Στη δεκαετία που ακολούθησε μετά την κατάρρευση της Lehman, η φράση “too big to fail” εμφανίστηκε σε 2.241 άρθρα στο τερματικό του - και έγινε ο τίτλος ενός bestseller και μιας ταινίας. Το QE εμφανίζεται σε υπερδιπλάσιο αριθμό άρθρων. Η διαφορά βοηθά να εξηγήσουμε τα διδάγματα από την κατάρρευση της Lehman.
Πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου του 2008, την ημέρα που η 158χρονη εταιρεία υπέβαλε αίτημα υπαγωγής στο κεφάλαιο 11 του πτωχευτικού κώδικα και πυροδότησε τη βαθύτερη οικονομική επιδείνωση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, λίγοι πίστευαν ότι οι αρχές θα επέτρεπαν σε έναν κολοσσό όπως η Lehman να προκαλέσει κι άλλες χρεοκοπίες και να ταράξει συθέμελα το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η χρηματιστηριακή αγορά έχασε σχεδόν 10 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε λίγους μήνες, επειδή πολλοί άνθρωποι δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι η μετάδοση του τοξικού χρέους θα δηλητηρίαζε επενδυτές σε αρκετές ηπείρους. Όταν η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα μετά την Goldman Sachs & Co., την Morgan Stanley και την Merrill Lynch & Co. κατέρρευσε, η πίστη εξατμίστηκε και δεν υπήρχε τίποτα να εμποδίσει τις μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες να έχουν ανάλογη μοίρα.
Τότε ήταν που η Federal Reserve Bank της Νέας Υόρκης, ενεργώντας ως εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, ξεκίνησε μια πρωτοφανή και αμφιλεγόμενη νομισματική πολιτική κατά το τελευταίο τρίμηνο του ίδιου έτους. Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που αφορούσε τη μηνιαία αγορά τεράστιου όγκου ομολόγων, όχι μόνο ανέτρεψε τη μεγαλύτερη πτώση του αμερικανικού ΑΕΠ, αλλά έσπειρε και τους σπόρους της επερχόμενης επέκτασης των 105 μηνών που όλα δείχνουν πως θα γίνει η μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ. Το άμεσο αποτέλεσμα ήταν επιτόκια και πληθωρισμός πολύ χαμηλότερα από το συνδυαστικό τους επίπεδο πριν από κάθε ύφεση από το 1955. Οι αμερικανικές εταιρείες, με βάση το λόγο του χρέους τους, έγιναν πιο υγιείς από όταν το - ξεκίνησε να συγκεντρώνει τα στοιχεία το 1995.
Για πρώτη φορά από την ίδρυσή της το 1913, η Fed αγόρασε κάθε είδους χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο που είχε παγώσει μετά τη χρεοκοπία της Lehman. Διατήρησε το διατραπεζικό κόστος δανεισμού στο μηδέν και επέτρεψε στις Goldman Sachs και Morgan Stanley να γίνουν εμπορικές τράπεζες και να επωφεληθούν από αυτή τη ρευστότητα. Αυτό συνέπεσε με τις κρατικές παρεμβάσεις για τη στήριξη της Bank of America και της Citibank, της ασφαλιστικής AIG, των Fannie Mae και Freddie Mac, της General Motors και της Chrysler. Και τελικά αποθάρρυνε τη Wall Street να αναλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο ρίσκο με τα χρήματα των μετόχων και των καταθετών.
Το QE συνοδεύτηκε από τα “stress tests” για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ το 2009 που ήταν ιδέα του υπουργού Οικονομικών Timothy Geithner, πρώην προέδρου της Fed της Νέας Υόρκης. Οι ασκήσεις προσομοίωσης έδειξαν πόσα κεφάλαια χρειάζονταν οι 19 μεγαλύτερες τράπεζες για να επιβιώσουν σε μία ακόμη κρίση τύπου Lehman.
Η Fed τερμάτισε το QE το 2014, αύξησε τα επιτόκια επτά φορές από το 2015 και πέρυσι άρχισε να μειώνει τον ισολογισμό των 4 τρισ. δολαρίων, καθώς το χρέος που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια του προγράμματος αγοράς ομολόγων άρχισε να ωριμάζει. Το προτιμώμενο μέτρο πληθωρισμού της Fed, ο Προσωπικός Δείκτης Τιμών Δαπανών Κατανάλωσης (PCEPI), διαμορφώνεται σήμερα στο ετησιοποιημένο μέγεθος του 1,98%. Ταυτόχρονα, οι μεγάλες και οι μικρές εταιρείες που περιλαμβάνονται στον δείκτη Russell 3000 είδαν το καθαρό τους χρέος σε σχέση με τα Ebitda – ή το συνολικό χρέος μείον το μέρισμα διαιρεμένο με τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων- να μειώνεται στο χαμηλότερο επίπεδο το 2015. Παραμένει 2,2 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το μέσο δείκτη χρέους των εταιρειών του Russell 3000 το 2000.
Είναι αμφίβολο ότι η ισχυρή υγεία της οικονομίας θα είχε αποκατασταθεί χωρίς το QE. Ωστόσο, ακαδημαϊκοί, δισεκατομμυριούχοι και πολιτικοί που κατήγγειλαν την πολιτική ως καταστροφική σε δημόσια επιστολή με 23 υπογραφές το 2010 δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει το ρόλο του QE στην ανάκαμψη και την επακόλουθη ευημερία. Η ομάδα, με επικεφαλής τον καθηγητή του πανεπιστημίου του Stanford, John Taylor, τον δισεκατομμυριούχο διαχειριστή hedge fund Paul Singer και τον εκπρόσωπο της Βουλής των Αντιπροσώπων, John Boehner, προέβλεψε ότι τα νομισματικά μέτρα στήριξης θα προκαλούσαν πληθωρισμό, θα έβλαπταν τον ειδικό ρόλο του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος και θα μείωναν τις τιμές των ομολόγων. Έκαναν λάθος.
Η “επούλωση” από την πτώση της Lehman αποδείχτηκε η πιο δυναμική από το 1980, με την ανάκαμψη να κάνει τις ΗΠΑ τη μόνη ανεπτυγμένη οικονομία που είδε το ΑΕΠ της σε ιστορικό υψηλό επίπεδο έως το 2015, σύμφωνα με στοιχεία του -. Το δολάριο σημείωσε άνοδο 20%, τη μεγαλύτερη που έχει καταγράψει οποιοδήποτε νόμισμα ανεπτυγμένης οικονομίας τα τελευταία εννέα χρόνια.
Μετά τη συντριβή του 1929, χρειάστηκαν 25 χρόνια για να ανακάμψει η χρηματιστηριακή αγορά. Ο S&P 500, ο οποίος έχασε 47% της αξίας του στην bear market από το Σεπτέμβριο του 2008 έως τον Μάρτιο του 2009, είχε αναρριχηθεί σε επίπεδο-ρεκόρ έως το 2013, ενώ αυξήθηκε κατά 327% από τα χαμηλά της ύφεσης.
Οι αμερικανικές μετοχές νικούν τον υπόλοιπο κόσμο…
Η συνολική απόδοση από τα τέλη του 2009
Οι επενδυτές που προέβλεπαν καταστροφή για την αγορά ομολόγων δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν από συνολική απόδοση (εισόδημα συν ανατίμηση) άνω των 1,5 τρισ. δολαρίων από την κατοχή κρατικών τίτλων στις ΗΠΑ κατά την περίοδο της ποσοτικής χαλάρωσης. Τα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου είχαν συνολική απόδοση 24%, ή 2,6% ετησίως από το 2009. Στο μεταξύ, ο ρυθμός πληθωρισμού διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο στο 1,6%, που σημαίνει ότι οι αποταμιευτές που κρατούσαν τα χρήματά τους στο Total Return Fund της Pimco νίκησαν εύκολα τον πληθωρισμό με συνολική απόδοση 37% ή 4% ετησίως.
Από τα τέλη του 2009, οι μετοχές των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν 173%, ήτοι 88 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από τiς ανά τον κόσμο ομολόγους τους και αποτέλεσαν τον κλάδο με τη δεύτερη καλύτερη απόδοση, πίσω από τον κλάδο εταιρειών μη βασικών καταναλωτικών ειδών, όπως η Amazon και η Netflix. H αξία-σε-κίνδυνο (VaR) των χαρτοφυλακίων των αμερικανικών τραπεζών, ένα μέτρο για το πόσο κερδοσκοπικές είχαν γίνει έως το 2008, περιορίστηκε σημαντικά από τους κανόνες που επέβαλε η Fed. Η VaR της JPMorgan μειώθηκε 90% ενώ της Bank of America’s μειώθηκε 86%, της Citigroup 76% και της Wells Fargo 68%.
Δέκα χρόνια μετά την κατάρρευσή της, η Lehman Brothers παραμένει ο χειρότερος χρηματοοικονομικός εφιάλτης του κόσμου, επειδή ήταν πολύ μεγάλη και κατέρρευσε. Εάν δεν είχε έρθει το QE, θα βλέπαμε ακόμη ένα κακό όνειρο.