Αντ’ αυτού, η χώρα επανήλθε στο προσκήνιο την περασμένη εβδομάδα καθώς προσπαθεί με νύχια και με δόντια να συγκρατήσει την αναταραχή στην αγορά συναλλάγματος αυξάνοντας τα επιτόκια σε δυσθεώρητο επίπεδο στο πλαίσιο της αποσταθεροποίησης των ροών κεφαλαίων.
Η αναταραχή βάζει σε κίνδυνο τις αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και επηρεάζει σε έναν βαθμό αρνητικά και άλλες αναδυόμενες οικονομίες.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Οι κεντρικές τράπεζες γνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις σε επίπεδο πολιτικών όταν ανακοινώνουν μια αιφνιδιαστική αύξηση των επιτοκίων (στην περίπτωση της Αργεντινής, 300 μονάδες βάσης στις 3 Μαΐου) μόνο και μόνο για να δουν το νόμισμα να υποτιμάται αντί να ανατιμάται, όπως υποδεικνύουν τα οικονομικά εγχειρίδια και η λογική. Αυτό συνέβη στην Αργεντινή την περασμένη εβδομάδα. Αυτό ανάγκασε την κεντρική τράπεζα να λάβει ακόμα πιο ακραία μέτρα στις 4 Μαΐου, αυξάνοντας τα επιτόκια κατά 675 μονάδες βάσης στο 40%.
Η απώλεια της αξιοπιστίας της πολιτικής της είναι ίσως η απλούστερη και πιο άμεση εξήγηση για τις δυσκολίες της Αργεντινής. Η επιδείνωση αυτή είναι ιδιαίτερα δαπανηρή για τις ήδη ευάλωτες οικονομίες, οι οποίες, χάρη στη μακρά ιστορία των πισωγυρισμάτων στην πολιτική, παρασύρονται πολύ εύκολα προσπαθώντας να επιδιώξουν πολλούς στόχους με πολύ λίγα μέσα.
Η κεντρική τράπεζα υπέπεσε άθελά της σε μια σειρά σφαλμάτων πολιτικής, καθώς όλο και περισσότερο ετίθετο υπό την επιρροή των δημοσιονομικών αρχών και καθώς ο στόχος για τον πληθωρισμό το 2018 αυξήθηκε από 8-12% σε 15% μετά και τη αποτυχία να επιτευχθεί ο στόχος του 2017. Στην πορεία, φαίνεται να έδειξε μόνο μερική κατανόηση ορισμένων βασικών δυναμικών της αγοράς.
Πριν από λίγες εβδομάδες, η Αργεντινή βρέθηκε στο επίκεντρο της γενικευμένης πίεσης στις αναδυόμενες αγορές, λόγω της αυξανόμενης παγκόσμιας αποστροφής του κινδύνου και της εντελώς απροσδόκητης ενίσχυσης του δολαρίου. Η κεντρική τράπεζα φάνηκε να αντιλαμβάνεται εσφαλμένα την κατάσταση και προσπάθησε να αντισταθεί σε σημαντικές εξωτερικές δυνάμεις βασιζόμενη σε διεθνή αποθέματα για να παρεμβαίνει μαζικά στις αγορές συναλλάγματος. Χωρίς να προκαλεί έκπληξη, δεν υπήρξε αποτέλεσμα.
Αφού εξάντλησε γρήγορα περισσότερο από το 10% των αποθεματικών της, καθώς οι ξένοι και οι εγχώριοι επενδυτές εκμεταλλεύτηκαν τη χρυσή ευκαιρία να μειώσουν την έκθεσή τους σε Αργεντινή/ αναδυόμενες αγορές σε σχετικά υψηλές τιμές, η κεντρική τράπεζα εξαναγκάστηκε σε στροφή 180 μοιρών. Το νόμισμα υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα έναντι του δολαρίου αφού τόσο οι εγχώριοι όσο και οι ξένοι επενδυτές επιδίωκαν να επιταχύνουν τη μείωση της έκθεσής τους. Με τέτοιες κεφαλαιακές εκροές που ήρθαν να προστεθούν στις οικονομικές διαταραχές, η κεντρική τράπεζα δεν είχε άλλη επιλογή παρά να αυξήσει τα επιτόκια ακόμα πιο επιθετικά.
Χωρίς μια χρεοκοπία ή αποκήρυξη νομίσματος, η οποία είναι απίθανη στην παρούσα κατάσταση, υπάρχει συνδυασμός υψηλού επιτοκίου και υποτίμησης του νομίσματος που καθιστά πολύ πιο δαπανηρές τις περαιτέρω εκροές, τις ανακόπτει και προσελκύει γρήγορες εισροές χαρτοφυλακίου. Η Αργεντινή οδεύει προς τα εκεί και μπορεί να έχει φτάσει ήδη, εάν υποθέσουμε ότι αποφεύγει την επιπλέον κακοδιαχείριση σε επίπεδο πολιτικών. Αλλά η οικονομική, χρηματοοικονομική και πολιτική ζημιά δεν θα αντιστραφεί εν μία νυκτί.
Οι επιπτώσεις εκτείνονται πέρα από την Αργεντινή, καθώς η ασυνήθιστη περίοδος χαμηλής παγκόσμιας οικονομικής μεταβλητότητας και της αδυναμίας του δολαρίου του 2017 προσέλκυσε πολλούς “τουριστικούς” επενδυτές σε τοποθετήσεις στις τοπικές αναδυόμενες αγορές είτε μέσω άμεσης έκθεσης στην αγορά συναλλάγματος είτε έμμεσα μέσω της έκθεσης χωρίς αντιστάθμιση στα τοπικά ομόλογα. Με τις ροές προς τις αναδυόμενες αγορές να γίνονται πρόσφατα πιο διστακτικές, ορισμένες από τις άλλες πιο ευάλωτες χώρες, όπως η Τουρκία, έχουν ήδη αισθανθεί τις αρνητικές επιπτώσεις να επιδεινώνουν τις πιέσεις που αντιμετωπίζουν τα νομίσματά τους και οι τοπικές αγορές ομολόγων.
Τα πρόσφατα στραβοπατήματα στην οικονομική διαχείριση ανάγκασαν την Αργεντινή να επιδοθεί σε έναν δύσκολο αγώνα μεταξύ της επείγουσας ανάγκης να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της πολιτικής και των αποσταθεροποιητικών επιπτώσεων των υπερβολικά υψηλών επιτοκίων στην οικονομία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τους οφειλέτες. Όσο περισσότερο καιρό της παίρνει για να κερδίσει αυτόν τον αγώνα, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για το πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων του Macri και τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ύφεσης, η αυτοτροφοδοτούμενη επιβλαβής δυναμική του χρέους και η πρόσθετη χρηματοπιστωτική αναστάτωση, με δυσμενείς επιπτώσεις σε άλλες ευάλωτες αναδυόμενες οικονομίες. Ευτυχώς, η τιμωρούμενη κεντρική τράπεζα λαμβάνει τώρα βοήθεια από το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο ανακοίνωσε στις 4 Μαΐου ότι θα μείωσε τον στόχο του 2018 για το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα σε 2,7% από 3,2%.
Εάν υποθέσουμε ότι η πολύ πρόσφατη και πιο απογοητευτική διόρθωση της πορείας της Αργεντινής εμμείνει, οι επενδυτές των αναδυόμενων αγορών έχουν τώρα μια νέα προοπτική να σκεφτούν: να αποκτήσουν έκθεση σε τίτλους που αποτιμώνται στο πολύ υψηλής απόδοσης πέσο στο πλαίσιο ενός νομίσματος που έχει πιθανότατα υποτιμηθεί πέρα από το επίπεδο ισορροπίας του. Αυτό θα θεωρούνταν μόνο ως μια “ευκαιριακή” επένδυση από επενδυτές που είναι ικανοί και πρόθυμοι να πάρουν το ρίσκο της σημαντικής μεταβλητότητας. Στο σωστό μέγεθος και προσεκτικά δομημένη, θα ήταν επίσης μικρή σε σχέση με την έκθεση σε άλλες αναδυόμενες αγορές που χαρακτηρίζονται από την καλή διαχείριση πολιτική, τις υγιείς αναπτυξιακές προοπτικές και τους ισχυρούς ισολογισμούς –μια τριάδα στόχων που Αργεντινή πρέπει, για άλλη μια φορά και επειγόντως, να κυνηγήσει και να πετύχει.