Το συμβούλιο της ΕΚΤ συνεδριάζει στην Φρανκφούρτη για να αξιολογήσει τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου για το ελληνικό χρέος και την έξοδο από το πρόγραμμα με ενισχυμένη επιτήρηση. Στη διακριτική ευχέρεια του συμβουλίου των κεντρικών τραπεζών, όπως έχει τονίσει ο Γιάννης Στουρνάρας, είναι να αποφασίσουν τη διατήρηση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ελληνικών ομολόγων για αναχρηματοδότηση (waiver), αλλά και την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Όπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη, από αυτές τις αποφάσεις της ΕΚΤ θα επηρεασθεί καταλυτικά το ισοζύγιο προσφοράς – ζήτησης ελληνικών ομολόγων και θα διευκολυνθεί, ή θα γίνει αρκετά πιο δύσκολη, η προσέλκυση επενδυτών στην έκδοση νέων 10ετών ομολόγων αναφοράς:
– Το waiver δεν έχει αξία μόνο για τις ελληνικές τράπεζες, ώστε να συνεχίσουν να λαμβάνουν φθηνή χρηματοδότηση με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα, αντί να μεταπέσουν στο ακριβότερο χρηματοδοτικό εργαλείο του Ευρωσυστήματος, το γνωστό ELA. Έχει μεγάλη σημασία και για τη διευκόλυνση της αγοράς ελληνικών ομολόγων από ευρωπαϊκές τράπεζες: αν αυτές γνωρίζουν ότι θα μπορούν να αγοράζουν ομόλογα υψηλής απόδοσης και να τα χρησιμοποιούν για δανεισμό με μηδενικό κόστος από την ΕΚΤ, θα έχουν ένα αρκετά ισχυρό κίνητρο για να προσθέσουν ελληνικούς τίτλους στα χαρτοφυλάκιά τους.
– Η ένταξη στο QE, ακόμη και τώρα που το πρόγραμμα βαίνει προς τη λήξη του, είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντική, γιατί θα προστεθεί στο ισοζύγιο προσφοράς – ζήτησης ο ισχυρότερος «παίκτης» της αγοράς ομολόγων της ευρωζώνης, δηλαδή η ίδια η ΕΚΤ, στέλνοντας το μήνυμα ότι οι ελληνικοί τίτλοι είναι ασφαλείς. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Barclay’s, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα αξίας περίπου 520 εκατ. ευρώ το μήνα με τα σημερινά δεδομένα, όπου η τράπεζα αγοράζει συνολικά τίτλους 30 δισ. ευρώ μηνιαίως και περίπου 260 εκατ. το μήνα όταν ο ρυθμός αγοράς περιοριστεί στα 15 δισ. ευρώ μηνιαίως, δηλαδή από τον Σεπτέμβριο. Συνολικά, η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει τίτλους αξίας 1,6 δισ. ευρώ από τον Αύγουστο ως το τέλος του έτους, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό, ιδιαίτερα αν αναλογισθεί κανείς πόσο «ρηχή» είναι η δευτερογενής αγορά των ελληνικών ομολόγων.
Πόσο πιθανό είναι, όμως, να λάβει η ΕΚΤ αυτές τις ευνοϊκές αποφάσεις, που εκ πρώτης όψεως φαίνονται αρκετά «δύσπεπτες» για τις πλεονασματικές κεντρικές τράπεζες του Βορρά, με επικεφαλής τη γερμανική Bundesbank;
Όπως εκτιμά η Citi, η βελτίωση του προφίλ του χρέους και η ενισχυμένη εποπτεία μετά τη λήξη του προγράμματος θα επιτρέψουν στην ΕΚΤ να διατηρήσει το waiver για τα ελληνικά ομόλογα, ενώ θα μπορούσε να εξετάσει και να συμπεριλάβει την Ελλάδα στο QE.
Με τους ισχύοντες κανόνες της ΕΚΤ, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ομολόγων χαμηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης είναι μια χώρα να βρίσκεται σε ευρωπαϊκό σταθεροποιητικό πρόγραμμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό σήμαινε ότι μετά τη λήξη του προγράμματος του ESM, θα έπρεπε να συμφωνηθεί ένα νέο πρόγραμμα 12μηνης διάρκειας για προληπτική γραμμή χρηματοδότησης.
Όμως, όπως έχει υποστηρίξει ο Γιάννης Στουρνάρας και συμφωνούν αναλυτές ιδιωτικών οίκων, η συμφωνία για επιτήρηση της Ελλάδας με τρίμηνη συχνότητα αξιολογήσεων και υπό όρους ενεργοποίηση μέτρων για το χρέος (επιστροφή κερδών από κεντρικές τράπεζες) ουσιαστικά ισοδυναμούν με ένα νέο πρόγραμμα και αυτό δίνει τη δυνατότητα στην ΕΚΤ να διατηρήσει το waiver.
«Δεδομένου ότι οι αποφάσεις του Eurogroup συνδέονται με ενισχυμένη εποπτεία και αιρεσιμότητα (που αποτελούν ουσιαστικά τις προϋποθέσεις για τη θέσπιση προληπτικής γραμμής στήριξης), ενώ παράλληλα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει τη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Παράλληλα, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει την αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων (στην κανονική χρονική περίοδο και στην περίοδο επανεπένδυσης)», έχει αναφέρει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος στην τελευταία του έκθεση για τη νομισματική πολιτική.
Η Barclay’s εκτιμά ότι η συμφωνία του Ιουνίου έχει αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες τα ελληνικά ομόλογα να συμμετέχουν στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ. Η συνεδρίαση της 26ης Ιουλίου, πάντως, παραμένει αμφίρροπη, όπως επισημαίνει η τράπεζα. Μέχρι τις 26 Ιουλίου, η αγωνία θα διατηρηθεί…