Η Βρετανία δε θα επιδιώξει την παραμονή στην κοινή αγορά της ΕΕ, σύμφωνα με τη δήλωση της Τερέζα Μέι για το Brexit.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα πληρώσει «κατάλληλες συνεισφορές» στον προϋπολογισμό της ΕΕ, αλλά όχι «τεράστιες», ενώ το βρετανικοί κοινοβούλιο θα κληθεί να ψηφίσει την τελική συμφωνία προτού αυτή τεθεί σε ισχύ. Η βρετανική κυβέρνηση επιθυμεί μια «σταδιακή διαδικασία» εκπλήρωσης της συμφωνίας, αλλά όχι μια «μόνιμη μεταβατική περίοδο». Το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποχωρήσει χωρίς συμφωνία εάν δεν του δοθεί μια καλή συμφωνία, ενώ δεν υπάρχει καμία μονομερή εγγύηση για τους ευρωπαίους πολίτες που μένουν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο αριθμός των ευρωπαίων πολιτών που θα μεταβαίνουν στη Βρετανία θα είναι ελεγχόμενος, ενώ η ελεύθερη μετακίνηση ανάμεσα σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία θα διατηρηθεί, όπως και η συνεργασία με την ΕΕ για τα θέματα ασφαλείας. Αυτά ανακοίνωσε η βρετανίδα πρωθυπουργός την Τρίτη για τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις.
Τον Φεβρουάριο του 2015, οι οικονομολόγοι της HSBC Holdings στο Λονδίνο κατοχύρωσαν τους όρους «σκληρό» και «μαλακό» Brexit. Το δεύτερο θα διατηρούσε «μεγάλο μέρος του status quo», εάν το Ηνωμένο Βασίλειο ψήφιζε την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πρώτο θα εμπεριείχε «τεράστιο ρίσκο και θα ήταν λειτουργικά περίπλοκο». Αμέσως μετά την ψήφο του Brexit, ήταν δικαιολογημένο να θεωρείται τη σκληρή επιλογή ως απίθανο. Αλλά όχι σήμερα.
Τη Δευτέρα, η λίρα έπεσε κάτω από τα 1,2 δολάρια, σε χαμηλά τριών μηνών, αφού η εφημερίδα Sunday Times ανέφερε αυτό το σαββατοκύριακο πως η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι θα βάλει σε προτεραιότητα τον έλεγχο της μετανάστευσης, πάνω από τις εμπορικές συμφωνίες, στις διαπραγματεύσεις του Brexit. Η αντίδραση αυτή είναι μάλλον αναπάντεχη, καθώς οι υπουργοί της κυβέρνησης συμφωνούσαν απόλυτα μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου για την ανάγκη να μπει σε προτεραιότητα ο έλεγχος της μετανάστευσης, με οποιοδήποτε κόστος.
Ένα πρόσφατο εξώφυλλο του περιοδικού Economist στηλίτευσε την πρωθυπουργό γράφοντας: «Τερέζα ‘Maybe’ (Ίσως), η Αναποφάσιστη Πρωθυπουργός της Βρετανίας». Κάτι τέτοιο είναι υπερβολικά αυστηρό, δεν υπάρχει καμία ένδειξη αμφιταλάντευσης από τη Downing Street έως σήμερα. Η Μέι έχει κρατήσει τον λόγο της να μην προσφέρει κανένα «τρέχον σχόλιο» για τα σχέδια αποχώρησης. Αυτό σημαίνει πως δόθηκαν ελάχιστες λεπτομέρειες για να καθησυχαστούν οι επιχειρηματικοί ηγέτες, οι τραπεζίτες, ή το 48% των βρετανών που ήθελαν να μείνουν στην ΕΕ.
Όμως δε χρειάζεται να ψάξουν πολύ για να δουν την κατεύθυνση της πορείας: ύστερα από την ανένδοτη ομιλία της στην ετήσια συνέλευση των Συντηρητικών τον Οκτώβριο, η Μέι έχει υπάρξει ξεκάθαρη για τις προτεραιότητές της. Τίποτα στη στάση της κυβέρνησης δεν έχει υποδείξει οτιδήποτε άλλο από μια σκληρή έξοδο.
Φυσικά, οι υπαινιγμοί δεν είναι το ίδιο με την ξεκάθαρη δήλωση προθέσεων. Μια πρόσφατη εμφάνιση της πρωθυπουργού σε πάνελ με άλλους πολιτικούς αποτέλεσε μάθημα αοριστίας. Το «Brexit σημαίνει Brexit» και το «θέλουμε ένα κόκκινο, άσπρο και μπλε Brexit» είναι εξαιρετικά σλόγκαν, αλλά δεν είναι ακριβώς οδικός χάρτης για αυτό που φαντάζεται η Μέι πως θα είναι η Βρετανία μετά την ΕΕ.
Οπότε, στην ομιλία της η πρωθυπουργός έπρεπε να βρει ουδέτερο έδαφος, ώστε να μην παραδώσει πολύτιμα πυρομαχικά στους αντιπάλους της στη διαπραγμάτευση, αλλά και να πει στο βρετανικό κοινό ποιες θα είναι οι βασικές της προτεραιότητες σε αυτές τις συζητήσεις.
Σχεδιάζει πραγματικά να εγκαταλείψει την πρόσβαση στην κοινή αγορά της ΕΕ και να αναζητήσει αντί αυτού εμπορικές συμφωνίες με χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία; Θα εγκαταλείψει το Ηνωμένο Βασίλειο την τελωνειακή ένωση; Σημαίνει η εμφανής της περιφρόνηση για την τραπεζική βιομηχανία πως δε θα προσπαθήσει να διατηρήσει το σύστημα διαβατηρίου που επιτρέπει σε 5.500 χρηματοπιστωτικές εταιρείες με έδρα στο Ηνωμένο Βασίλειο να πουλούν τις υπηρεσίες τους σε όλη την ένωση; Ιδιαίτερα στο τελευταίο ζήτημα, όσο περισσότερο αργεί να προσφέρει σαφήνεια, τόσο πιο πιθανό είναι οι επιχειρήσεις να μεταφερθούν προληπτικά και να μετακινήσουν θέσεις εργασίας και επενδύσεις μακριά από τη Βρετανία.
Η συγκεκριμενοποίηση ενέχει ρίσκα. Αξίζει να θυμηθούμε πως η Μέι είναι μια μη εκλεγμένη ηγέτιδα, τόσο της χώρας όσο και του κόμματός της (παρ’ ότι οι βουλευτές των Συντηρητικών την επέλεξαν, τα ευρύτερα μέλη δεν ψήφισαν ποτέ). Είναι αυτή τη στιγμή δημοφιλής, πολύ περισσότερο από την αντιπολίτευση και οποιονδήποτε άλλο πιθανό ηγέτη. Όμως η δημοτικότητα στην πολιτική μπορεί να διαβρωθεί γρήγορα, και το κόμμα της Μέι έχει μια μακρά ιστορία εσωτερικών μαχών για την Ευρώπη – θυμηθείτε τον Τζον Μέιτζορ να περιγράφει το αντιευρωπαϊκό κομμάτι του κόμματος ως «μπάσταρδους» το 1993, όταν ήταν πρωθυπουργός. Μπορεί και πάλι να διχαστεί.
Στην ομιλία της, η Μέι διέψευσε αποφασιστικά την κατηγορία για «συγχυσμένη σκέψη» που της απηύθυνε ο αποχωρών πρέσβης στην ΕΕ, σερ Άιβαν Ρότζερς, νωρίτερα αυτόν τον μήνα. Το εκλογικό της σώμα, και η υπόλοιπη ΕΕ, αξίζουν κάτι καλύτερο από τις αόριστες, γενικόλογες δηλώσεις που είναι διαθέσιμες έως τώρα – ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πως θα δώσει τις λεπτομέρειες μιας σκληρής στάσης που ανησυχεί όσους από εμάς φοβόμαστε τις οικονομικές συνέπειες ενός εχθρικού διαζυγίου.