Σε αυτό που πολλοί θεωρούν την πιο σημαντική συνεδρίαση της χρονιάς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να ανακοινώσει την Πέμπτη τα σχέδιά της για τη διαχείριση των ισολογισμών του 2018.
Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής ελπίζουν να μιμηθούν την Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Αμερικής παρουσιάζοντας ένα σχέδιο που όχι μόνο θα πετυχαίνει τη σωστή ισορροπία για την οικονομία, αλλά θα το κάνει χωρίς να διαταράξει τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η πρόκληση είναι ότι οι συνολικές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες της ευρωζώνης είναι πολύ πιο περίπλοκες από εκείνες των ΗΠΑ. Και αυτό έχει σημασία πέρα από την Ευρώπη, δεδομένου ότι οι γερμανικές αποδόσεις, συγκεκριμένα, μπορούν να επηρεάσουν άλλα κρατικά ομόλογα, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών ομολόγων αμερικανικών κρατικών ομολόγων, καθώς και τις νομισματικές αγορές και τη συνολική χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Το πιο πιθανό αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ είναι η συγκεκριμένη καθοδήγηση των αγορών σχετικά με μια πολύ σταδιακή μείωση των μηνιαίων αγορών στοιχείων ενεργητικού, σε συνδυασμό με μια αμφίδρομη επιλογή για την εξυπηρέτηση των προοπτικών τόσο ρευστών όσο και αβέβαιων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Πρώτον, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περικοπή κατά περίπου το ήμισυ του σημερινού ρυθμού των μηνιαίων αγορών ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ, μαζί με περισσότερα μηνύματα ότι η επιτυχής εφαρμογή και οι ακόλουθες επιδιορθώσεις του ισολογισμού θα χρειαστεί να προηγηθούν κάθε αύξησης στα ακόμη αρνητικά επιτόκια.
Αναγγέλλοντας αυτή την καθοδήγηση, η ΕΚΤ ελπίζει να ακολουθήσει την Fed στην πορεία μιας «όμορφης εξομάλυνσης» των πολιτικών μετά από μια απροσδόκητα μακρά περίοδο στήριξης με μη συμβατικά μέτρα. Το λιγότερο, αυτό απαιτεί από την τράπεζα να επιτύχει μια ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ μιας μετρημένης εξόδου και της διατήρησης της ευελιξίας πολιτικής. Και αυτή η ισορροπία μπορεί να είναι εγγενώς δυσκολότερη να επιτευχθεί για τη ζώνη του ευρώ.
Τρία βασικά στοιχεία βοηθούν την ΕΚΤ, καθώς αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους από αλλού: αξιοσημείωτη μείωση της απειλής του αποπληθωρισμού, ανάκαμψη σε δείκτες ανάπτυξης σε όλο τον κόσμο, αυξημένη αναγνώριση των κινδύνων παράπλευρων ζημιών και ακούσιων συνεπειών που συνδέονται με την παρατεταμένη εξάρτηση από μη συμβατικές πολιτικές.
Ωστόσο, και ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, η ζώνη του ευρώ είναι λιγότερο προχωρημένη στην οικονομική της ανάκαμψη, τόσο από κυκλική άποψη όσο και από πλευράς ανάπτυξης διαρθρωτικών ριζών για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς. Η ανατίμηση του ευρώ τους τελευταίους μήνες προστίθεται στις προκλήσεις της ανάπτυξης και του χαμηλού πληθωρισμού, όπως και η ανάγκη της ΕΚΤ να δημιουργήσει ένα μείγμα πολιτικών που έχει νόημα για τη συντριπτική πλειονότητα των διαφορετικών οικονομικά και χρηματοπιστωτικά 19 κρατών μελών της.
Το πολιτικό πλαίσιο είναι επίσης πιο περίπλοκο. Η ΕΚΤ έχει δεχτεί πιέσεις από τα μέλη της στη βόρεια Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, για να αποσύρει τα μέτρα ενίσχυσης και να αποφύγει όσα θεωρούν ως ιδιαίτερα διαστρεβλωτική επιρροή στην αγορά. Τα νότια μέλη της, ωστόσο, ευνοούν παρατεταμένη ενίσχυση για να βοηθήσει μια ανάκαμψη που μόλις πρόσφατα άρχισε να δημιουργεί σοβαρή δυναμική. Αυτές οι ανταγωνιστικές απόψεις λέγεται ότι εκδηλώνονται πίσω από κλειστές πόρτες στις συζητήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το διακύβευμα μιας όμορφης εξομάλυνσης της ΕΚΤ δεν περιορίζεται στα μέλη της κεντρικής τράπεζας. Εκτείνεται πολύ πέρα από τη ζώνη του ευρώ, δεδομένου του δυνητικού αντίκτυπου στις παγκόσμιες αποδόσεις και τη σταθερότητα των αγορών συναλλάγματος.
Δεν είναι επίσης σαφής ο βαθμός στον οποίο η παγκόσμια οικονομία και οι αγορές στο σύνολό τους μπορούν να πλοηγηθούν όχι σε μία, αλλά σε δύο ταυτόχρονες ομαλοποιήσεις πολιτικών από κεντρικές τράπεζες με συστημική σημασία – πόσο μάλλον με την πιθανότητα της Τράπεζας της Ιαπωνίας και της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας να ακολουθήσουν την ίδια πορεία.
Η εξέταση του πλήρους αντίκτυπου της συνεδρίασης της ΕΚΤ την Πέμπτη θα χρειαστεί χρόνο. Η επιτυχία θα αποδειχθεί συνάρτηση περισσότερων στοιχείων από το ίδιο το περιεχόμενο της πολιτικής και το άνοιγμα της τράπεζας στις διορθώσεις πορείας εάν χρειαστεί. Θα εξαρτηθεί επίσης από το τι κάνουν οι άλλοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις αναπτυξιακές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική κατεύθυνση, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο η γενική πολιτική επηρεάζει μια παγκόσμια οικονομία που εξακολουθεί να αναζητά ένα ισχυρότερο μοντέλο ανάπτυξης και επιδιώκει να μειώσει τους κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που συνδέονται με τις αυξημένες τιμές των περιουσιακών στοιχείων που, με την πλούσια κεντρικοτραπεζική και εταιρική ρευστότητα, έχουν αποσυνδεθεί από τα θεμελιώδη στοιχεία.