Η Κίνα εργάζεται σκληρά για να πείσει τον πλανήτη ότι δεν υπάρχει μια χρηματοπιστωτική κρίση στα σκαριά που περιμένει να ξεσπάσει. Κρίνοντας από τα τελευταία στοιχεία για το διασυνοριακό δανεισμό, οι τράπεζες το χάβουν.
Η συνολική έκθεση των ξένων τραπεζών στην Κίνα έφτασε τα 750 δισ. δολάρια τον Ιούνιο του 2017, από 659 δισ. δολάρια έναν χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών. Υπάρχει μεγάλη διαφορά σε σχέση με μερικά χρόνια πριν, όταν οι τράπεζες απέσυραν δεκάδες δισεκατομμύρια επειδή ανησυχούσαν ότι ο συνδυασμός του υψηλού χρέους, των υπερβολικών επενδύσεων και της επιβραδυνόμενης ανάπτυξης θα ξεσήκωνε κύμα χρεοκοπιών. Ιδού με τι μοιάζει:
Τι άλλαξε; Καταρχάς, η οικονομία της Κίνας (τουλάχιστον σύμφωνα με τα ύποπτα χαλαρά επίσημα στοιχεία) έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική από ό, τι αναμενόταν: ο ρυθμός ανάπτυξης έχει επιταχυνθεί από το χαμηλό του 6,7% στα μέσα του 2016 και οι αναλυτές έχουν αναβαθμίσει τις προβλέψεις τους για το 2018. Ίσως ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι οι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν διαφημίσει τη δέσμευσή τους να ελέγξουν το χρέος και να συγκρατήσουν την υπερθερμασμένη αγορά ακινήτων.
Τούτου λεχθέντος, είναι παράξενο που οι τράπεζες πιστεύουν ότι η Κίνα θέτει υπό έλεγχο το χρέος παρά το γεγονός ότι παρέχουν περισσότερο από αυτό. Παρότι η συσσώρευση έχει επιβραδυνθεί σε ορισμένους τομεία, το χρέος έχει εκτιναχθεί στα νοικοκυριά και αλλού. Βάσει ενός μέτρου πρόωρης προειδοποίησης -τη διαφορά μεταξύ της σημερινής και της μακροπρόθεσμης πιστωτικής επέκτασης νοικοκυριών και των επιχειρήσεων- η Κίνα και το Χονγκ Κονγκ εξακολουθούν να είναι μακράν οι πιο επικίνδυνες χώρες που παρακολουθεί η BIS. Ακολουθεί η κατάταξη των 10 πιο επικίνδυνων χωρών:
Δεδομένης της επιρροής της κυβέρνησης στις αγορές και την οικονομία, είναι δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα εξελιχθούν τα ρίσκα της Κίνας. Αυτό και μόνο δεν πρέπει να κάνει τις τράπεζες που αυξάνουν την έκθεσή τους εκεί να αισθάνονται άνετα.