Ανώτερος αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών λέει πως η εθνικά διχασμένη Κύπρος έχει μια «ιστορική ευκαιρία» να επανενωθεί το 2017, και η συνάντηση στη Γενεύη στις αρχές του Ιανουαρίου θα είναι κρίσιμη για μια ειρηνευτική συμφωνία που δεν έχει πετύχει το νησί επί δεκαετίες.
Δεκαοκτώ μήνες εντατικών συζητήσεων ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή κοινότητα θα αποκορυφωθούν σε συναντήσεις στη Γενεύη που θα ξεκινήσουν στις 8 Ιανουαρίου.
Ο Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ο Ειδικός Σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Κύπρο, έγραψε στην εφημερίδα Cyprus Weekly πως ο ελληνοκύπριος ηγέτης Νίκος Αναστασιάδης και ο τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί είχαν επιδείξει πολιτική βούληση και πρωτοβουλία για να δώσουν τέλος στη σύγκρουση.
«Αναγνωρίζουν πως το status quo είναι απαράδεκτο και μη βιώσιμο, και πως οι παρούσες συζητήσεις προσφέρουν την καλύτερη ευκαιρία για μια λύση» είπε ο Άιντα, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας.
«Το νησί βρίσκεται πολύ κοντά στο να αποκομίσει πραγματικά πολιτικά και οικονομικά πλεονεκτήματα, όχι μόνο για την Κύρπο, αλλά και πέρα από το νησί και σε όλη την ευρύτερη περιοχή» προσέθεσε. «Η ειρηνική επανένωση του νησιού τον επόμενο χρόνο θα μπορούσε να προσφέρει μια ιστορική ευκαιρία να γυρίσει επιτέλους η σελίδα στην ιστορία της Κύπρου.»
Το νησί της ανατολικής Μεσογείου χωρίστηκε κατά την τουρκική εισβολή του 1974, πυροδοτημένη από ένα σύντομο πραξικόπημα που σχεδιάστηκε από τη στρατιωτική χούντα που κυβερνούσε τότε την Ελλάδα. Οι ελληνοκύπριοι ζουν πλέον νότια μιας γραμμής κατάπαυσης πυρός, και οι τουρκοκύπριοι βόρειά της.
Από τις 8 Ιανουαρίου, οι δύο πλευρές θα προσπαθήσουν να ξεκαθαρίσουν άλυτα θέματα σε ζητήματα που σχετίζονται με την οικονομία, την ιδιοκτησία, τη διακυβέρνηση και τα θέματα της ΕΕ. Οι εδαφικές ανταλλαγές αναμένονται να συζητηθούν στις 11 Ιανουαρίου.
Εκπρόσωποι της Βρετανίας, της Τουρκίας και της Ελλάδας – οι εγγυήτριες δυνάμεις της πρώην βρετανικής αποικίας – θα συζητήσουν τους ρόλους τους στη συνέλευση που θα ξεκινήσει στη Γενεύη την επόμενη ημέρα.
Η θέση του εγγυητή, η οποία επιτρέπει παρεμβάσεις για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης σε περίπτωση αναστάτωσης, αποτελεί πηγή διαφωνίας ανάμεσα στις δύο κυπριακές κοινότητες.
Φοβούμενη μια επανάληψη της εισβολής του 1974, η ελληνοκυπριακή πλευρά επιμένει πως δε χρειάζεται κανείς εγγυητής μόλις επανενωθεί η Κύπρος, ενώ οι τουρκοκύπριοι, οι οποίο αποσύρθηκαν σε θύλακες τη δεκαετία του 1960 και στοχοποιήθηκαν από ελληνοκύπριους εθνικιστές, λένε πως χρειάζεται.
Προηγούμενη προσπάθεια επανένωσης της Κύπρου απέτυχε το 2004, όταν οι ελληνοκύπριοι απέρριψαν, ενώ οι τουρκοκύπριοι ενέκριναν, προσχέδιο που ετοίμασε ο ΟΗΕ, σε μια στρατηγική «συμπλήρωσης των κενών» της συμφωνίας που οι δύο πλευρές δεν κατάφεραν να πετύχουν.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με διακοπές από τότε, ανεβάζοντας ρυθμό στα μέσα του 2015, κάτι που οδήγησε στις συναντήσεις που προγραμματίζονται για τον επόμενο μήνα.
Αυτή τη φορά, οι συζητήσεις διεξάγονται από τις δύο κοινότητες, με τον ΟΗΕ να λειτουργεί ως διοργανωτής της διαδικασίας.