Μπορούμε να πούμε αυτό για τον Ντόναλντ Τραμπ: αναγκάζει τους ευρωπαίους να σκεφτούν πιο σοβαρά πώς μπορούν να προστατέψουν και να υπερασπιστούν την ήπειρό τους.
Η υποτίμηση του προέδρου των ΗΠΑ για το ΝΑΤΟ φτάνει πολύ μακριά, και η εστίασή του στο να αναγκάσει τους ευρωπαίους να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνά τους είναι εσφαλμένη. Λεχθέντων αυτών, τα ευρωπαϊκά χρόνια έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια αντιμετωπίζοντας τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς ως προέκταση της κοινωνικής τους πολιτικής. Οι δαπάνες για το προσωπικό ξεπερνούν το 50% όλων των αμυντικών εξόδων σε σχεδόν όλες τις χώρες της ΕΕ, ενώ στις ΗΠΑ είναι περίπου ένα τέταρτο. Την ίδια στιγμή, τα έξοδα για εξοπλισμό και έρευνα και ανάπτυξη φτάνουν μόλις το 20% στην Ευρώπη, ενώ στις ΗΠΑ βρίσκονται γύρω στο 30%, και μόλις 22% των προμηθειών εξοπλισμού είναι συνεργατικές.
Η Ευρωπαϊκή Κομισιόν έχει μια πρόταση για να κάνει τις αμυντικές δαπάνες στην Ευρώπη πιο λογικές. Όμως αυτές οι προσπάθειες από πάνω προς τα κάτω δεν αποδίδουν ιδιαίτερα συνήθως. Υπάρχουν εκατοντάδες συνεργατικά στρατιωτικά προγράμματα στην Ευρώπη, όπως η Ευρωπαϊκή Διοίκηση Αεροπορικών Μεταφορών στην Ολλανδία. Πολλές από αυτές τις προσπάθειες είναι διμερείς και ad hoc. Χωρίς ένα πιο συντονισμένο πλαίσιο, δε θα κλείσουν το μεγάλο χάσμα των αμυντικών δαπανών και δυνατοτήτων ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, ούτε θα κάνουν τους ευρωπαϊκούς στρατούς πιο αποτελεσματικούς.
Το ΝΑΤΟ δουλεύει, παρά τις πιέσεις που δέχεται, για δύο βασικούς λόγους: μια ξεκάθαρη αποστολή – τη συλλογική εγγύηση ασφαλείας που κατοχυρώνεται από το καταστατικό του – και την αμερικανική ηγεσία.
Οποιοδήποτε σχέδιο συλλογικής άμυνας στην ΕΕ θα χρειαζόταν έναν παρόμοιο στόχο και κατεύθυνση. Παρ’ όλα αυτά, η Γαλλία, η οποία θα είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη μόλις το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει από την ΕΕ, πάντα έβλεπε την αμυντική πολιτική της ΕΕ ως αντίβαρο του κυριαρχούμενου από την Αμερική ΝΑΤΟ, και όχι ως ξεχωριστό στόχο. Η Γερμανία, εν τω μεταξύ, διστάζει να αναλάβει τα ηνία, καθώς και τα υπόλοιπα κράτη διστάζουν να της το επιτρέψουν.
Τα πράγματα μπορεί τώρα να αλλάξουν. Ανάμεσα στο Brexit και τον Τραμπισμό, τα ευρωπαϊκά έθνη μπορεί επιτέλους να δουν ρεαλιστικά την επιτακτική ανάγκη της προετοιμασίας κατά απειλών τόσο από μέσα όσο και εκτός της ηπείρου. Η παρέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη έδειξε πως τα ευρωπαϊκά έθνη είναι πρόθυμα και ικανά να ηγηθούν αυτού του είδους των αποστολών.
Τίποτα από αυτά δε σημαίνει πως η ΕΕ χρειάζεται τον δικό της στρατό. Επισημαίνουν μόνο πως η Ευρώπη χρειάζεται να κάνει περισσότερα για να εξασφαλίσει τη συλλογική της ασφάλεια, και πως μέρος της απάντησης βρίσκεται σε ένα πιο ευέλικτο (και λιγότερο κυριαρχούμενο από την Αμερική) ΝΑΤΟ. Καθώς οι ευρωπαίοι εξετάζουν επιλογές αλλαγών, θα πρέπει να εστιάσουν λιγότερο στο κατά πόσο τα μέλη του ΝΑΤΟ ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της συμμαχίας για τις συνολικές αμυντικές δαπάνες, και περισσότερο στο πώς δαπανούν τα χρήματά τους. Όσα καλύτερα μπορέσει η Ευρώπη να υπερασπιστεί τον εαυτό της, τόσο καλύτερα θα είναι εκείνη, αλλά και οι ΗΠΑ.