Η σωρεία κριτικής κατά του νέου αμερικανού προέδρου πριν από την ορκωμοσία του την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε υποσχέσεις συνεργασίας και ανανεωμένη στήριξη για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Άνγκελα Μέρκελ της Γερμανίας υποσχέθηκε να διατηρήσει την ενότητα μέσω συνεχούς διαλόγου με τα υπόλοιπα μέλη. Ο Μαρκ Ρούτε της Ολλανδίας ζήτησε μια ανανεωμένη εστίαση στην οικονομία, ενώ ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς προειδοποίησε τους επικριτές της να μην υποτιμήσουν την αποφασιστικότητα της ένωσης.
Η δοκιμασία θα είναι εάν η ανανεωμένη της δέσμευση είναι αρκετή για να διορθώσει τις ελλείψεις στη δομή της ΕΕ που έχουν αγνοηθεί τα τελευταία χρόνια. Καθώς το ζενίθ της ενοποίησης έφερε το κοινό νόμισμα και την επέκταση προς τα ανατολικά, η ΕΕ έχει αποφύγει τα ερωτήματα όπως, πόσο θα ομαδοποιήσει τους φόρους και τα χρέη, πόσο θα δαπανήσει για την άμυνα και αν θα υιοθετήσει μια κοινή εξωτερική πολιτική προς τους γείτονές της όπως η Ρωσία και η Λιβύη.
Με την απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να στρέψει την πλάτη στην ΕΕ να ενθαρρύνει τις λαϊκιστικές εκστρατείες σε όλη την ήπειρο, οι υπερασπιστές της ένωσης αντιμετωπίζουν ένα επιτακτικό δίλημμα για το πόσο στενή είναι η ένωση που είναι πρόθυμοι να δημιουργήσουν ως απάντηση. Οι αποδοκιμασίες του Τραμπ από τα παρασκήνια αυξάνουν τις πιέσεις είτε να προσαρμοστούν είτε να δουν τις αμφιβολίες για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του σχεδίου να αυξάνονται.
«Η επίδραση του Τραμπ είναι πως η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει πολύ γρήγορα τι είδους Ευρώπη θέλει να είναι» είπε ο Γκούντραμ Βολφ, διευθυντής του Bruegel Institute στις Βρυξέλλες. «Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα επειδή πρέπει να αντιδράσουμε άμεσα και υπάρχει πολλή άρνηση.»
Ο Τραμπ συντάραξε την ΕΕ χαρακτηρίζοντας ως όχημα της γερμανικής κυριαρχίας σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε σε δύο ευρωπαϊκές εφημερίδες στις 15 Ιανουαρίου. Είπε πως περισσότερες χώρες θα ακολουθήσουν το Ηνωμένο Βασίλειο στην έξοδο και αποκάλεσε το ΝΑΤΟ, τον εγγυητή της στρατιωτικής υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ευρώπη, «παρωχημένο» – όλα αυτά παράλληλα με ανοίγματα προς τη Ρωσία.
Καθώς απευθύνθηκε στο αμερικανικό έθνος από τα σκαλιά του Καπιτωλίου την Παρασκευή, είπε πως είναι καιρός να μπει «η Αμερική πρώτη» στις δοσολοηψίες με άλλα έθνη. Παρουσίασε τις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και την κυρίαρχη στρατιωτική του δύναμη, ως ένα έθνος που μαστίζεται από τις συνέπειες των αδύναμων συνόρων, των άνισων συμμαχιών και των κακών εμπορικών συμφωνιών.
Παρ’α την υπερβολή, υπάρχει μια δόση αλήθειας στην κριτική από τον Τραμπ, ο οποίος θα έχει την ευκαιρία να την εκφράσει απευθείας στη βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι στην Ουάσινγκτον την Τετάρτη.
Οι πολιτικοί και οι ψηφοφόροι στη νότια Ευρώπη έχουν εξαντληθεί από τις απαιτήσεις της Γερμανίας και των συμμάχων της κατά τη διάρκεια της κρίσης της ευρωζώνης, ενώ οι ηγέτες της μεγαλύτερης οικονομικής ένωσης του κόσμου ανησυχούν ότι έχουν στηριχθεί στην αμερικανική στρατιωτική δύναμη επί δεκαετίες.
Ένα προσχέδιο περαιτέρω ενοποίησης που συνέταξε ο επικεφαλής της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, μαζί με τον πρόεδρο της ΕΕ Ντόναλντ Τουσκ και τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, παραμένει σε ένα συρτάρι στις Βρυξέλλες, ενώ μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία αμυντικής συνεργασίας μετά το Brexit έχει ως τώρα συσταθεί από τίποτα περισσότερο από αόριστες υποσχέσεις.
Στο Νταβός της Ελβετίας την περασμένη εβδομάδα, ο ολλανδός πρωθυπουργός Ρούτε ανακοίνωσε πως το όνειρο των ιδρυτών της ΕΕ για «ολοένα και πιο στενή ένωση» είναι νεκρό και πως οι σημερινοί ηγέτες θα πρέπει να επικεντρωθούν αντί αυτού στην οικονομία, μία από τις πιο επίμονες ρωγμές της οικονομίας.
«Θα παλέψω για μια Ευρωπαϊκή ένωση που επιστρέφει στον πυρήνα της, όπου κάθε κράτος-μέλος πραγματοποιεί όσα έχει υποσχεθεί να κάνει με τη συμφωνία σταθερότητας και ανάπτυξης» είπε σε συνέντευξή του. «Οπότε ναι, μεταρρυθμίσεις στην Ολλανδία, αλλά επίσης στη Γαλλία και την Ιταλία.»
Τόσο ο Ρούτε όσο και ο Γενς Στόλτενμπεργκ, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, είπαν πως τα έθνη της ΕΕ πρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες. Ο Τραμπ διαμαρτυρήθηκε την Παρασκευή πως για πολλές δεκαετίες οι ΗΠΑ έχουν «χρηματοδοτήσει τους στρατούς άλλων χωρών».
Το προβλήματα της Ευρώπης αποκορυφώνονται καθώς οι κυβερνήσεις στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία – τρεις από τις έξυ ιδρύτριες χώρες της ΕΕ – αντιμετωπίζουν εκλογές όπου οι ψηφοφόροι που αισθάνονται πως έχουν ξεχαστεί ή αγνοηθεί από το κατεστημένο σκέφτονται να εγκαταλείψουν την ΕΕ σε αναζήτηση στενότερων, εθνικών συμφερόντων. Ενώ ο Τραμπ και η εκστρατεία του Brexit εκμεταλλεύτηκαν αυτήν τη δυσαρέσκεια, οι ηγέτες της Ευρώπης πασχίζουν να εκφράσουν πώς θα ανατρέψουν την κατάσταση για τους ψηφοφόρους τους.
«Μας λείπει αυτό το όραμα» είπε ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Πιέρ Κάρλο Παντοάν σε πάνελ στο Νταβός της περασμένη εβδομάδα. «Αυτή είναι η πρόκληση που παρουσιάζουν το Τραμπ και το Brexit. Εκείνοι έχουν ένα όραμα, έμεις όχι.»
Αντί να παρουσιάσει ένα μεγάλο σχέδιο, η πιο ισχυρή προσωπικότητα της Ευρώπης, η γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, υπερασπίζεται την πραγματιστική, αυξητική προσέγγιση σε αυτήν την πρόκληση, η οποία τη βοήθησε να αντιδράσει στην ελληνική κρίση χρέους, να ξεκινήσει την τραπεζική ένωση και να αντισταθεί στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία.
«Το άλφα και το ωμέγα είναι η Ευρώπη να μην επιτρέψει να διχαστεί – και θα το εξασφαλίσουμε αυτό μέσω έντονων επαφών» είπε σε συνέντευξη τύπου στο Βερολίνο στις 18 Ιανουαρίου. «Ας περιμένουμε μέχρι την ορκωμοσία της Παρασκευής, μετά από αυτό τα πράγματα θα ξεκαθαριστούν.»
Η γερμανίδα ηγέτιδα έχει πει πως η μάχη της για επανεκλογή αυτό το φθινόπωρο θα είναι η πιο δύσκολη της καριέρας της. Έχει δεχτεί δριμύα κριτική για το άνοιγμα των συνόρων σε σχεδόν ένα εκατομμύριο μετανάστες – μια κίνηση που ο Τραμπ αποκάλεσε «καταστροφικό λάθος» – και με το κατά του ευρώ και κατά της ΕΕ κόμμα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία να εκμεταλλεύεται την οργή των ψηφοφόρων για την εισροή, ακόμη και οι σύμμαχοι της Μέρκελ την πιέζουν να συγκεντρωθεί στις εσωτερικές ανάγκες αντί τα προβλήματα της Ευρώπης.
Αυτό κάνει πιο δύσκολο να οραματιστούμε τους γερμανούς να αποδέχονται τους συμβιβασμούς που χρειάζονται για την εκπλήρωση της οικονομικής ένωσης της ηπείρου, ιδιαίτερα με τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να πυροδοτεί την απέχθεια για την εξαιρετική νομισματική πολιτική που ξεκίνησε ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας Μάριο Ντράγκι για να συντηρήσει τη νομισματική ένωση.
Καθώς οι τιμές στη Γερμανία επιταχύνουν, κάτι που παραμένει εθνική έμμονη ιδέα μετά τον υπερ-πληθωρισμό της δεκαετίας του 1920, ο Σόιμπλε σηματοδοτεί αυξανόμενη ανησυχία για τις προσπάθειες του Ντράγκι να ενισχύσει την άνοδο των τιμών σε όλη την ευρωζώνη.
«Μπορεί το κέντρο να είναι αρκετά συνοχικό ώστε να μην έχουν τον έλεγχο τα άκρα;» είπε ο Ρέι Ντάλιο, ο δισεκατομμυριούχος ιδρυτής του hedge fund Bridgewater Associates την περασμένη εβδομάδα, καθισμένος δίπλα στον Παντοάν στο Νταβός. «Μπορούν ο Μάριο Ντράγκι και ο Σόιμπλε να συνεννοηθούν;»
Με αντιευρωπαϊκά κόμματα ήδη στην εξουσία σε κάποια ανατολικά μέλη, τη συναίνεση για τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας να φθείρεται και τις κυβερνήσεις να αψηφούν τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ όποτε τους βολεύει, οι ενδείξεις είναι πως το κέντρο δυσκολεύεται.