Ο βασικός στόχος είναι να συμφωνήσουν να φτάσουν σε κάποιου είδους συμφωνία προτού το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει επίσημα την ΕΕ στις 29 Μαρτίου 2019. Εάν αυτό δε συμβεί, το αποτέλεσμα θα είναι μια χαοτική έξοδος που θα είναι εξαιρετικά καταστροφική για το Ηνωμένο Βασίλειο, και αρκετά κακή και για την ΕΕ. Είναι ένα αχρείαστο ρίσκο. Ο τρόπος για να αποφευχθεί αυτό το χαώδες σενάριο είναι να στοχεύσουν σε μια μεταβατική συμφωνία που θα προσφέρει τον απαραίτητο χρόνο για να σχεδιαστεί η μακροπρόθεσμη σχέση.
Αναμφίβολα, η επίτευξη ακόμη κι αυτής της περιορισμένης βραχυπρόθεσμης συμφωνίας δε θα είναι εύκολη. Όμως είναι εφικτή, και κατά κάποιον τρόπο τα πρόσφατα γεγονότα μπορούν να βοηθήσουν.
Το άμεσο πρόβλημα της Μέι είναι πως δεν έχει αυτοδυναμία στο κοινοβούλιο. Για να περάσει την απαραίτητη νομοθεσία, θα χρειαστεί είτε να ενώσει το διχασμένο κόμμα της ή να συγκεντρώσει διακομματική υποστήριξη για την πρότασή της για το Brexit.
Αυτή τη στιγμή, το δεύτερο φαίνεται περισσότερο πιθανό. Με αυτόν τον στόχο, θα πρέπει να προτείνει στους Εργατικούς μια μεταβατική ρύθμιση, με βάση τη συμμετοχή στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Αυτό θα επιτρέπει τη συμμετοχή στην κοινή αγορά της ΕΕ, θα παρέχει «διαβατήριο» για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και άλλες πολύτιμες εμπορικές προτιμήσεις, όμως θα ενέχει επίσης ελεύθερη μετανάστευση από και προς τις χώρες της ΕΕ και θα αφήσει το Ηνωμένο Βασίλειο υπό τη δικαιοδοσία της ευρωπαϊκής νομοθεσίας με σχεδόν καμία πολιτική εκπροσώπηση.
Αυτή είναι μια συνταγματικά μη ελκυστική και μακροπρόθεσμα αδιανόητη ρύθμιση – όμως εφικτή σε βραχυπρόθεσμη βάση, και σίγουρα καλύτερη από μια άτακτη έξοδο. Η Μέι δε θα μπορούσε να ενώσει ποτέ το κόμμα της πίσω από αυτήν τν ιδέα: οι σκληροπυρηνικοί ευρωσκεπτικιστές του Συντηρητικού κόμματος θα είχαν συλλογικό κλονισμό και μόνο στη σκέψη. Εδώ είναι που μπαίνει ο Κόρμπιν.
Η αντιπολίτευση των Εργατικών θα μπορούσε και πρέπει να στηρίξει μια πρόταση αυτού του είδους. Άλλωστε, αποτελεί εκδοχή του μαλακότερου Brexit που υποστηρίζουν αόριστα τα μέλη της – μια προσέγγιση που έχει σε προτεραιότητα την οικονομική σταθερότητα με τίμημα την ανάκτηση λιγότερης εθνικής κυριαρχίας από την ΕΕ, ιδιαίτερα στο θέμα της μετανάστευσης. Ο Κόρμπιν θα μπορούσε να το παρουσιάσει ως νίκη αυτό στους υποστηρικτές του, και θα ήταν. Η Μέι θα μπορούσε να σφίξει τα δόντια και να το επιτρέψει, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη για εθνική ενότητα.
Όμως πώς θα αντιδρούσε η Ευρώπη σε μια τέτοια προσέγγιση; Μέχρι πρόσφατα, η ΕΕ μπορεί να τη θεωρούσε υπερβολικά ήπια, παρ’ ότι θα ελαχιστοποιούσε τους κινδύνους για τις δικές της οικονομίες. Ωστόσο, η επιθυμία να τιμωρήσει τους βρετανούς για την εξέγερσή τους μπορεί να υποχωρεί. Η εκλογική ταπείνωση της Μέι, ακολουθώντας τη συντριβή του Ντέιβιντ Κάμερον, μπορεί να θεωρηθεί αρκετή τιμωρία. Ακόμη και χωρίς περαιτέρω αντίποινα, το Brexit φαίνεται όλο και λιγότερο ελκυστικό μοντέλο για τους υπόλοιπους.
Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου παραπαίει, με αυξανόμενο πληθωρισμό και επιβραδυνόμενη ανάπτυξη: το τίμημα του Brexit μπορεί να είναι ο στασιμοπληθωρισμός. Την ίδια στιγμή, η αυτοπεποίθηση της Ευρώπης είναι σε άνοδο. Οι περισσότερες οικονομίες τη επιτέλους τα πηγαίνουν καλύτερα. Οι λαϊκιστικές εξεγέρσεις αποκρούστηκαν στη Γαλλία και την Ολλανδία και βρίσκουν εμπόδια στην Ιταλία. Η εντυπωσιακή επιτυχία του Εμανουέλ Μακρόν και του νέου κόμματός του στις γαλλικές εκλογές δείχνει να προοιωνίζεται μια νέα εποχή ευρωπαϊκής προόδου και μεταρρύθμισης. Δεν υπάρχει ανάγκη η πολιτική της ΕΕ να κρατήσει αμυντική στάση σε σχέση με το Brexit.
Αναμφίβολα, η Βρετανία είναι σε μπελάδες. Όμως υπάρχει μια θετική πλευρά. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ταπείνωση της Μέι κάνει τον συμβιβασμό με τον Κόρμπιν απαραίτητο. Στην ΕΕ, ο θρίαμβος του Μακρόν κάνει τη γενναιοδωρία προς το Ηνωμένο Βασίλειο εφικτή. Κάπου εκεί υπάρχει μια διέξοδος από αυτό το χάος.