Μεταξύ των σκανδάλων για σεξ, μυστικές συναντήσεις, πολιτικούς δωρητές και τη βασιλική οικογένεια, η κυβέρνηση λιώνει.
Το λένε οι ίδιες οι εφημερίδες της χώρας. Την Πέμπτη, οι Times έφεραν ως επικεφαλίδα στην πρώτη σελίδα ότι «Οι Βρυξέλλες ετοιμάζονται για την πτώση της κυβέρνησης της Τερέζα Μέι» – αυτό προτού συμπληρώσει μισό χρόνο στην κυβέρνηση.
Όπου η βρετανική δημοσιογραφία αποτυγχάνει να μεταδώσει τις διαστάσεις του χάος, οι ξένοι δημοσιογράφοι συμπληρώνουν. Ο Στίβεν Ερλάνγκερ των New York Times δήλωσε στους αναγνώστες του στις αρχές Νοεμβρίου ότι η χώρα «δεν κατευθύνεται πουθενά, ενώ στο κατάστρωμα έχει ξεσπάσει πυρκαγιά και ο καπετάνιος – η καημένηΤερέζα Μέι – είναι δεμένη στο κατάρτι, χωρίς την εξουσία να αποφασίσει να στρίψει αριστερά ή δεξιά». Ο ιρλανδός συγγραφέας Φίνταν Ο’Τουλ γράφει ότι «το Brexit τροφοδοτείται από φαντασιώσεις της ‘Αυτοκρατορίας 2.0’, μια ανακατασκευασμένη παγκόσμια εμπορική αυτοκρατορία στην οποία οι παλιές αποικίες θα επανασυνδεθούν με τη μητρική χώρα».
Το πρώτο από αυτά, είναι υπερβολικό. Το δεύτερο είναι παράλογο. Κανείς παρά ένας πραγματικός φαντασιόπληκτος δε θα πίστευε ότι η αυτοκρατορία μπορεί να ανασυσταθεί, θα επιθυμούσε να το κάνει. Όμως, το schadenfreude είναι πολύ ελκυστικό συναίσθημα για να το αγνοήσει κανείς, μια ευκαιρία να πληρώσει το Ηνωμένο Βασίλειο για την υπεροψία του σε άλλες χώρες που θεωρεί λιγότερο καλά κυβερνημένες από το ίδιο.
Το πραγματικό ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση της Μέι μπορεί να επιβιώσει. Και τι θα γίνει αν δεν μπορεί;
Το σημερινό χάος είναι το αποτέλεσμα της λειτουργίας της δημοκρατίας, που αποφάσισε να ανοίξει τις πύλες στους βάρβαρους. Οι βάρβαροι είναι οι δυνάμεις που οι κατεστημένοι πολιτικοί προσπαθούν να κρατήσουν έξω από τα τείχη. Τώρα, έχουν εισβάλει. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η εισβολή καθοδηγείται από τον Ντόναλντ Τραμπ: οι βάρβαροί του είναι αυτοί που παίρνουν στα σοβαρά τις υποσχέσεις του να «στραγγίσει τον βάλτο» (της Ουάσινγκτον) και να «βάλει πρώτη την Αμερική» (με την αποδέσμευσή της από πολλά από αυτά που κατανοούνται από την παγκοσμιοποίηση).
Οι βάρβαροι της Βρετανίας έχουν παραβιάσει τα τείχη και των δύο μεγάλων κομμάτων. Η δύναμη των Εργατικών καθοδηγείται τώρα από μια ομάδα ακραίων αριστεριστών, συγκεντρωμένη γύρω από την εικόνα του Τζέρεμι Κόρμπιν, ενός ανθρώπου που πιστεύει στη δημοσιοποίηση μεγάλου μέρους της οικονομίας, έχει υποστηρίξει και επαινέσει τον IRA, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, και ζητά ο πρώην Εργατικός ηγέτης, Τόνι Μπλερ, να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου. Ο Κόρμπιν και οι συνάδελφοί του ριζοσπαστικοί βουλευτές ήταν ελάχιστα ανεκτοί από τους υπόλοιπους κοινοβουλευτικούς συναδέλφους τους, όμως, όταν διεκδίκησε την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος το 2015, μια ξαφνική άνοδος υποστήριξης από κυρίως νεαρά μέλη του κόμματος τον εκτόξευσε, αναπάντεχα, στην ηγεσία. Οι βάρβαροι εισέρευσαν μαζικά. Η απροσδόκητα καλή επίδοση του κόμματος στις γενικές εκλογές αυτό το καλοκαίρι επιβεβαίωσε ότι ήταν εντός των τειχών και πως θα μείνουν εκεί.
Οι συντηρητικοί βάρβαροι είναι εκείνοι που μισούν τη συμμετοχή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κοινοβουλευτική βάρβαρη ομάδα – μια μειοψηφία – μαστίζει την ηγεσία: ο Τζον Μέιτζορ, πρωθυπουργός από το 1991-1997, τους αποκάλεσε, αγνοώντας ένα ανοιχτό μικρόφωνο, «μπάσταρδους». Η δύναμή τους ανάγκασε τον Ντέιβιντ Κάμερον, πρωθυπουργό από το 2010-2016, στην μοιραία απόφαση να θέσει το θέμα της παραμονής στην ΕΕ σε δημοψήφισμα. Έχασε, και έτσι οι νικηφόροι βάρβαροι κληρονόμησαν το κόμμα.
Δεν ήταν, ωστόσο, ένας από αυτούς που έγινε πρωθυπουργός. Αυτή ήταν η «καημένη Τερέζα Μέι», μια μη ενθουσιώδης υποστηρίκτρια της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία κέρδισε την ηγεσία του κόμματος από δύο Brexiteers, αλλά αποδέχτηκε πλήρως ότι ο λαός είχε μιλήσει και ότι η βρετανική έξοδος από την ΕΕ θα προχωρούσε.
Σε αυτήν την επιδίωξη, μια θάλασσα από προβλήματα την έχει κατακλύσει, εκείνη και τη χώρα. Πολλοί στο γραφείο της δεν είναι Brexiteers. Πιστεύουν ότι η έξοδος είναι ανόητη και επιδιώκουν να παρατείνουν την περίοδο αποχώρησης από την Ένωση, προκειμένου να δώσουν περισσότερο χρόνο στις βρετανικές επιχειρήσεις για να προετοιμαστούν για τις νέες συνθήκες. Τα τρία μέλη του υπουργικού συμβουλίου που ασχολούνται περισσότερο με το Brexit συμπεριλαμβάνουν τον Μπόρις Τζόνσον, τον απρόβλεπτο υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος αντιτίθεται έντονα στον επιφυλακτικό υπουργό Οικονομικών, τον Φίλιπ Χάμμοντ, έναν Remainer, σχετικά με το χρονοδιάγραμμα της αποχώρησης. Ο Ντέιβιντ Ντέιβις, ο κύριος διαπραγματευτής με την ΕΕ για τους όρους του Brexit, ονομάστηκε ηλίθιος, τεμπέλης και «ματαιόδοξος όσο ο Νάρκισσος» από τον πρώην διευθυντή της εκστρατείας της εκστρατείας «Vote Leave», υποτιθέμενος σύμμαχος. Τα ανώτερα στρώματα του κυβερνώντος κόμματος είναι δολοφονικά.
Εν πάση περιπτώσει, οι διαπραγματεύσεις πάνε άσχημα. Ο διαπραγματευτής της ΕΕ, Μισέλ Μπαρνιέ, επέμεινε σε ένα άκαμπτο χρονοδιάγραμμα που δεν βολεύει το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ θέματα όπως το ποσό που πρέπει να πληρώσει το Ηνωμένο Βασίλειο πριν από την αναχώρησή του παραμένουν εμπόδια της προόδου.
Η θάλασσα έχει γίνει πολύ πιο δύσκολη μετά από ένα αυξανόμενο σκάνδαλο σεξουαλικής παρενόχλησης που οδήγησε στην παραίτηση του υπουργού Άμυνας Μάικλ Φάλον. Ο Ντάμιαν Γκριν, ουσιαστικά ο αναπληρωτής πρωθυπουργός, καταπολεμά τους ισχυρισμούς περί παρενόχλησης και της «ακραίας πορνογραφίας» που λέγεται ότι βρέθηκε στον κοινοβουλευτικό υπολογιστή του.
Τα σκάνδαλα πολλαπλασιάζονται, συνήθως εμφανίζονται στην κορυφή των τηλεοπτικών δελτίων και στις πρώτες σελίδες. Μια απροκάλυπτη παρατήρηση του υπουργού Εξωτερικών Τζόνσον μπορεί να έχει παρατείνει την ποινή φυλάκισης της Ναζανίν Ζαγκάρι Ράτκλιφ, βρετανίδας υπηκόου που φυλακίστηκε στο Ιράν για κατασκοπεία, ισχυριζόμενος εσφαλμένα ότι εκπαίδευε δημοσιογράφους εκεί. Ο Λόρδος Άσκροφτ, ένας μεγάλος δωρητής των Συντηρητικών, αποκαλύφθηκε στα διαρρεύσαντα «Paradise Papers» πως φυλάσσει ένα μεγάλο μέρος του πλούτου σε offshore.
Δεν ήταν μόνος: τόσο η βασίλισσα όσο και ο γιος της, ο πρίγκιπας Κάρολος, αποκαλύφθηκαν στη διαρροή ότι είχαν επωφεληθεί από φορολογικά καταφύγια.
Την ίδια εβδομάδα, η υπουργός Διεθνούς Ανάπτυξης Πρίτι Πατέλ αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν διαπιστώθηκε ότι απέκρυψε σειρά συναντήσεων με υπουργούς του Ισραήλ χωρίς τη γνώση του Υπουργείου Εξωτερικών ή της πρωθυπουργού. Η αντικαταστάτης της Πατέλ- Πένι Μορντώ – έπρεπε να είναι, όπως και εκείνη, αποφασισμένη Brexiteer. Η Μέι δεν έχει την ελευθερία να επιλέξει με βάση τις ικανότητες, μόνο με βάση τη συμφωνία.
Η πρωθυπουργός είναι σαφώς αδύναμη από τότε που σχεδόν έχασε τις εκλογές από τους Εργατικούς. Το μέγεθος της αποστολής – η αποσύνδεση εκατοντάδων κανονισμών, νόμων και συμφωνιών, δημιουργώντας νέες εμπορικές σχέσεις, εμποδίζοντας την υποχώρηση του χρηματοπιστωτικού τομέα από το City του Λονδίνου, προσελκύοντας νέες και διατηρώντας εδραιωμένες επενδύσεις και αντιμετωπίζοντας τους Σκωτσέζους εθνικιστές που εξακολουθούν να απειλούν με νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία – απαιτεί δύναμη και εμπιστοσύνη.
Κανένα από τα δύο δεν είναι εμφανές. Η υπόθεση της αδυναμίας είναι τέτοια που οι εικασίες σχετικά με το ποιος θα μπορούσε να αντικαταστήσει τη Μέι ως πρωθυπουργός είναι ένα καθημερινό παιχνίδι. Τα περισσότερα στοιχήματα αφορούν τον Μάικλ Γκοβ, τον υπουργό περιβάλλοντος και πρώην δημοσιογράφο – έξυπνος, ευκίνητος και Brexiteer, αλλά θα κληρονομούσε τα ίδια προβλήματα που η Μέι αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει. Εάν οι Συντηρητικοί χάσουν την πλειοψηφία τους στη Βουλή των Κοινοτήτων μέσω ψήφου εμπιστοσύνης, θα αναγγελθούν νέες εκλογές – με το αριστερό Εργατικό Κόμμα, με τα σημερινά στοιχεία δημοσκόπησης, να είναι φαβορί. Η χώρα θα ήταν τότε ακόμη πιο βαθιά διχασμένη από πριν.
Αυτή είναι η βαρβαρική διακυβέρνηση, γνωστή και ως δημοκρατία. Δεκάδες εκατομμύρια στον δημοκρατικό κόσμο βιώνουν ανασφάλεια, στάσιμο εισόδημα ή φόβο μαζικής μετανάστευσης – μερικές φορές όλα αυτά. Έχουν επιλέξει να ψηφίσουν υπέρ των βαρβάρων, επειδή οι πολιτισμένοι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονταν, όπως νόμιζαν, ή τουλάχιστον δεν ανταποκρίνονταν. Όσο άβολα, ακόμη και επικίνδυνα, κι αν είναι τα αποτελέσματα, οι κανόνες με τους οποίους ζουν τα κράτη που προσφέρουν πολιτική επιλογή πρέπει να σέβονται αυτές τις ψήφους. Και να ελπίζουν ότι θα κερδίσει ο πολιτισμός, ακόμη και μεταξύ των βαρβάρων.