«Κατώτερος των προσδοκιών», «χλομή εκδοχή του αρχικού σχεδίου», «μικρό βήμα για ένα μεγάλο όραμα». Είναι ορισμένοι ενδεικτικοί χαρακτηρισμοί για το πώς υποδέχθηκε ο διεθνής Τύπος τον ενιαίο προϋπολογισμό της Ευρωζώνης, προϊόν συμβιβασμού μιας διαπραγμάτευσης που κράτησε δύο χρόνια ρίχνοντας τον πήχη ολοένα και χαμηλότερα.
Αποκαλύπτουν δε πόσο απέχει όχι μόνο από έναν πραγματικό προϋπολογισμό κράτους, αλλά και από τους ίδιους τους στόχους που είχαν θέσει όσοι πιστεύουν στην ανάγκη για πραγματική οικονομική ολοκλήρωση.
Ας αρχίσουμε από τους αριθμούς, στους οποίους άλλωστε αναπόφευκτα εστιάζει μία διαπραγμάτευση μεταξύ κρατών – μελών με πολύ διαφορετικά μεγέθη και ανάγκες.
Τα μεγέθη
Ο ενιαίος προϋπολογισμός θα διαθέσει τελικά 17 δισ. ευρώ σε ορίζοντα επταετίας. Το ποσό είναι ακόμη μικρότερο και από τα 20 δισ. ευρώ, για τα οποία μιλούσαν οι διαρροές τα τελευταία 24ωρα, αλλά και σχεδόν το 1/3 της αρχικής συμφωνίας ανάμεσα στον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ για ένα ταμείο 50 δισ. ευρώ.
Ο γαλλογερμανικός άξονας δεν είχε υπολογίσει τη σθεναρή αντίσταση όχι μόνο χωρών του ευρώ, όπως η Ολλανδία, που δήλωσε απολύτως ικανοποιημένη από το «συρρικνωμένο» σχέδιο, αλλά και των δύο μεγαλύτερων σκανδιναβικών οικονομιών, της Δανίας και της Σουηδίας, που πίεσαν για ρητές διαβεβαιώσεις πως δεν θα καταλήξουν δικές τους εισφορές στην Ε.Ε. σε προγράμματα της νομισματικής ένωσης.
Κυρίως δεν είχαν μάλλον καταλάβει πως ελάχιστοι είχαν τη διάθεση για την προώθηση ενός σχεδίου που πολλοί θέλησαν εσφαλμένα να παρουσιάσουν ως επωφελές αποκλειστικά για τον Νότο ή τα φτωχότερα μέλη.
Τι λείπει
Το απροσδόκητα χαμηλό ύψος του προϋπολογισμού δεν είναι βεβαίως ούτε το μοναδικό ούτε το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ακόμη και στη «νερωμένη» εκδοχή του οράματός του, αυτή δηλαδή που ήρθε ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς, ο Μακρόν ζητούσε ένα εργαλείο που θα αντλούσε φορολογικά έσοδα και θα τα αξιοποιούσε για πραγματική στήριξη των οικονομιών του ευρώ σε περιόδους κρίσης.
Μόνο έως και 20% των ήδη «φτωχών» κονδυλίων θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε πιο ευέλικτη βάση για να ανταποκριθούν σε αιφνίδιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες χώρες (και για τις οποίες δεν φέρουν οι ίδιες την ευθύνη). Τουλάχιστον το 80% θα κατανέμεται με βάση τον πληθυσμό και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάθε χώρας.
Επιπλέον, στο σχέδιο Μακρόν ο προϋπολογισμός θα συνοδευόταν από έναν υπουργό Οικονομικών, αλλά και ένα Κοινοβούλιο της Ευρωζώνης για τη διαχείριση / εκτέλεσή του και τον αναγκαίο έλεγχο αντίστοιχα. Αλλά αυτά ήταν ένα βήμα φεντεραλισμού, που οι περισσότεροι δεν ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν, ακόμη και εάν ήταν απολύτως σαφές ότι η Ευρωζώνη δεν αποκτούσε πραγματική δημοσιονομική ικανότητα. Ουδείς λόγος για δημοσιονομικές μεταβιβάσεις πόρων ή κοινή έκδοση ευρωομολόγων – δύο στοιχεία που αρχικά ο Γάλλος πρόεδρος είχε βάλει στο τραπέζι.
Τον Μακρόν έμεινε στο τέλος να στηρίζει μόνο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ακόμη και τώρα πιέζει όχι μόνο για ένα νέο πιο επεκτατικό και φιλικό στην ανάπτυξη μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και για την ανάγκη να γίνουν περισσότερα και ταχύτερα βήματα στην κατεύθυνση της βαθύτερης ολοκλήρωσης.
Υπάρχει ελπίδα;
Τελικά το δημοσιονομικό εργαλείο για τη σταθεροποίηση και την ανταγωνιστικότητα (BICC) δεν είναι προϋπολογισμός. Ίσως βέβαια και μόνο το γεγονός ότι τα κράτη-μέλη συμφώνησαν να ονομαστεί έτσι να αφήνει κάποιες ελπίδες για πιο ουσιαστικά βήματα στο μέλλον.
Έως τότε προέχει να συμφωνήσουν σε άλλα καίριας σημασίας ζητήματα, όπως ένα ενιαίο δίχτυ ασφαλείας για τις καταθέσεις, που συνιστά προϋπόθεση για πραγματική τραπεζική ένωση.
Στο τραπέζι έχει μπει και η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Αλλά και εδώ μάλλον πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι, παρά το γεγονός ότι έχουν σαφώς αυξηθεί οι φωνές που ζητούν ένα πλαίσιο που θα ανταποκρίνεται στα δεδομένα της σημερινής εποχής, ενώ έχει ενταθεί η πίεση από την απειλή της ύφεσης. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε μία προσπάθεια για περισσότερη ευελιξία, αλλά είναι προφανές ότι αυτή δεν είναι αρκετή.
Θα μπορούσε κανείς να περιμένει μία ριζική αλλαγή των κανόνων; Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, αλλά και αρκετά ακόμη μέλη του ευρώ μάλλον θα πουν «όχι».
Το κατακερματισμένο Ευρωκοινοβούλιο επίσης είναι δύσκολο να δώσει ώθηση στην όποια διαδικασία βαθύτερης οικονομικής ολοκλήρωσης ή σε μία μεταρρύθμιση της ΟΝΕ.
Δεν θα πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι η μεταρρύθμιση και η ολοκλήρωση της Ευρωζώνης δεν αναφέρθηκε σχεδόν καθόλου κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Δεν ήταν ζήτημα για πολίτες και πολιτικούς, με τη συζήτηση να περιορίζεται στην κλιματική αλλαγή, τη μετανάστευση και τις σχέσεις με τους έξω.
Ο ενιαίος προϋπολογισμός θα διαθέσει τελικά 17 δισ. ευρώ σε ορίζοντα επταετίας. Το ποσό είναι σχεδόν το 1/3 της αρχικής συμφωνίας ανάμεσα στον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ για ένα ταμείο 50 δισ. ευρώ.
Στο τραπέζι έχει μπει και η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, αλλά θα μπορούσε κανείς να περιμένει μία ριζική αλλαγή των κανόνων; Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, αλλά και αρκετά ακόμη μέλη της Zώνης του ευρώ μάλλον θα πουν «όχι».