Οι εθνικιστές πολιτικοί σε όλον τον κόσμο πιστεύουν ότι γνωρίζουν ακριβώς τι συνέβη το βράδυ της Δευτέρας στο Βερολίνο, όταν ένα βαρύ φορτηγό όργωσε τη Χριστουγεννιάτικη αγορά, σκοτώνοντας 12 και τραυματίζοντας 50 ανθρώπους. Η αστυνομία και το γραφείο του εισαγγελέα, αντίθετα, δεν κάνουν πώς ξέρουν.
Πολλοί έτρεξαν αμέσως να βγάλουν τα συμπεράσματα που εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντά τους. Ο αρχηγός του ολλανδικού Κόμματος Ελευθερίας Γκερτ Βίλντερς, ένας αναπάντεχα ισχυρός διεκδικητής στις επικείμενες εκλογές της χώρας, ανάρτησε στο Twitter μια φωτογραφία της γερμανίδας καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ γεμάτης αίματα και την κατηγόρησε – όπως και τον ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε και άλλους κεντρώους πολιτικούς – ότι «άφησε την ισλαμική τρομοκρατία να μπει» με την πολιτική των ανοιχτών συνόρων της. Η γαλλίδα εθνικίστρια Μαρίν Λε Πεν ρώτησε «πόσοι σφαγιασμοί και θάνατοι» θα χρειαστούν ώστε οι κυβερνήσεις να κλείσουν τα σύνορά τους. Ο αυστριακός εθνικιστής Χάινς-Κρίστιαν Στρας κάλεσε σε «μια κοινή προσέγγιση κατά των ριζοσπαστικών μελών του Ισλάμ». «Ο πολιτισμένος κόσμος πρέπει να αλλάξει τρόπο σκέψης!» έγραψε στο Twitter ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Ο βρετανός φίλος του Νάιτζελ Φάρατζ προέβλεψε πως «γεγονότα σαν και αυτό θα είναι η κληρονομιά της Μέρκελ».
Στη Γερμανία, η ηγεσία του αντιμεταναστευτικού, κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης κόμματος της Εναλλακτικής για τη Γερμανία έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το άνοιγμα. «Πότε θα σταματήσει επιτέλους αυτή η καταραμένη υποκρισία;» έγραψε στο Twitter ο Μάρκους Πρέτσελ, τοπικός ηγέτης του AfD. «Αυτοί είναι νεκροί της Μέρκελ!» Η εθνική αρχηγός του κόμματος Φράουκε Πέτρι επίσης ξέσπασε κατά της πολιτικής των ανοιχτών συνόρων της Μέρκελ για τους πρόσφυγες, ως αιτία για τους θανάτους στο Βερολίνο.
Την ίδια στιγμή, η γερμανική αστυνομία, η εισαγγελία και οι αρμόδιοι πολιτικοί έχουν περιοριστεί εντυπωσιακά στα γεγονότα. Σε συνέντευξη τύπου νωρίς την Τρίτη, ο υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ αποκάλεσε το συμβάν «επίθεση», όμως δεν έφτασε να πει «τρομοκρατική επίθεση». Αργότερα, ο γενικός εισαγγελέας Πέτερ Φρανκ προσέθεσε τη λέξη «τρομοκρατική», αλλά δεν έφτασε να πει «ισλαμική», παρ’ ότι επισήμανε πως το σενάριο της επίθεσης ακολούθησε κάποιες εκκλήσεις στα όπλα από τους τζιχαντιστές και θυμίζει τα φρικτά γεγονότα στη Νίκαια τον περασμένο Ιούλιο. αυτός ο επαγγελματικός και η ακρίβεια είναι πολύ προτιμότερα από τις καταιγιστικές εικασίες των εθνικιστών.
Λίγα λεπτά μετά την επίθεση, η αστυνομία συνέλαβε έναν άνδρα τον οποίο υποπτευόταν ως οδηγό του φορτηγού. Ένας μάρτυρας φαίνεται να τον ακολούθησε για περισσότερο από ένα μίλι, μιλώντας ταυτόχρονα με την αστυνομία, η οποία τελικά τον συνέλαβε στο κέντρο του Τιργκάρτεν, ένα μεγάλο κεντρικό πάρκο όπου θα του ήταν εύκολο να κρυφτεί στο σκοτάδι. Ο άνδρας, ένας 23χρονος πακιστανός, κατέθεσε αίτηση για κατάσταση πρόσφυγα στη Γερμανία στις αρχές αυτού του έτους και ζούσε σε ένα από τα εγκαταλελειμμένα υπόστεγα του πρώην αεροδρομίου Τέμπελχοφ που η πόλη άρχισε να χρησιμοποιεί πέρυσι ως προσωρινό καταφύγιο.
Τα υπόστεγα σίγουρα δεν αποτελούν περιβάλλον που οδηγεί στην πνευματική υγεία. Εκατοντάδες άνθρωποι μένουν ακόμη εκεί, κοιμούνται σε αυτοσχέδια περιβλήματα που – αν και καθαρά και με καλές παροχές – έχουν τοίχους που δε φτάνουν το υψηλό ταβάνι και αντηχούν με τον παραμικρό ήχο. Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς μια πιθανή ιστορία για τον ύποπτο: ένα επικίνδυνο ταξίδι έως τη Γερμανία κατά τον Βαλκανικό διάδρομο, μια μακρά αναμονή καθώς η υπερφορτωμένη γραφειοκρατία επεξεργαζόταν την αίτησή του, άχαρη ύπαρξη σε ένα εγκαταλελειμμένο αεροδρόμιο χωρίς προοπτική να βγει δουλειά, μικροεγκλήματα, ισλαμιστική προπαγάνδα στο ίντερνετ, και εν τέλει η επίθεση.
Την Τρίτη, ωστόσο, η αστυνομία και οι εισαγγελείς ανέφεραν πως ο άνδρας αρνείται την εμπλοκή του. Αυτή δεν είναι τυπική συμπεριφορά για φανατικό Ισλαμικού Κράτους, και καμία τρομοκρατική ομάδα δεν έχει ακόμη αναλάβει την ευθύνη για το έγκλημα. Με τον ακριβή αλλά ανοιχτό τρόπο τους, οι γερμανοί επιβολείς του νόμου προειδοποίησαν ταυτόχρονα τους πολίτες πως ο θύτης – ή θύτες – μπορεί να παραμένουν ελεύθεροι, και αντιστάθηκαν σε οποιαδήποτε κρίση για τα κίνητρα της επίθεσης.
Πρόσφατα, ένα βίντεο με έναν άντρα να κλωτσά βίαια μια γυναίκα στις σκάλες του μετρό του Βερολίνου έγινε viral στη Γερμανία. Όπως ήταν αναμενόμενο, πολλοί κατηγόρησαν τους πρόσφυγες. Ύστερα από εβδομάδες ερευνών για τον ύποπτο, η αστυνομία συνέλαβε έναν ευρωπαίο πολίτη από τη Βουλγαρία, απογοητεύοντας τους εθνικιστές που τώρα φώναζαν πω ο άνδρας έμενε σε φτωχογειτονιά όπου επικρατούν οι Ρομά, κάτι που τον έκανε πολίτη δεύτερης κατηγορίας στα μάτια τους. Ενώ η ανάρμοστη συζήτηση συνεχιζόταν, η γερμανική αστυνομία έκανε μεθοδικά τη δουλειά της. Εάν ο δράστης ή οι δράστες του Βερολίνου δεν έχουν ακόμη πιαστεί, οι ερευνητές θα αγνοήσουν και πάλι όλα τα πολιτικά ξεσπάσματα και συνεχίσουν να ψάχνουν για την αλήθεια.
Η αστυνομία έχει τη δουλειά κομμένη και ραμμένη για αυτήν. Η Γερμανία έχει 2.500 Χριστουγεννιάτικες αγορές – είναι μια ιδιαίτερα σεβαστή παράδοση, και ελάχιστες γειτονιές δεν έχουν σειρές πάγκων να πωλούν λουκάνικα, ζεστό κρασί και χειροτεχνίες. Οι αγορές, όπως απέδειξαν τα γεγονότα της Δευτέρας, αποτελούν εύκολο στόχο, και οι πεισματάρηδες γερμανοί δε θα σταματήσουν να τις επισκέπτονται λόγω ενός φορτηγού. Αυτό σημαίνει περισσότερη ετοιμότητα, η οποία είναι ήδη ορατή υπό τη μορφή της αυξημένης αστυνομικής παρουσίας.
Το γεγονός και οι συνέπειές του, ωστόσο, δε θα καταστρέψουν το πνεύμα αυτής της σημαντικής, μη συναισθηματικής, εξαιρετικά ανεκτικής και τρομερά άτακτης πόλης. Το Βερολίνο θα θρηνήσει, όπως έχει κάνει συχνά, και θα προχωρήσει όπως κάνει πάντα.
Το ίδιο και η Μέρκελ. Μετά τις εκατοντάδες επιθέσεις κατά γυναικών στην Κολωνία την παραμονή της Πρωτοχρονιάς πέρυσι, κανένα παρόμοιο ξέσπασμα δεν έχει συμβεί. Η κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην απέλαση κάποιων ανθρώπων, δέχτηκε λιγότερους νέους μετανάστες και επιτάχυνε την επεξεργασία των αιτήσεων. Περάστηκε ένας νόμος ένταξης, κάνοντας ξεκάθαρο πως οι αφιχθέντες θα πρέπει να αφομοιωθούν.
Όσο κι αν ελπίζουν οι εθνικιστές θερμοκέφαλοι πως η επίθεση θα σηματοδοτήσει το τέλος της καριέρας της Μέρκελ, οι εκλογές του 2017 είναι ακόμη μακριά. Οι ψηφοφόροι παρακολουθούν και τα υστερικά «το είχα πει» από τη δεξιά και τις επαγγελματικές ενέργειες και δηλώσεις της κυβέρνησης. Η Μέρκελ θα βασιστεί στην ικανότητά της ως διαχειριστής κρίσεων, όχι μόνο στην πολιτική των ανοιχτών συνόρων. Η τελευταία επίθεση αποτελεί δοκιμασία – σίγουρα όχι η πρώτη που έχει αντιμετωπίσει, αλλά ελπίζουμε η τελευταία του είδους.