Η βρετανική κυβέρνηση κάνει ένα διπλό ποντάρισμα στα οικονομικά και το Brexit.
Πρώτον, οι υπουργοί δείχνουν να πιστεύουν πως οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες του Λονδίνου υπερβάλουν όταν προειδοποιούν για τα πιθανά εσωτερικά κόστη του λεγόμενου σκληρού Brexit. Δεύτερον, οι βρετανοί αξιωματούχοι φαίνονται πεπεισμένοι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται τόσο πολύ στην πόλη του Λονδίνου, που θεωρούν πως η απειλές να ρίξει τις γέφυρες είναι μπλόφα. Και τα δύο μπορούν να γυρίσουν μπούμερανγκ.
Ο Γκάβιν Φιντς του - News ανέφερε την Πέμπτη πως το TheCityUK, μια ομάδα lobby του χρηματοπιστωτικού τομέα, έχει εγκαταλείψει τις προσπάθειες να εξασφαλίσει πως οι εταιρείες που συμμετέχουν σε αυτές θα διατηρήσουν ανεμπόδιστη πρόσβαση στην ΕΕ μόλις συμβεί το Brexit. Πιθανολογείται πως η εταιρεία δεν πιστεύει πλέον πως η βρετανική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να προστατέψει τα «διαβατήρια», το σύστημα που επιτρέπει σε επιχειρήσεις σε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ να πουλά χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε ολόκληρη την ένωση.
Για να είμαστε δίκαιοι, η θέση της κυβέρνησης υπήρξε απόλυτα σταθερή από τη στιγμή που η Τερέζα Μέι έγινε πρωθυπουργός: οι τράπεζες δε θα απολάμβαναν ειδική μεταχείριση. Η Μέι τείνει να βλέπει τους τραπεζίτες ως άτομα κοντά στις «ελίτ» που εξόργισαν τους ψηφοφόρους του Brexit. Όμως η σκληρή γραμμή της κυβέρνησής της απειλεί να βλάψει μια βιομηχανία που συμβάλει με 45 δισεκατομμύρια λίρες στο εθνικό εισόδημα του Ηνωμένου Βασιλείου και απασχολεί περισσότερους από 400.000 εργαζόμενους.
Η κυβέρνηση δείχνει να υιοθετεί την άποψη πως ό,τι βλάπτει το Ηνωμένο Βασίλειο, βλάπτει την Ευρώπη περισσότερο. Στοιχεία που δημοσιεύτηκαν τον Σεπτέμβριο από την Αρχή Χρηματοπιστωτικής Συμπεριφοράς του Ηνωμένου Βασιλείου έδειξαν πως σχεδόν 5.500 εταιρείες στο Ηνωμένο Βασίλειο χρησιμοποιούν ευρωπαϊκές άδειες για να πωλούν υπηρεσίες στην ένωση. Ωστόσο, περισσότερες από 8.000 εταιρείες δουλεύουν στην αντίθετη κατεύθυνση, βρίσκονται σε άλλα κράτη της ΕΕ και κάνουν δουλειές στο Ηνωμένο Βασίλειο υπό το καθεστώς διαβατηρίου.
Αυτή η ανισότητα φαίνεται να στηρίζει τη βρετανική άποψη για το πώς η ΕΕ θα μεταχειριστεί τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία μόλις ξεκινήσει επίσημα η διαδικασία του Brexit, όμως είναι μόνο ένα κομμάτι της ιστορίας. Να τι είπε ο επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ στους βουλευτές την Τετάρτη:
«Υπάρχουν αυτή τη στιγμή πολύ βαθιές και ευρείες αγορές αντιστάθμισης, και ουσιαστικά πηγάζουν από το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και επιχειρήσεις βασίζονται στη συνεχή παρουσία αυτών των αγορών αντιστάθμισης. Εάν βασίζεσαι σε μια συγκεκριμένη δικαιοδοσία για τρία τέταρτα της αντισταθμιστικής σου δραστηριότητας, τρίτα τέταρτα των ξένων συναλλαγών, τα μισά δάνεια, πρέπει να σκεφτείς πολύ προσεκτικά τη μετάβαση από εκεί που βρίσκεσαι σήμερα σε μια νέα ισορροπία.»
Υπάρχει μεγάλη αλήθεια σε αυτά που λέει ο Κάρνεϊ. Περίπου 40% των χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων της Ευρώπης διευθετούνται στο Λονδίνο, ενώ 60% των επιχειρήσεων κεφαλαιαγορών της λαμβάνουν χώρα επίσης στην πόλη. Οι τράπεζες με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο προσφέρουν περισσότερα από 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια προς άλλα μέλη της ΕΕ.
Σε μια προσχέδια ανάλυση του περασμένου μήνα, για το πώς θα μπορούσαν να είναι οι χρηματοπιστωτικοί κανόνες μετά το Brexit, οι αξιωματούχοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είπαν πως η αλληλεξάρτηση στα χρηματοπιστωτικά ζητήματα αποτελεί πράγματι κίνδυνο και για τις δύο πλευρές στις διαπραγματεύσεις. «Μια κακοσχεδιασμένη τελική συμφωνία θα έβλαπτε τόσο το Ηνωμένο βασίλειο όσο και τις υπόλοιπες 27 χώρες της ΕΕ» ανέφερε η προσχέδια έκθεση.
Παρ’ όλα αυτά, το επιχείρημα της σημασίας του Λονδίνου φαίνεται κυκλικό. Το Λονδίνο προσφέρει στην Ευρώπη το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοπιστωτικής της ρευστότητας επειδή οι συναλλαγές και η διαχείριση περιουσιακών στοιχείων επικεντρώνονται στη βρετανική πρωτεύουσα. Όμως δεν υπάρχει τίποτα που να λέει πως το Παρίσι δεν μπορεί να αναλάβει τον ίδιο ρόλο εάν οι τράπεζες μετέφεραν μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων τους στη Γαλλία.
Αξίζει να θυμηθούμε πως η αγορά ευρωομολόγων εμφανίστηκε περισσότερο από μισό αιώνα νωρίτερα τυχαία. Μια φορολογική αλλαγή στις ΗΠΑ οδήγησε χρήματα στο εξωτερικό, δημιουργώντας ένα απόθεμα δολαρίων στην Ευρώπη που αναζητούσε καταφύγιο. Ήταν εντελώς τυχαίο που μια φορολογική ανωμαλία στο Ηνωμένο Βασίλειο που δημιουργήθηκε από τον 19ο αιώνα σήμαινε πως οι χρηματοπιστωτικές συναλλαγές που ξεκινούσαν στη Βρετανία ανάμεσα σε ξένα μέρη δε πλήρωναν δασμούς. Μέχρι το 1967, η αγορά είχε φτάσει σχεδόν στα 5 δισεκατομμύρια δολάρια. Πέρυσι, πουλήθηκαν 4 τρισεκατομμύρια δολάρια διεθνών ομολόγων. Αυτό σημαίνει πως οι περιστάσεις και όχι κάποιο ιερό δικαίωμα έκανε το Λονδίνο, και όχι το Παρίσι, το Λουξεμβούργο, τη Ζυρίχη ή τη Φρανκφούρτη, πατρίδα της αγοράς εταιρικών ομολόγων.
Ο γενικός διευθυντής της London Stock Exchange Group Χαβιέ Ρολέτ είπε στην Επίλεκτη Επιτροπή του υπουργείου Οικονομικών την Τρίτη πως εκτός του ότι το Brexit θα απομακρύνει την εμπορική εκκαθάριση μακριά από το Λονδίνο, μια άστατη μετάβαση μπορεί να κοστίσει στο Ηνωμένο Βασίλειο 232.000 θέσεις εργασίας και να απειλήσει την ευρύτερη σταθερότητα της χώρας. Ο κ. Ρολέτ βρίσκεται στη διαδικασία συγχώνευσης της εταιρείας του με τη γερμανική ανταγωνίστρια Deutsche Boerse. Ερωτήματα για το πού θα στεγαστεί η νέα ενιαία εταιρεία και πώς θα ρυθμιστεί μπορεί ακόμη να βυθίσουν τη συμφωνία.
Δεν είναι μόνο το Brexit που απειλεί τον ρόλο του Λονδίνου ως χρηματοπιστωτική πρωτεύουσα. Το χρήμα ρέει προς τα εκεί όπου είναι ευπρόσδεκτο, και μένει εκεί όπου του φέρονται καλά. Οποιαδήποτε αντίληψη πως η βρετανική κυβέρνηση έχει γίνει εχθρική προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα αναπόφευκτα θα παίξει ρόλο στις αποφάσεις για το πού θα βάλουν οι τράπεζες το προσωπικό και τους πόρους τους προχωρώντας.
Αυτό έχει ήδη ξεκινήσει να συμβαίνει. Το Λονδίνο αναμένεται να χάσει την αγορά 570 δισεκατομμυρίων ευρώ για την εκκαθάριση παραγώγων σε ευρώ, πιθανότατα από το Παρίσι. Η Europlace, η ομάδα lobby της γαλλικής πρωτεύουσας, είπε νωρίτερα αυτόν τον μήνα πως ελπίζει να προσελκύσει 20.000 χρηματοπιστωτικές θέσεις εργασίας από το Λονδίνο, ξεκινώντας σύντομα. «Οι οργανισμοί επιταχύνουν τη διαδικασία της σκέψης τους», είπε ο διευθύνων σύμβουλος Αρνώ ντε Μπρεσόν.
«Δεν ξέρεις τι έχεις μέχρι να φύγει» τραγουδούσε η Τζόνι Μίτσελ στο Big Yellow Taxi. Η πόλη του Λονδίνου θεωρούταν χρηματοπιστωτικός παράδεισος μέχρι την πιστωτική κρίση και την οικονομική κρίση που τη συνόδευσε. Θα ήταν κρίμα εάν μια εκδικητική βρετανική κυβέρνηση, τιμωρώντας με καθυστέρηση τις αμαρτίες των απερίσκεπτων κεφαλαιούχων που ευθύνονταν για το χάος, καταλήξει να αποδυναμώσει έναν ενεργό μέτοχο της οικονομίας.