Δεκάδες επιχειρήσεις στον κλάδο της αντιπροσώπευσης και της εμπορίας κατέβασαν ρολά την τελευταία δεκαετία και πολλές έχασαν τις συμβάσεις τους με τις ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες ή απέμειναν μόνον με το συνεργείο…
Μεγάλα δίκτυα περιορίστηκαν σε ένα κατάστημα και οι μικρότεροι εξαφανίστηκαν τελείως, αφήνοντας ως θλιβερά ίχνη αμέτρητες πλέον υπαίθριες μάντρες εγκαταλελειμμένες ανά τη χώρα.
Το «λουκέτο» που μπήκε πριν από λίγες ημέρες στο συνεργείο της «Λαϊνόπουλος» στην Κηφισιά ήρθε να θυμίσει όχι μόνον τα μεγάλα ονόματα του αυτοκίνητου που εξέλιπαν από την ελληνική αγορά κατά τα τελευταία χρόνια, αλλά και τα συνεχιζόμενα προβλήματα του κλάδου που απειλούν τη βιωσιμότητα και άλλων επιχειρήσεων.
Μόνο η χρηματοοικονομική κατάσταση των επίσημων δικτύων που λειτουργούν σήμερα χαρακτηρίζεται βιώσιμη κι αυτό γιατί προηγήθηκαν εκτεταμένα διαρθρωτικά μέτρα που ελήφθησαν προνοητικά από τις επιχειρήσεις του κλάδου, ενόψει της δύσκολης συγκυρίας που θα ερχόταν.
Γενικότερα στον χώρο, ωστόσο, η κατάσταση είναι άσχημη, με τον περιορισμό των θέσεων εργασίας να φθάνει σχεδόν στο 57%, όπως και των σημείων πώλησης. Είναι χαρακτηριστικό πως από 2.519 καταστήματα και 20.954 εργαζομένους το 2008, ο κλάδος έκλεισε το 2016 με μόλις 1.352 καταστήματα και 9.094 εργαζομένους, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ. Η αγορά περιορίστηκε δηλαδή στο μισό.
Το τελευταίο κρούσμα
Στην αγορά όλοι ήξεραν τον τελευταίο καιρό πως η «Λαϊνόπουλος» είχε χάσει την αντιπροσωπεία της Mercedes Benz από καιρό και πως στο τέλος έμεινε μόνον με το συνεργείο. Πρόκειται για μια επιχείρηση της οποίας το κτίριο αποτελεί άτυπο τοπόσημο για την Κηφισιά, όπως άλλωστε και προ δεκαετίας η Renault του Μανιατόπουλου, λίγα χιλιόμετρα πιο νότια, στην Αθηνών – Λαμίας, που έκλεισε και αυτή. Μεταξύ των δύο αυτών «λουκέτων» μεσολάβησαν και άλλα πολλά, όπως της ELMA, της αντιπροσωπείας της Mazda του ομίλου Κορτέση, της Στακόρ, της Spicar, αλλά και διασώσεις στο παρά πέντε όπως η περυσινή απορρόφηση μεγάλου μέρους της εισαγωγικής αυτοκινήτων Hyundai και Kia της Π&Ρ Δάβαρη από τον όμιλο Βασιλάκη.
Αλλοι, όπως ο όμιλος Παζαρόπουλου, άλλαξαν μάρκα αντιπροσώπευσης, ενώ κάποιοι άλλοι αποδείχθηκαν επαρκώς διορατικοί και εξήλθαν εγκαίρως από τον κλάδο, πουλώντας τα δίκτυά τους. Ο κατάλογος των «συμβάντων» στον κλάδο είναι μακρύς και περιλαμβάνει βέβαια και τη συγκριτική ενδυνάμωση κάποιων εκ των μεγαλύτερων επιχειρήσεων όπως των ομίλων Βασιλάκη, Σφακιανάκη, Σαρακάκη και Θεοχαράκη.
Μείον 70%
Ενδεικτική είναι η κατάσταση στην αγορά καινούργιων αυτοκινήτων που παραμένει καθηλωμένη σε επίπεδα 70% χαμηλότερα από τα υψηλά της του 2007. Το 2016 έκλεισε με οριακή άνοδο σε σχέση με το 2015 (σχεδόν 80.000 ταξινομήσεις, έναντι 279.000 στα υψηλά τους). Ακόμα και το 2007 όμως στην Ελλάδα πωλούνταν λιγότερα κατά κεφαλήν αυτοκίνητα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η αγορά παραμένει έτσι καθηλωμένη κυρίως εξαιτίας της παρατεταμένης αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την ανοχή της πολιτείας απέναντι στην κυκλοφορία υπέργηρων οχημάτων και την απουσία κινήτρων για την αντικατάστασή τους. Πολλοί πλέον ανησυχούν πως η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, η απουσία τραπεζικών χρηματοδοτήσεων και η κλιμακούμενη αβεβαιότητα που προκαλούν οι αλλεπάλληλες μεταβολές στις φορολογικές και άλλες επιβαρύνσεις της κατοχής αυτοκινήτου μπορεί να οδηγήσουν σε εκ νέου πτώση τις πωλήσεις και να οδηγήσουν σε περισσότερα «λουκέτα».
Η αγορά καινούργιων
Η αγορά των καινούργιων αυτοκινήτων δεν αναμένεται να μεγεθυνθεί ουσιωδώς το 2017, καθώς δεν διαφαίνεται άμεση αποκατάσταση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, εκτιμά μιλώντας στην «Κ» ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων Δημήτρης Πάτσιος. Σημειώνει όμως ότι έχει συσσωρευτεί μεγάλος όγκος αναγκών για νέα αυτοκίνητα, γεγονός που υπαγορεύει ότι μεσοπρόθεσμα η αγορά θα μπορούσε να οδηγηθεί σε πιο ικανοποιητικά επίπεδα. Οσον αφορά τις ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες και τον ρόλο τους στην κρίση, υπογραμμίζει ότι «τα εργοστάσια κατασκευής υποστηρίζουν πλήρως την προσπάθεια των εθνικών και τοπικών διανομέων της χώρας μας απέναντι σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τιμές στην ελληνική αγορά καινούργιου αυτοκινήτου να είναι από τις πιο ελκυστικές στην Ε.Ε.».
Για την ώρα πάντως είναι ευκρινές από τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους πως ο ελληνικός στόλος επιβατικών οχημάτων είναι ολοένα και παλιότερος και ολοένα και πιο κακοσυντηρημένος, με τον μέσο όρο ηλικίας να έχει ξεπεράσει αυτόν της προ απόσυρσης εποχής και να βρίσκεται πλέον άνω των 14 ετών…