Η συμφωνία που επιτεύχθηκε την προηγούμενη εβδομάδα μεταξύ Ελλάδας και των πιστωτών της στην ευρωζώνη είναι κάτι το συνηθισμένο –και αυτό δεν είναι καλό. Αυτό το παρατεταμένο παιχνίδι “επέκτασης και προσποίησης” δεν εξυπηρετεί κανενός τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα: ούτε εκείνα της ελληνικής κυβέρνησης, του ΔΝΤ και κυρίως, του ελληνικού λαού.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης έχουν ξεκλειδώσει μια πληρωμή ύψους 8,5 δισ. ευρώ, στην πιο πρόσφατη δόση του σχεδίου διάσωσης αξίας 86 δισ. ευρώ. Αυτό θα επιτρέψει στην Αθήνα να καταβάλει τις πληρωμές των 7 δισ. ευρώ τον επόμενο μήνα. Το ΔΝΤ επέμενε προηγουμένως ότι αυτό το ερώτημα θα πρέπει να διευθετηθεί τώρα.
Είχε δίκιο, και θα έπρεπε να είχε επιμείνει σε αυτό. Η νέα συμφωνία δεν κατορθώνει να αναγνωρίσει αυτό που όλοι ξέρουν: ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο με τους σημερινούς όρους.
Σε μια προσπάθεια να προσποιηθεί κάτι άλλο, η Αθήνα έχει υποσχεθεί πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, και στη συνέχεια “υψηλότερα αλλά κοντά στο 2%” μέχρι το 2060. Είναι αλήθεια πως η ελληνική οικονομία πέτυχε υψηλότερο του αναμενόμενου πλεόνασμα πέρυσι. Καθώς η ευρωπαϊκή ανάκαμψη ανεβάζει ρυθμό, θα μπορούσαν να υπάρξουν πιο καλά δημοσιονομικά νέα. Αλλά η ιδέα ότι η Ελλάδα μπορεί να διατηρήσει αυτό το βαθμό δημοσιονομικού ελέγχου για τα επόμενα 40 χρόνια, είναι γελοίο.
Για παράδειγμα, κάποια στιγμή στις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, θα μπορούσε να υπάρξει άλλη μία ύφεση. Έχουν συμβεί και πιο περίεργα πράγματα.
Το πλήγμα στην αξιοπιστία του ΔΝΤ θα μπορούσε να αποδειχθεί μια μόνιμη ζημιά. Το Ταμείο υποδεικνύει την άρνησή του να εκταμιεύσει λεφτά σε αυτό το σημείο ως απόδειξη ότι μιλάει σοβαρά όταν λέει για ελάφρυνση χρέους. Ωστόσο παραμένει ένας εταίρος σε ένα project που, με βάση τη δική του ανάλυση, είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Θα έπρεπε να είχε πει, ως εδώ. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται τα λεφτά του ταμείου ή την ειδίκευσή του. Οι κυβερνήσεις ζητούν μόνο την έγκριση του Ταμείου –και θα έπρεπε να τους την είχε αρνηθεί.
Είναι σίγουρο, η ευρωζώνη έχει κάνει πολλά να στηρίξει την Ελλάδα από την έναρξη της κρίσης. Η Αθήνα έχει λάβει τρία προγράμματα διάσωσης, αξίας 326 δισ. ευρώ συνολικά. Η ευρωζώνη έχει επιτρέψει γενναιόδωρες περιόδους χάριτος για τα επίσημα δάνεια, έχει επεκτείνει τις περιόδους λήξης τους και έχει μειώσει τα επιτόκια. Ως αποτέλεσμα, οι αποπληρωμές χρέους της Ελλάδας είναι στην πραγματικότητα αρκετά διαχειρίσιμες για την ώρα.
Αλλά αυτό δεν θα κρατήσει. Η περίοδος χάριτος έρχεται στο τέλος της. καθώς τα επιτόκια αυξάνονται, το ίδιο κάνουν και οι αποπληρωμές χρέους. Τα διαρκή πρωτογενή πλεόνάσματα που απαιτούν οι πιστωτές θα συρρικνώσουν την οικονομία τόσο πολύ, που θα είναι αυτοκαταστροφικά, ακόμη και με στενούς δημοσιονομικούς όρους.
Όλα αυτά είναι κατανοητά. Η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα συμφωνία, που να προσφέρει ελάφρυνση χρέους με αντάλλαγμα την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις. Ίσως η ΕΕ να είναι πρόθυμη να συμφωνήσει σε αυτό τον επόμενο χρόνο, όταν λήξει το ισχύον πρόγραμμα. Αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην το προτείνει τώρα.