Οι Χριστιανοδημοκράτες πέτυχαν φέτος ήδη τρεις εκλογικές νίκες σε ισάριθμες αναμετρήσεις: στο Ζάαρ, το Σλέσβιχ-Χόλσταϊν και μόλις προ δυο ημερών στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία. Αρκετοί αναλυτές αντιμετωπίζουν την νυν καγκελάριο Α. Μέρκελ ήδη ως νικήτρια και των επικείμενων ομοσπονδιακών εκλογών του Σεπτεμβρίου. Το παράδειγμα του Μάρτιν Σουλτς όμως καταδεικνύει ότι στην πολιτική τέσσερις μήνες είναι ένα πολύ μεγάλο διάστημα στο οποίο μπορούν να συμβούν πολλά και, κυρίως, να υπάρξουν ανατροπές. Τον περασμένο Ιανουάριο και όταν ανακοινώθηκε η υποψηφιότητα του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την καγκελαρία, η δημοτικότητα του ιδίου και του κόμματός του εκτοξευόταν στα ύψη ενώ λίγο αργότερα ο ίδιος εξελέγη πανηγυρικά με 100% πρόεδρος του SPD. Η ευφορία δεν κράτησε πολύ. Τέσσερις μήνες μετά, οι Σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται και πάλι ηττημένοι κάτω από το ψυχολογικό όριο του 30%.
Ο ρόλος του NRW
Εξαρχής η Α. Μέρκελ δεν είδε με καλό μάτι τα περί “φαινομένου” Σουλτς. Στην πρόεδρο της CDU δεν αρέσουν οι ετικέτες και οι βαρύγδουποι χαρακτηρισμοί. Είναι μια “μέρα μεγάλης χαράς”, περιορίστηκε να δηλώσει τη Δευτέρα μετά τη νίκη του κόμματός της στην NRW. Ήταν μεν μια απροσδόκητη και εντυπωσιακή νίκη, εντούτοις για την ίδια όχι λόγος για ξέφρενους πανηγυρισμούς. Εάν η νίκη στην NRW οφείλεται και στην ίδια; “Πρόκειται για περιφερειακές εκλογές και προέχουν τα τοπικά ζητήματα”, επισήμανε η καγκελάριος, προσθέτοντας ότι έκανε ό,τι κάνει πάντα: στήριξε δηλαδή όσο μπορούσε τις περιφερειακές οργανώσεις της CDU. H CDU και ο βασικός της υποψήφιος Λάσετ έχουν λοιπόν την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο πολυπληθέστερο κρατίδιο της Γερμανίας, ωστόσο αυτό αναμένεται να είναι κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση. Ένας ενδεχόμενος συνασπισμός με τους Φιλελεύθερους θα είχε μια οριακή πλειοψηφία μόλις μιας έδρας. Και μπορεί ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας CDU και FDP να έστελνε και ένα ηχηρό μήνυμα ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών του Σεπτεμβρίου, λειτουργώντας ως προπομπός κυβερνητικής συνεργασίας των δυο κομμάτων και σε ομοσπονδιακό επίπεδο, για τον Λάσετ όμως μια κυβέρνηση με τόσο οριακή πλειοψηφία θα ήταν ένα αρκετά ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Ο χριστιανοδημοκράτης δεν ανήκει στους σκληροπυρηνικούς και δεν πρόκειται να γίνει. Όντας άνθρωπος χαμηλών τόνων αναζητεί την συναίνεση και όχι τη σκληρή αντιπαράθεση. Ο ρόλος της προσφυγικής κρίσης Ποιοι είναι όμως οι λόγοι της ξέφρενης αυτής ανοδικής πορείας της CDU η οποία είχε δει τα ποσοστά της να μειώνονται δραματικά εν μέσω της προσφυγικής κρίσης; Ο χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός της Σαξονίας-Άνχαλτ Ράινερ Χάσελοφ εκτίμησε ότι η εξέλιξη συνδέεται άρρηκτα με την προσφυγική πολιτική: “Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι κατά τους τελευταίους 12 μήνες διορθώσαμε εν μέρει την πολιτική μας”. Ο Χάσελοφ αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στην πολιτική των ανοικτών θυρών της Α. Μέρκελ το 2015, όταν η Γερμανία υποδεχόταν 800.000 πρόσφυγες. “Αυτό σημαίνει ότι δεν επιτρέπουμε να επαναληφθούν γεγονότα όπως εκείνα του 2015 και 2016 ενώ και η ίδια η καγκελάριος είπε ότι δεν επιτρέπεται να επαναληφτεί το 2015”. Η ίδια η Α. Μέρκελ δεν φαίνεται όμως να συμφωνεί με αυτή την ανάγνωση. Μπορεί να είπε ότι δεν θα πρέπει να επαναληφθεί το 2015, “αλλά αυτό δεν αναιρεί τις επιδόσεις του 2015”. Η καγκελάριος έχει κάνει λόγο για μια “συνεπή διαδικασία που κατέδειξε ότι το 2015 προσφέραμε κάτι εξαιρετικό”.
Το ζητούμενο τώρα, σύμφωνα με την ίδια, είναι η ενσωμάτωση. Οι Times του Λονδίνου εκτιμούν ωστόσο ότι “η μοίρα της καγκελαρίου θα εξαρτηθεί και από την εξέλιξη της προσφυγικής κρίσης το ερχόμενο καλοκαίρι. (…) Στον προεκλογικό αγώνα θα πρέπει να δαπανήσει πολλές δυνάμεις και χρόνο στο να προστατεύσει τα σύνορα ΕΕ και Γερμανίας από νέα μαζικά κύματα προσφύγων”. Σύμφωνα με την Α. Μέρκελ πάντως τα θέματα που θα κυριαρχήσουν στον προεκλογικό της αγώνα είναι τα εξής: θέσεις εργασίας του μέλλοντος (ψηφιοποίηση), εκπαίδευση, έρευνα, καινοτομία, δικαιοσύνη σε όλους τους τομείς, συνοχή της κοινωνίας, ενσωμάτωση μεταναστών και προσφύγων και το μέλλον της Ευρώπης. Ο αντικαγκελάριος Γκάμπριελ είχε προειδοποιήσει εξαρχής τους κομματικούς του συντρόφους να μην υποτιμήσουν την αρχική επιφυλακτικότητα έως και αδιαφορία που επέδειξε η Α. Μέρκελ όταν απογειωνόταν δημοσκοπικά το SPD λόγω Σουλτς. Η Μέρκελ είναι μια “προεκλογική μηχανή”, έχει πει ο πρώην πρόεδρος του