Παρ’ ότι οι οικονομικές προεκτάσεις τις προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ είναι ακόμη άγνωστες και η μορφή του Brexit έχει μόλις ξεκινήσει να σχηματίζεται, η ευρωπαϊκή οικονομία – για τα δικά της ταπεινά δεδομένα – προχωράει, εν μέρει χάρη στο καύσιμο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ύψους 2,28 τρισεκατομμυρίων ευρώ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ύστερα από μια σχετικά ήσυχη συνεδρίαση στη Φρανκφούρτη την Πέμπτη, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι είπε ουσιαστικά: «Ξαναπεράστε αργότερα».
Δεν είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα για την ΕΚΤ να κάνει – ο ίδιος ο Ντράγκι εξέφρασε την ανησυχία του για την απουσία υποκείμενων πληθωριστικών πιέσεων. Είναι ότι οι πιο μακροπρόθεσμες προκλήσεις, όπως το πώς τελικά θα θέσει υπό έλεγχο τον μεγαλύτερο από ποτέ ισολογισμό της και το πώς θα βρει το σωστό θεσμικό πλαίσιο για τον κόσμο μετά την κρίση, είναι τόσο περίπλοκες και εκτεταμένες, που μια περίοδος συνοχής μπορεί να είναι αυτό που χρειάζονται οι αξιωματούχοι για να ξεκινήσουν να εξετάζουν τα πράγματα.
Την Πέμπτη, οι πολιτικοί παράγοντες επιβεβαίωσαν την απόφασή τους να πραγματοποιήσουν αγορές περιουσιακών στοιχείων μέχρι τουλάχιστον το τέλος του 2017, ενώ θα ξεκινήσουν να μειώνουν τους μηνιαίους ρυθμούς από τον Απρίλιο, και οι οικονομολόγοι βλέπουν ελάχιστες πιθανότητες να αλλάξει αυτή η στάση νωρίτερα από τον Σεπτέμβριο. Αυτό επιτρέπει στην ΕΚΤ να προσφέρει ένα σταθεροποιητικό χέρι κατά τις εκλογές στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, και στο ξεκίνημα της παρουσίας του Τραμπ στην ηγεσία της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, με όλα αυτά να κρύβουν πιθανές αναταράξεις για την ανάκαμψη της ευρωζώνης.
Οι οικονομολόγοι βλέπουν την παρούσα φάση ως την αρχή του τέλος για το πρόγραμμα. Από τη δική του πλευρά, ο Ντράγκι το έχει ήδη ουσιαστικά κηρύξει ως επιτυχές.
«Είναι όλο και πιο ξεκάθαρο πως αυτή η πολιτική στάση υπήρξε πετυχημένη» είπε σε συνέντευξη τύπου, επισημαίνωντας πως η εμπιστοσύνη των καταναλωτών βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο από τον Απρίλιο του 2015 και η ανεργία στο χαμηλότερο από το 2009, και πως 4,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια.
Το πώς και πότε η βελτιωμένη αγορά εργασίας θα μεταφραστεί σε υψηλότερους μισθούς και σταθερά υγιέστερο πληθωρισμό είναι το είδος του οικονομικού προβλήματος που η ΕΚΤ θα χαρεί να αναλογιστεί ενδελεχώς τώρα. Ο Ντράγκι κάλεσε όσους επιθυμούν την κανονικοποίηση των επιτοκίων να «κάνουν υπομονή».
Η διαδικασία μπορεί να μην είναι ευθύβολη. Ακολουθώντας την πορεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ προς τα υψηλότερα επιτόκια, οι θεωρητικοί της νομισματικής πολιτικής ξεκινούν να σκέφτονται τι ακολουθεί την εξαιρετική περίοδο ενίσχυσης από την κεντρική τράπεζα που ζει αυτή τη στιγμή ο κόσμος.
Στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ αυτήν την εβδομάδα στο Νταβός της Ελβετίας, προέκυψε ένας ευγενικός διχασμός ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν την επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση των πραγμάτων, με λιγνούς ισολογισμούς και εστίαση μόνο στον πληθωρισμό – όπως ο πρώην πρόεδρος της Bundesbank Άξελ Βέμπερ – και όσους θέλουν να εκμεταλλευτούν το έδαφος που κερδήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης για να αποτρέψουν μια νέα.
Αυτό θα σήμαινε τη συνέχιση της ώθησης της δραστηριότητας των κεντρικών τραπεζών προς την μακροπροληπτική πολιτική – ανησυχώντας για τις τιμές των ακινήτων, τους τραπεζικούς δανεισμούς κοκ – επιπλέον της χρηματοπιστωτικής επιτήρησης και της σταθερότητας.
Στην Ευρώπη, αυτού του είδους οι συζητήσεις συχνά χάνονται μέσα στον πολιτικό θόρυβο, και αυτή η περίοδος δε διαφέρει σε τίποτα. Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, η κριτική κατά της ΕΚΤ από τη Γερμανία έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της. Ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είπε στο - μετά την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου πως παρ’ ότι εμπιστεύεται την κεντρική τράπεζα να «κάνει το σωστό», η κυβέρνησή του θα αντιμετωπίσει «πολιτικά προβλήματα» εξηγώντας την πολιτικού του θεσμού στον κόσμο. Η Γερμανία αναμένεται να διεξάγει εκλογές αυτό το φθινόπωρο.
Υπάρχουν πολλά στον ορίζοντα που θα μπορούσαν να αναταράξουν την ησυχία της ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένης της αστάθειας των ιταλικών τραπεζών και των συνεχών δοκιμασιών στην Ελλάδα, αν και δεν είναι ξεκάθαρο τι θα μπορούσαν να κάνουν οι νομισματικοί αξιωματούχοι για οποιοδήποτε από αυτά τα θέματα. Εν τω μεταξύ, μπορούν να εκμεταλλευτούν τα ήρεμα νερά και να αναλογιστούν.