Αυτό που έχει παρουσιαστεί ως η τελευταία ευκαιρία για τους ελληνοκύπριους και τους τουρκοκύπριους να επανενώσουν το νησιωτικό έθνος φαίνεται δελεαστικά εφικτό – όμως μπορεί να μην επιτευχθεί χωρίς ένα νεύμα από τη Ρωσία.
Η Κύπρος παραμένει χωρισμένη από το 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε για να αποτρέψει την προσάρτηση του νησιού στην Ελλάδα και δημιούργησε ένα μη αναγνωρισμένο κράτος στη βόρεια Κύπρο. Τώρα, Ελλάδα, Τουρκία και Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο έχει βάσεις στην Κύπρο, είναι τα κράτη εγγυητές του στρατιωτικού status quo. Μαζί με τους ηγέτες των δύο κυπριακών πλευρών, τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες και τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κομισιόν, έλαβαν μέρος στις συζητήσεις στη Γενεύη της περασμένης εβδομάδας. Μετά την παύση της Πέμπτης, οι συζητήσεις αναμένεται να συνεχιστούν την επόμενη εβδομάδα, σε χαμηλότερο επίπεδο.
Η Ρωσία προσφέρθηκε να παραβρεθεί αλλά δεν προσκλήθηκε, δεν υπάρχει επίσημος λόγος για αυτό. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί ανεπίσημοι για το ενδιαφέρον της Μόσχας για την κυπριακή διαδικασία. Παρ’ ότι η Ρωσία έχει εκφράσει επίσημα τη στήριξή της για έναν συμβιβασμό, η τελική συμφωνία – ανάλογα με το πώς θα διαμορφωθεί – θα μπορούσε να πλήξει τα συμφέροντά της στην περιοχή.
Περίπου 40.000 ρώσοι κατοικούν στο νησί, το οποίο έχει πληθυσμό 800.000. Έχουν ακίνητη περιουσία και επιχειρήσεις τόσο στην ελληνική όσο και την τουρκική πλευρά. Χάρη στην προϊστορία της ως ασφαλές καταφύγιο για το μετασοβιετικό χρήμα, η μικρή Κύπρος αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή ξένων άμεσων επενδύσεων στη Ρωσία. Σύμφωνα με τη ρωσική κεντρική τράπεζα, στο δεύτερο τρίμηνο του 2016 (το τελευταίο για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), μετρούσε 2,8 δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις, περισσότερο από το διπλάσιο από την επόμενη χώρα. Αποτελούν επίσης μια σημαντική πηγή εσόδων από τον τουρισμό για την Κύπρο. Σύμφωνα με την κυπριακή κυβέρνηση, 525.000 ρώσοι επισκέφθηκαν το νησί το 2015. Μόνο η Βρετανία προσφέρει περισσότερους τουρίστες.
Εν ολίγοις, η Κύπρος είναι ένα σημαντικό μέρος για τη Ρωσία και τους ρώσους. Όμως η επανένωση θα ωφελούσε τη Μόσχα μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Η Ρωσία επιδιώκει να αποδυναμώσει και να χωρίσει το ΝΑΤΟ, όμως ένας συμβιβασμός στην Κύπρο θα μπορούσε να το ενισχύσει, δίνοντας τέλος σε μια μακροχρόνια διαμάχη ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία – μέλη του ΝΑΤΟ και οι δύο. Θα μπορούσε επίσης να σημάνει το τέλος του στρατιωτικού πατήματος της Ρωσίας στην περιοχή, το οποίο απέκτησε το 2015 όταν η Κύπρος άνοιξε τα λιμάνια της σε ρωσικά πολεμικά πλοία που συμμετείχαν σε αντιπειρατικές και αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει κατακρίνει την κίνηση. Η Ρωσία δεν έχει χρησιμοποιήσει την επίσημη συμφωνία για να βοηθήσει τις στρατιωτικές τις επιχειρήσεις στη Συρία, όμως φαίνεται πως έχει χρησιμοποιήσει τα κυπριακά λιμάνα για να διοχετεύσει καύσιμα για τζετ στη Συρία παρά την απαγόρευση της ΕΕ.
Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν προσπαθεί επίσης να δημιουργήσει μια ενεργειακή συνεργασία με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πουλώντας φυσικό αέριο στη νότια Ευρώπη, όμως η επανένωση απειλεί με τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής συνεργασίας. Οι ανακαλύψεις φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο και η βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στο Ισραήλ και την Τουρκία έκαναν την κατασκευή ενός αγωγού που θα μεταφέρει ισραηλινό φυσικό αέριο στην Τουρκία πιθανή – παρ’ ότι η ελληνοκυπριακή κυβέρνηση έχει συνδέσει τον αγωγό με την επανένωση.
Όλα αυτά τα συμφέροντα έχουν φυσικά δημιουργήσει υποψίες για τον ρόλο της Ρωσίας στη διαδικασία επανένωσης. Ο τοπικός Τύπος αναφέρει πως ο ρώσος πρέσβης Στανσιλάβ Οσάνττσι, παραβρέθηκε πρόσφατα σε πολιτική συγκέντρωση κατά της επανένωσης και χειροκροτήθηκε από τους συμμετέχοντες. Μετά από αυτό, το υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου φέρεται να ζήτησε εξήγηση.
Αναφορά του Politico αφήνει να εννοηθεί πως η Ρωσία μπορεί να παρέμβει αθόρυβα για να υπονομεύσει τη συμφωνία. Σίγουρα έχει αρκετή επιρροή στο νησί και αρκετές επαφές με κύπριους αξιωματούχους και πολιτικούς για να το κάνει αυτό. Το πιο πιθανό, ωστόσο, είναι πως η Ρωσία σηματοδοτεί – όπως έχει κάνει συχνά τα τελευταία χρόνια – πως θα πρέπει να ερωτηθεί για να επιτευχθεί ένα καλό αποτέλεσμα.
Η επιτυχία των συνομιλιών στη Γενεύη, τις οποίες ο απεσταλμένος του ΟΗΕ στην Κύρπο αποκάλεσε «στιγμή της αλήθειας», εξαρτάται από την επίλυση των περίπλοκων θεμάτων ιδιοκτησίας – όμως σε αυτό το σημείο, δεν είναι αυτά που καθυστερούν τη συμφωνία. Οι ελληνοκύπριοι αντιτίθενται στην παρουσία ειδικών εγγυήσεων ασφαλείας για το ενωμένο νησί, το οποίο θα είναι μέλος της ΕΕ. Η Τουρκία, ωστόσο, επιμένει να διατηρήσει τη θέση του εγγυητή. Την Παρασκευή, ο Ερντογάν είπε πως τα τουρκικά στρατεύματα θα παραμείνουν στο νησί «για πάντα».
Μια τελειωτική κατάρρευση των συνομιλιών δε θα πείραζε τον Πούτιν. Θα διατηρούσε και ίσως θα ενίσχυε το ελληνοτουρκικό χάσμα μέσα στο ΝΑΤΟ, θα εμπόδιζε σχέδια αγωγών φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, θα επέτρεπε στη Ρωσία να κρατήσει την Κύπρο ως ευρωπαϊκό πεδίο για τις επιχειρήσεις της και ως ένα ουδέτερο αλλά φιλικό λιμάνι για τα πλοία της.
Εάν η επανένωση συμβεί τελικά, η Ρωσία θα χρειαστεί να μάθει πώς θα προστατευτούν τα συμφέροντά της. Αυτό που ξεκάθαρα δεν επιθυμεί είναι να ενισχυθεί το ΝΑΤΟ και η Κύπρος να γίνει μέλος του – μια πιθανότητα μετά την επανένωση. Εάν η Μόσχα δεν ικανοποιηθεί, θα μπορούσε να υπονομεύσει τη συμφωνία τόσο μέσα στην Κύπρο όσο και στον ΟΗΕ.