5,5 δισ. ευρώ γύρισαν στις τράπεζες τα νοικοκυριά μετά την έξοδο από τα μνημόνια
Αρνητικά επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων διαπιστώνονται από το προσχέδιο του προϋπολογισμού που έδωσε στη δημοσιότητα χθες η κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει το οικονομικό επιτελείο στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, τονίζεται ότι σε πραγματικούς όρους το επιτόκιο καταθέσεων προθεσμίας διαμορφώνεται σε -0,06% κατά μέσο όρο, από 0,11% το 2018, καταδεικνύοντας ότι πλέον οι επενδυτές δεν «κλείνουν» τα χρήματά τους για να τα διασφαλίσουν, όπως ήταν η ενδεδειγμένη στρατηγική στα πρώτα χρόνια των μνημονίων και της κρίσης, δηλαδή μετά το 2009.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού, το 2019 ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του συνόλου των εγχώριων καταθέσεων επιταχύνθηκε, σημειώνοντας αύξηση 7,8%, κατά μέσο όρο, τους πρώτους επτά μήνες του έτους (μέσος ετήσιος ρυθμός κατά το 2018: 6,2%).
Στην ανωτέρω εξέλιξη συνέβαλαν οι καταθέσεις διάρκειας μίας ημέρας των οποίων ο ετήσιος ρυθμός ανόδου διαμορφώνεται από τον Μάρτιο και εξής σε διψήφιο μέγεθος (2019 μ.ο.: 10,9%, 2018 μ.ο.: 6,2%).
Καθώς οι εν λόγω καταθέσεις περιλαμβάνουν λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται κατά κανόνα για συναλλακτικούς σκοπούς, όπως οι λογαριασμοί όψεως, ταμιευτηρίου και τρεχούμενοι, η επιτάχυνση στον ρυθμό ανόδου τους είναι σε συνέπεια με την παρατηρούμενη βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών.
Αντίθετα, οι καταθέσεις προθεσμίας έως 2 έτη αυξήθηκαν με βραδύτερο ετήσιο ρυθμό κατά μέσο όρο τους πρώτους επτά μήνες του έτους, κατά 3,8% (από 7,8% κατά μέσο όρο το 2018).
Τους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους παρατηρήθηκε εισροή καταθέσεων προς τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα.
Ειδικότερα, οι τραπεζικές καταθέσεις των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν συνολικά περίπου κατά 0,4 δισ. ευρώ (έναντι αύξησης 0,9 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2018).
Μεγαλύτερη αύξηση κατέγραψαν οι καταθέσεις των νοικοκυριών, κατά 3,1 δισ. ευρώ (έναντι αύξησης 2,4 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2018).
Η κατά τομέα ανάλυση επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι η παρατηρούμενη άνοδος στις καταθέσεις οφείλεται, κατά κύριο λόγο στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς μόλις το 1/10 της ροής των καταθέσεων από τα νοικοκυριά και περίπου το 1/4 της αντίστοιχης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων αφορούσε καταθέσεις προθεσμίας.