Θα ήταν καλό αν η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν υγιής. Δυστυχώς, υποφέρει από βαθιές αδυναμίες. Το Brexit είναι πιθανό να τις φέρει περισσότερο στην επιφάνεια.
Οι βραχυπρόθεσμες οικονομικές επιδόσεις του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ήδη απογοητευτικές. Η έκθεση παγκόσμιας οικονομικής προοπτικής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου προβλέπει αύξηση της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου φέτος και τον επόμενο χρόνο κατά 1,7 και 1,5% αντίστοιχα, γεγονός που θα το έφερνε κοντά στον πάτο της κατάταξης της ΕΕ. Το 2018, μόνο η Ιταλία θα ήταν (οριακά) κάτω από αυτό. Ωστόσο, αυτή η επιβράδυνση δε σχετίζεται με τις μακροπρόθεσμες οικονομικές ελλείψεις, όπως αποδεικνύει η ενδιάμεση έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής Δικαιοσύνης του Ινστιτούτου Δημόσιας Πολιτικής στο Λονδίνο.
Πού οφείλεται;
Οι συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης ήταν καταστροφικές. Παρά τα πλεονεκτήματα μιας ευέλικτης συναλλαγματικής ισοτιμίας και νομισματικής και δημοσιονομικής αυτονομίας, η ανάκαμψη ήταν η πιο αδύναμη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το πραγματικό μέσο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών είναι μόλις 5% υψηλότερο από το 2007. Και πάλι, μεταξύ 2007 και 2016, οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν 10,6% στη Γερμανία και 6,4% κατά μέσο όρο στα μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης . Αλλά, στο Ηνωμένο Βασίλειο, μειώθηκαν κατά 2,6%. Μόνο η Ελλάδα, το Μεξικό και η Πορτογαλία είχαν χειρότερη επίδοση σε πραγματικούς μισθούς.
Έχει δημιουργηθεί επίσης ένα σημαντικό χάσμα γενεών. Οι ηλικίας 22-39 ετών παρουσίασαν πτώση των πραγματικών αποδοχών κατά 10% μεταξύ του 2007 και του 2017. Χτυπήθηκαν επίσης από την άνοδο στις μέσες τιμές ακινήτων, από 3,6 φορές το μέσο ετήσιο εισόδημα πριν από 20 χρόνια σε 7,6 φορές σήμερα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 25-34 ετών που βάζουν υποθήκη μειώθηκε απότομα, από 53% σε 35%.
Η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου παραμένει η πλέον περιφερειακά χωρισμένη στην Ευρώπη. Το εσωτερικό Λονδίνο είναι η πλουσιότερη περιοχή στην Ευρώπη. Οι υπόλοιπες περιοχές (εκτός από το υπόλοιπο Λονδίνο και νοτιοανατολικά) είναι πολύ φτωχότερες, ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία έχουν περιοχές φτωχότερες από τις φτωχότερες του Ηνωμένου Βασιλείου. Το κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν έχει επίσης επανακτήσει τα επίπεδα πριν από την κρίση μόνο στο Λονδίνο και στα νοτιοανατολικά.
Επιπλέον, ενώ το ιστορικό απασχόλησης του Ηνωμένου Βασιλείου είναι καλό, η μερική απασχόληση είναι σχετικά υψηλή και διάφορες κατηγορίες ανασφαλών εργασιών έχουν αυξηθεί σημαντικά. Το 2016, για παράδειγμα, το 2,8 τοις εκατό όλων των απασχολουμένων ήταν σε συμβάσεις μηδενικών ωρών, από 0,6 τοις εκατό το 2007. Πρέπει να είναι δύσκολο για τους ανθρώπους που εργάζονται με τέτοιες συμβάσεις να έχουν μεγάλο έλεγχο της ζωής τους.
Το επίπεδο ανισότητας του Ηνωμένου Βασιλείου είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Ενώ η συνολική ανισότητα δεν έχει αυξηθεί πολύ τις τελευταίες δεκαετίες (σε αντίθεση με τις ΗΠΑ), η αμοιβή στην κορυφή έχει εκτοξευθεί προς τα πάνω: πριν από 30 χρόνια, τα ανώτατα στελέχη εταιρείας πληρώνονταν περίπου 20 φορές τον μισθό του μέσου εργαζόμενου. Ο λόγος είναι τώρα 150 φορές. Οι άνθρωποι μπορεί να αναρωτιούνται, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδόσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, τι έχουν κάνει αυτοί οι επιχειρηματίες για να δικαιολογήσουν τέτοιες τεράστιες αυξήσεις.
Θα μπορούσαν επίσης να επισημάνουν το γεγονός πως η μέση παραγωγικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου ανά ώρες εργασίας είναι από τις χαμηλότερες μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος και, ακόμα χειρότερα, η παραγωγικότητα έχει μείνει επίπεδη μετά την κρίση. Και για τα δύο μέτρα, η απόδοση είναι αρκετά κοντά στην Ιταλία. Αυτή η κακή απόδοση στην παραγωγικότητα αντανακλά εν μέρει την εξαιρετικά μεγάλη (και αυξανόμενη) σειρά κακών επιδόσεων.
Τέλος, αλλά εξίσου σημαντικό, σε αυτόν τον κατάλογο των ελλείψεων, οι επενδύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου είναι εξαιρετικά αδύναμες για τα πρότυπα συγκρίσιμων χωρών και τείνουν να μειώνονται ως ποσοστό του ΑΕΠ επί τρεις δεκαετίες. Οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη είναι επίσης σχετικά αδύναμες. Αυτό, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, αντανακλά διεστραμμένα κίνητρα, τα οποία ανταμείβουν τη διοίκηση για το κατά πόσο αυξάνουν βραχυπρόθεσμα τις τιμές των μετοχών και όχι αν βελτιώνουν τη μακροπρόθεσμη απόδοση των εταιρειών.
Αυτή δεν είναι μια δυναμική και υγιής οικονομία ικανή να αντέξει το σοκ της ουσιαστικά χειρότερης πρόσβασης στις σημαντικότερες αγορές της. Είναι παράλογο να υποστηρίξουμε κάτι διαφορετικό. Η περιφρόνηση που πολλοί πολιτικοί στα δεξιά φαίνεται να αισθάνονται για τους ευρωπαίους ομολόγους του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ιδιαίτερα ανάρμοστη. Πολιτικές που στοχεύουν στη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων είναι απαραίτητες, κυρίως επειδή η οικονομική απογοήτευση πρέπει να ήταν μεταξύ των λόγων για την ψήφο του Brexit. Ωστόσο, το σοκ του Brexit, σε συνδυασμό με τις υποκείμενες αδυναμίες του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι πιθανό να καταστήσει την απογοήτευση για πολλούς ακόμα πιο έντονη.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ξεκινήσει ένα επικίνδυνο ταξίδι σε μια τρύπια βάρκα. Πρέπει να προσέξει να μη βουλιάξει.