νέες αγορές ή την προσπάθεια τόνωσης της θέσης των επιχειρήσεων στις ήδη υπάρχουσες αγορές.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, οι ελληνικές βιομηχανίες το 2016 μετέβαλλαν ελαφρώς τις βασικές προτεραιότητές τους στο επενδυτικό τους μείγμα σε σχέση με το 2015. Συγκεκριμένα, το 2016 το επενδυτικό μείγμα των επιχειρήσεων αποτελούταν πρωτίστως από δαπάνες για αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας για τα ήδη παραγόμενα προϊόντα (31%), που ήταν η κύρια προτεραιότητα και το 2015. Η σημασία των επενδύσεων οι οποίες αφορούν στην αντικατάσταση του υφιστάμενου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού ήταν παρόμοια με αυτή της κύριας επενδυτικής προτεραιότητας, με το ποσοστό τους να φθάνει στο 30% του συνόλου των επενδύσεων (32% το 2015). Ακολουθούν οι δαπάνες για διεύρυνση της παραγωγικής δυναμικότητας για νέα προϊόντα (18% από 13% το 2015) και η βελτίωση των μεθόδων παραγωγής που ήδη εφαρμόζονται (9% από 10% το 2015). Οι λοιποί σκοποί – όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η ενίσχυση των συνθηκών ασφαλείας στην παραγωγική διαδικασία κλπ. – και η εισαγωγή νέων παραγωγικών μεθόδων κατατάσσονται τελευταίοι στη σχετική λίστα (6% και 5% αντίστοιχα το 2016). Οι επενδυτικές προτεραιότητες για το 2017 δεν διαφοροποιούνται σε σχέση με το 2016, σύμφωνα με τις προβλέψεις. Στην πρώτη θέση παραμένουν οι δαπάνες για αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας για τα ήδη παραγόμενα προϊόντα, με μεγαλύτερο όμως ποσοστό από ότι φέτος (37%). Έπονται η αντικατάσταση του υφιστάμενου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, με ποσοστό 23%, και η διεύρυνση της παραγωγικής δυναμικότητας για νέα προϊόντα (15%). Παραπλήσια σημασία δίνεται στις δαπάνες για λοιπούς σκοπούς (8%), για βελτίωση των μεθόδων παραγωγής που ήδη εφαρμόζονται (9%) και για δαπάνες εισαγωγής νέων μεθόδων παραγωγής (8%).