Ωστόσο, ακόμα και όταν η ημερομηνία λήξης (20 Αυγούστου) του προγράμματος στήριξης της Ελλάδας ξεκινάει, η Αθήνα γνωρίζει ότι οι επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες όσον αφορά τον καθορισμό των σχέσεων με τους πιστωτές της και την κλίμακα του χρέους της για τα επόμενα χρόνια, αν όχι δεκαετίες.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης συγκεντρωθηκαν στην Σόφια την Παρασκευή για να προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις που υποτίθεται ότι θα δώσουν μια πολιτική συμφωνία τον Ιούνιο σχετικά με ένα “πακέτο εξόδου” για την Ελλάδα. Σκοπός τους είναι να διασφαλίσει την ομαλή επιστροφή της χώρας σε μία σχετικά φυσιολογική οικονομική αγορά, όπως καθίσταται και στα περισσότερα έθνη.
Αυτό όμως θα απαιτήσει από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης να αντιμετωπίσουν κάτι που απεφευγαν εδώ και χρόνια: τι ποσοστά ελάφρυνσης του χρέους θα επιτραπούν στην Αθήνα.
Η ευρωζώνη «έφτασε σε μια σημαντική στιγμή», δήλωσε στους δημοσιογράφους της Financial Times, ο Bruno Le Maire, υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας. “Πρέπει τώρα να αρχίσουμε να συλλογιζόμαστε για το μέλλον και τα μέτρα του χρέους.”
Η Ελλάδα παλεύει υπό το βάρος των 248 δισ. ευρώ που χρωσταέι στην ευρωζώνη και το ΔΝΤ, και το ζήτημα της ανακούφισης από κάποιο από αυτά τα χρέη έχει καταστήσει τη Γερμανία και τους συμμάχους της στη βόρεια Ευρώπη ενάντια σε άλλα μέλη της ευρωζώνης.
Έχει επίσης δυσκολέψει την ευρωζώνης, στην προσπάθεια της να κάνει το ΔΝΤ να πάρει έναν πλήρες ρόλο στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης – το τρίτο από τότε που η χώρα βυθίστηκε στην οικονομική αναταραχή το 2010, και η πρώτη χωρίς τη χρηματοοικονομική συμμετοχή του ταμείου.
Το κοινοβούλιο της Γερμανίας συμφώνησε να στηρίξει το τωρινό σχέδιο διάσωσης ύψους 86 δισ. Ευρώ, το οποίο συζητήθηκε από τους ηγέτες της ΕΕ το 2015, υπό την προϋπόθεση ότι το ΔΝΤ θα συνέχιζε τη συμφωνία του. Ωστόσο, αν και το ταμείο έχει συμμετάσχει σε αποστολές επιτήρησης στην Ελλάδα, έχει ζητήσει από τις κυβερνήσεις να παράσχουν μεγαλύτερη σαφήνεια στην ελάφρυνση του χρέους προτού προβεί σε οικονομική δέσμευση.
Οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης εργάζονται επί μήνες για να εξασφαλίσουν ότι η Ελλάδα – όπου το συνολικό δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 180% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος – μπορεί να παραμείνει διαχειρισιμο.
Το επίκεντρο των σχεδίων ελάφρυνσης του χρέους των πιστωτών είναι ένας «δυναμικός» μηχανισμός που θα συνδέσει τις αποπληρωμές του χρέους της Ελλάδας με τις οικονομικές της επιδόσεις. Η λογική είναι απλή. Σε κακές οικονομικές περιόδους, η Ελλάδα θα είχε μικρότερο οικονομικό περιθώριο και θα κατέληγε να πληρώνει λιγότερα στους πιστωτές της: εάν η οικονομία τα πήγαινε καλύτερα από το αναμενόμενο, η κυβέρνηση θα μπορούσε θα είχε το οικονομικό περιθώριο να πληρώσει περισσότερα – και θα το έκανε.
Το σχέδιο αποφεύγει μια οριστική περικοπή σε ό, τι οφείλει η Ελλάδα – μια ιδέα που απορρίφθηκε από όλους τους πιστωτές της ευρωζώνης – και ικανοποιεί επιθετικές κυβερνήσεις, οι οποίες θέλουν την ελάφρυνση του χρέους να προσαρμοστεί στις ανάγκες της οικονομίας. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα επιχειρήματα σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής αυτής της ιδέας.
Η Γαλλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ επιθυμούν έναν αυτόματο μηχανισμό, ο οποίος λέει ότι θα δώσει στους επενδυτές την εμπιστοσύνη ότι η ΕΕ ”δεν αστιευόταν” για την ελάφρυνση του χρέους. Η Γερμανία, ωστόσο, θέλει τις κυβερνήσεις να έχουν περισσότερο πολιτικό έλεγχο και απαιτεί ετήσιες αναθεωρήσεις με κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Ένας άλλος σημαντικός διαχωρισμός είναι το ποσό του ελληνικού χρέους που πρέπει να καλυφθεί. Η Γερμανία οπισθοχωρεί περιορίζοντας το σχέδιο σε περίπου 130 δισεκατομμύρια ευρώ ανεξόφλητου χρέους από το δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Το ΔΝΤ εκφράζει την ανησυχία του αυτό είναι πολύ μικρό για να μειώσει τνη επιβάρυνση για της Αθήνας.
Το να πειστεί το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα – αν και έχει λιγότερους από τέσσερις μήνες για να μπει σε εφαρμογή – παραμένει πιεστικό. Για το Παρίσι, το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, θα ήταν ένας τρόπος να δοθεί στις αγορές η βεβαιότητα ότι το χρέος της Ελλάδας ήταν βιώσιμος, καθώς το ταμείο συμμετέχει μόνο σε προγράμματα που θεωρεί εφικτά.
Το περασμένο έτος, το ΔΝΤ δήλωσε ότι ήταν έτοιμο να συμμετάσχει με χρηματοδότηση ύψους 1,6 δισ. Ευρώ», αν η ζώνη του ευρώ έδινε περισσότερες λεπτομέρειες για την ελάφρυνση του χρέους.
Η Christine Lagarde, διευθύνων σύμβουλος του ΔΝΤ, υπενθυμίζει στην Ευρώπη ότι ο χρόνος είναι σύντομος. Το ταμείο θα χρειαστεί να εκταμιεύσει μια αρχική δόση χρημάτων, να επανεξετάσει τις επιδόσεις της Ελλάδας και στη συνέχεια να αποδεσμεύσει μια δεύτερη δόση, όλες πριν από τις 20 Αυγούστου. Οι συμμετέχοντες στις συνομιλίες δήλωσαν ότι, για να είναι ρεαλιστικό αυτό, θα χρειαζόταν μια απόφαση του ΔΝΤ τις επόμενες εβδομάδες και σίγουρα πριν από το τέλος του Μαΐου.
Η ελάφρυνση του χρέους είναι ένα από τα πολλά αλληλένδετα θέματα που οι υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης πρέπει να τακτοποιήσουν. Ένα άλλο είναι ένα σύστημα επιτήρησης μετά τη διάσωση, που θα δώσει στις κυβερνήσεις της ευρωζώνης την εμπιστοσύνη ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις θα ακολουθήσουν μια υγιή οικονομική πορεία.
Ο κ. Τσακαλότος, υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, δήλωσε ότι οι αποστολές επιτήρησης της ΕΕ θα είναι πιθανώς συχνότερες από τις δύο-φορές-το-χρόνο εκτιμήσεις που είναι σταθερές στις χώρες μετά τη διάσωση. “Είναι πιθανό να υπάρξει περίπτωση τριών ή τεσσάρων επισκέψεων αντί για δύο”, δήλωσε στο FT.
Η Αθήνα προετοιμάζει επίσης μια μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία καθορίζει τα σχέδια μεταρρύθμισης για τα έτη μετά τη διάσωση. Ο κ. Τσακαλώτος είπε ότι τα σχέδια θα περιλαμβάνουν κινήσεις για την επιτάχυνση των δικαστικών αποφάσεων, την αποτελεσματικότερη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
“Αυτό είναι το δικό μας σχέδιο ανάπτυξης και η ευθύνη του είναι σημαντική για εμάς”, είπε. «Δεν θέλουμε να εκπλήξουμε κανέναν, είτε πρόκειται για χρηματοοικονομικές αγορές είτε για θεσμικά όργανα».
Πριν από τη διευθέτηση των όρων εξόδου από την αποπληρωμή, η Αθήνα και οι πιστωτές της πρέπει να ολοκληρώσουν μια φαινομενικά συνήθη αλλά πολιτικά ασταθή αναθεώρηση του κατά πόσο η χώρα εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της στο πρόγραμμα.
Πολλές από τις 88 δράσεις πολιτικής που υποτίθεται ότι έχει αναλάβει η Ελλάδα παραμένουν ελλιπείς, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων και της μεταρρύθμισης της ενεργειακης αγοράς, αν και τα μέτρα για την πώληση δύο σταθμών ηλεκτροπαραγωγής εγκρίθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο την Τετάρτη.
Ένας υψηλόβαθμος διπλωμάτης της ΕΕ υπογράμμισε ότι το επιτυχές κλείσιμο της αναθεώρησης ήταν απαραίτητο για την ανάπτυξη της δέσμης μέτρων εξόδου, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου αντιμετώπισης του χρέους ύψους 248 δισ. Ευρώ.
“Μόλις η Ελλάδα καταφέρει πραγματικά να εκπληρώσει τις εξαιρετικές συνθήκες και είναι έτοιμη να φύγει, θα μπορούσαμε ενδεχομένως να αρχίσουμε να μιλάμε για ελάφρυνση του χρέους”, δήλωσε.