Τα ομόλογα διακινούνται ελάχιστα, και οι αγοραστές τους τείνουν να είναι εξαιρετικά εξειδικευμένοι, όμως το δεκαετές χρέος της Ελλάδας είναι περισσότερο σημαντικό απ’ ότι αφήνει να φανεί το μέγεθος της αγοράς.
Η διαφορά ανάμεσα στις αποδόσεις των ελληνικών και των γερμανικών δεκαετών ομολόγων λειτουργεί ως ένδειξη διάθεσης για ανάληψη ρίσκου στις αγορές χρέους, δείχνοντας πως μια πτώση στις τιμές των ομολόγων της χώρας μπορεί να επηρεάσει άλλες αγορές, όπως το εταιρικό χρέος. Αυτή η διαφορά, και η ευρωπαϊκή πιστωτική καμπύλη, που μετρά τη διαφορά ανάμεσα στις αποδόσεις των χρεογράφων με υψηλές αποδόσεις και με επενδυτικό βαθμό, έχουν μια συσχέτιση 0,76 από τον Ιανουάριο του 2016, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το -.
Η Ελλάδα έχει επιστρέψει στα ραντάρ των επενδυτών το 2017, με τις συζητήσεις με τους πιστωτές της για την εξασφάλιση των νεότερων δόσεων από το πρόγραμμα διάσωσής της να φτάνουν σε νέο αδιέξοδο, προκαλώντας την άνοδο των αποδόσεων. Αυτού του είδους οι αυξήσεις, στη χώρα όπου ξεκίνησε η κρίση χρέους της ευρωζώνης, αποκτούν μεγαλύτερη σημασία καθώς έχουν τη δυνατότητα να επεκταθούν σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές, ακόμη κι αν ο πιστοληπτικός βαθμός των ομολόγων και η τάση για ξαφνικές κινήσεις τα κάνουν απλησίαστα για πολλούς επενδυτές.
Τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν πως ο τζίρος στην ηλεκτρονική, δευτερεύουσα αγορά τίτλων, ή ΗΔΑΤ, είχε σύνολο 26 εκατομμύρια ευρώ τον περασμένο μήνα μέχρι τις 27 Ιανουαρίου, λιγότερα από το ζενίθ των 136 εκατομμυρίων ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2004, ενώ ο ετήσιος όγκος των 519 εκατομμυρίων ευρώ πέρυσι ήταν ο χαμηλότερος από τουλάχιστον το 2001. Η διαφορά ανάμεσα στις αποδόσεις προσφοράς και ζήτησης για τα δεκαετή ομόλογα, ένα ακόμη μέτρο της ρευστότητας της αγοράς, είναι περίπου 24 μονάδες βάσης, ενώ για το βασικό γερμανικό χρέος είναι 0,4 μονάδας βάσης.
Καθώς οι τελευταίες συζητήσεις για το χρέος παραμένουν στάσιμες, η διαφορά των αποδόσεων των ελληνικών και των γερμανικών δεκαετών ομολόγων έχει φτάσει στις 737 μονάδες βάσης, από τις περίπου 640 μονάδες βάσης που ήταν στις 25 Ιανουαρίου. Η κίνηση στην καμπύλη του ευρωπαϊκού εταιρικού χρέους υπήρξε πιο περιορισμένη σε αυτήν την περίοδο, επεκτεινόμενη κατά μόλις πέντε μονάδες βάσης, με τη συσχέτιση ανάμεσα στις δύο σειρές το 2017 να πέφτει στο 0,24 ως αποτέλεσμα. Μια συσχέτιση 1 θα σήμαινε πως οι δύο διαφορές κινούνται παράλληλα.
Εάν, ωστόσο, η διαμάχη για το ελληνικό χρέος γίνει πιο έντονη, η ιστορική ισχύς της σχέσης ανάμεσα στα δύο μέτρα υποδεικνύει πως μια πιο ουσιαστική κλίση της πιστωτικής καμπύλης μπορεί να είναι αναπόφευκτη.