Περαιτέρω συζητήσεις θα πραγματοποιηθούν στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ στη Μάλτα την Παρασκευή. Ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει συγκαλέσει έκτακτη σύνοδο κορυφής των ηγετών της ΕΕ, στην περίπτωση που δεν κλείσει συμφωνία μέχρι το τέλος της εβδομάδας.
Όμως καθώς η Ελλάδα συγκρούεται για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να ξεκλειδώσει την επόμενη δόση χρημάτων διάσωσης, η οικονομία της ξαναγλιστρά προς την ύφεση, κάνοντας την ανάγκη για χρηματοδότηση ακόμη πιο επιτακτική. Τα διαγράμματα που ακολουθούν προσφέρουν ένα μέτρο της οικονομικής υγείας της Ελλάδας έως σήμερα.
Αναθεώρηση των προβλέψεων προς τα κάτω
Τον Δεκέμβριο, η Ελλάδα φαινόταν να οδεύει προς μια ισχυρή ανάκαμψη, με την κεντρική τράπεζα της χώρας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να προβλέπουν ανάπτυξη της οικονομίας κατά τουλάχιστον 2,5% το 2017. Οι εκτιμήσεις τους ήταν εμφανώς πιο αισιόδοξες από τη συναίνεση των επιφανέστερων διεθνών οικονομολόγων.
Όμως η επιστροφή στην ύφεση στο τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους, μαζί με την αποτυχία της Αθήνας να ολοκληρώσει την τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος εντός του 2016, όπως είχε υποσχεθεί ο κ. Τσίπρας, επέφερε μια αναθεώρηση προς τα κάτω. Η κεντρική τράπεζα περιέκοψε τον περασμένο μήνα την εκτίμηση της για την ανάπτυξη του 2017 ως το 1,5%.
«Δεν υπήρξε θετική επίδραση από τον περασμένο χρόνο όπως αναμενόταν, και οι προβλέψεις ανάπτυξης για το πρώτο τρίμηνο κυμάνθηκαν από αρνητικούς αριθμούς μέχρι την ακινησία» είπε ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Την ίδια στιγμή, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη έχει πέσει απότομα καθώς αυξάνονται οι φόβοι για μια παρατεταμένη αδιέξοδο με τους πιστωτές. Οι ελπίδες για την επίτευξη συμφωνίας έχουν χτυπηθεί από πολιτικές αντιπαραθέσεις του κόμματος του κ. Τσίπρα για τις ασφαλιστικές και τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις.
Μια συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης τον Μάιο θεωρείται από τους αναλυτές ως κρίσιμη στιγμή για την υποθετική ανάκαμψη της Ελλάδας. «Εάν δεν υπάρξει ολοκλήρωση (του προγράμματος) τον επόμενο μήνα, μπορεί να δούμε ακόμη πιο καταβεβλημένη ανάπτυξη φέτος» προειδοποιεί ο κ. Παγουλάτος.
Η ανεργία παραμένει υψηλή
Το ποσοστό της ανεργίας στην Ελλάδα έχει αναρριχηθεί τους τελευταίους μήνες έως το 23,5% τον Ιανουάριο από το 23,2% του Σεπτεμβρίου, ανατρέποντας μια μικρή πτώση από τα τέλη του 2015. Ανεπίσημα στοιχεία από την κρατική υπηρεσία απασχόλησης δείχνουν επίσης μια απότομη άνοδο στις εγγραφές των ανέργων στους πρώτους δύο μήνες του έτους.
Η Αθήνα παραμένει πολύ πίσω από τους εταίρους της στην ΕΕ των 28, όπου η μέση ανεργία έχει πέσει σε χαμηλά τεσσάρων ετών στο 8%. Παρ’ όλα αυτά, οι αναλυτές υποστηρίζουν πως η ανεργία θα μπορούσε να είναι ακόμη υψηλότερη χωρίς τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν υπό τις δύο προηγούμενες συμφωνίες διάσωσης.
«Οι μεταρρυθμίσεις βοήθησαν να απομακρυνθούν οι ακαμψίες που απέτρεπαν τους μισθούς από το να προσαρμοστούν στις οικονομικές συνθήκες, μέσω μιας απότομης μείωσης στους κατώτατους μισθούς και την απαλοιφή των αυτόματων αυξήσεων αποδοχών λόγω αρχαιότητας» λέει η Μιράντα Ξαφά, ανώτερη ερευνήτρια στο Centre for International Governance Innovation.
Όμως οι προοπτικές παραμένουν δυσοίωνες. Περίπου οι μισοί από τους καταγεγραμμένους ανέργους της Ελλάδας έχουν μείνει χωρίς δουλειά για περισσότερο από έναν χρόνο, ενώ πολλοί έχουν απλά παραιτηθεί από την αναζήτηση εργασίας. Η συμμετοχή στην εργατική δύναμη έχει πέσει περίπου στο 52%, το χαμηλότερο ποσοστό στους 28 της ΕΕ μετά την Κροατία. Ένας λόγος για την πτώση είναι το γεγονός πως περίπου 300.000 καταρτισμένων νέων ελλήνων έχουν εγκαταλείψει τη χώρα από το 2011 σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό.
Έσοδα: ένα φωτεινό σημείο
Η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τον στόχο πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος για το 2016 με μεγάλη διαφορά, χάρη εν μέρει σε μια αναπάντεχη βελτίωση στα έσοδα από φόρους. Όμως το ακριβές ποσό του πλεονάσματος – το οποίο εξαιρεί τις πληρωμές του χρέους – δε θα ανακοινωθεί πριν από το τέλος του Απριλίου.
Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι ένα φωτεινό σημείο σε μια κατά τα άλλα δυσοίωνη οικονομική εικόνα. Οικονομολόγοι στην Αθήνα είχαν προβλέψει πλεόνασμα περίπου 2% για το 2016, όμως ο Πιέρ Μοσκοβισί, ο επικεφαλής της ΕΕ επί των δημοσιονομικών, εξέπληξε τους αναλυτές την περασμένη εβδομάδα λέγοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πως έχει ξεπεράσει το 3% της εθνικής παραγωγής πέρυσι, είναι δηλαδή διπλάσιο του στόχου του 1,5%.
Οι αναλυτές λένε πως η διαφορά προήλθε από φορολογικές αυξήσεις, την αποτελεσματικότερη συλλογή φόρων και τις περαιτέρω περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Ο κ. Μοσκοβισί είπε πως το πλεόνασμα πιθανότατα θα πέσει φέτος στο 1,75%, προτού ανακάμψει ξανά ως το 3,5% το 2018, ξεπερνώντας τον στόχο του 3%.
Όμως κάποιοι αναλυτές είναι σκεπτικοί για τις πιθανότητες της Ελλάδας να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μεσοπρόθεσμα όπως απαιτούν οι πιστωτές.
«Η κυβέρνηση τα πήγε καλά με τη συλλογή των φόρων τον περασμένο χρόνο ουσιαστικά επειδή όλοι υπερ-φορολογήθηκαν» είπε ο Γκίκας Χαρδούβελης, καθηγητής στο Πανεπιστήμειο Πειραιά. «Όμως το κίνητρο αποφυγής των φόρων έχει γίνει τεράστιο λόγω της μεγάλης αύξησης στους φορολογικούς συντελεστές και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.»
Περισσότερες εκροές καταθέσεων
Νέες εκροές τραπεζικών καταθέσεων τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο έχουν ανησυχήσει τους αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας. Λιγότερο από δύο χρόνια έχουν περάσει από τότε που η κεντρική τράπεζα της Ελλάδας έκλεισε τα πιστωτικά ιδρύματα για τρεις εβδομάδες και επέβαλε κεφαλαιακούς ελέγχους για να αποτρέψει μια κατάρρευση του συστήματος. Οι έλεγχοι έχουν χαλαρώσει μόνο μερικώς.
Περίπου 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε καταθέσεις άφησαν τις τράπεζες τον Ιανουάριο, και άλλο 1 δισεκατομμύριο τον Φεβρουάριο. Το μεγαλύτερο μέρος από την επιχειρηματική πλευρά αναλήφθηκε από ιδιοκτήτες μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίοι φοβούνται παύση των συνομιλιών για το πρόγραμμα διάσωσης, η οποία θα πυροδοτούσε τραπεζική κρίση. Οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας έχουν τονίσει πως η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από το 2015, όταν η κυβέρνηση βρισκόταν παγιδευμένη σε μια εχθρική σύγκρουση με τους πιστωτές και μια ακούσια έξοδος από το ευρώ φαινόταν πιθανή.
Όμως κάποιοι έλληνες επιχειρηματίες παραμένουν δύσπιστοι. Ανησυχούν πως υπό τις υπάρχουσες τραπεζικές ρυθμίσεις της ΕΕ, καταθέσεις με περισσότερα από 100.000 μπορεί να υποστούν bail-in ύστερα από μια τραπεζική κατάρρευση, κάτι που θα επέφερε μεγάλο χτύπημα για τους πλουσιότερους έλληνες.
Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν αρκετό κεφάλαιο, όμως σημειώνουν αργή πρόοδο στην αντιμετώπιση του βάρους των μη εξυπηρετούμενων δανείων που φτάνουν σχεδόν το 50% του χαρτοφυλακίου τους. Η νομοθεσία που θα επιτάχυνε τη διαχείριση των NPL έχει καθυστερήσει όσο η κυβέρνηση εστιάζει στις διαπραγματεύσεις του προγράμματος διάσωσης.
«Οι ιδιοκτήτες μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων γνωρίζουν τους κινδύνους και παίρνουν προφυλάξεις» είπε ο κ. Παγουλάτος. «Αυτά τα χρήματα δε θα επιστρέψουν στις τράπεζες προτού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του προγράμματος.»