Σύμφωνα με έρευνα του Harvard, οι οικονομικές δυσκολίες της χώρας αποτελούν σύμπτωμα ενός μεγαλύτερου αναπτυξιακού προβλήματος.
Μπορεί μια οικονομία να εξαντληθεί; Και τι συμβαίνει όταν μια στρατηγική που λειτουργεί καλά εδώ και δεκαετίες τελικά φτάνει στο τέλος της;
Ο «Άτλας Οικονομικής Πολυπλοκότητας» της Σχολής Kennedy του Πανεπιστημίου του Harvard, ένα τεράστιο ακαδημαϊκό έργο με στόχο την κατανόηση του τρόπου και της αιτίας ανάπτυξης των χωρών, έχει κάποιες ανησυχητικές απαντήσεις. Ο Άτλας, ο οποίος αναθεωρήθηκε τον περασμένο μήνα, αναλύει τα δεδομένα εξαγωγών από τα Ηνωμένα Έθνη για κάθε χώρα που υπάρχει στον κόσμο προκειμένου να κάνει λεπτομερή απολογισμό για το τι κάνει η κάθε χώρα και πώς αναπτύχθηκε. Διατίθεται δωρεάν στο διαδίκτυο με μια πληθώρα από όμορφες απεικονίσεις δεδομένων. Οι επιχειρηματίες, οι οικονομολόγοι, οι επενδυτές και οι υπουργοί οικονομικών μπορούν να πάρουν από εκεί ιδέες.
Η τελευταία έκδοση δείχνει στους επενδυτές τις παραμελημένες χώρες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το κεφάλαιο. Τα πιο ενδιαφέροντα και ανησυχητικά ευρήματα όμως, αφορούν τη Γερμανία.
Η Γερμανία, η κάποτε βασική κινητήρια μηχανή της Ευρώπης, έχει πλέον καθιερωθεί ως το πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας. Οι έρευνες των υπεύθυνων αγορών δείχνουν ότι ο μεταποιητικός τομέας βρίσκεται σε ύφεση και είναι μακράν ο πιο αδύναμος στον δυτικό κόσμο, η βιομηχανική παραγωγή μειώνεται, το τραπεζικό της σύστημα έχει πληγεί και τα αρνητικά επιτόκια αλλάζουν τις αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο. Επί εφτά χρόνια, τα γερμανικά επιτόκια ήταν χαμηλότερα ακόμα κι από εκείνα της Ιαπωνίας, η οποία προηγουμένως αποτελούσε τρανταχτό παράδειγμα οικονομικών προβλημάτων και αποπληθωρισμού.
Εκτός της χώρας, η δυσαρέσκεια αυξάνεται. Ο Πρόεδρος Donald Trump είναι θυμωμένος διότι τα χαμηλά επιτόκια καθιστούν το δολάριο μη ανταγωνιστικό, ενώ πολλοί ζητούν από τη Γερμανία – η οποία εφαρμόζει πιστά λιτότητα από την εποχή της κρίσης – να αντιστρέψει την πορεία της και να διοχετεύσει μια δημοσιονομική ώθηση που θα μπορούσε να ενισχύσει την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ωστόσο, ο Άτλας δείχνει ότι το βαθιά ριζωμένο πρόβλημα της Γερμανίας οφείλεται σε κάτι περισσότερο από την κατασπατάληση των κρατικών δαπανών – δηλαδή δεν διαθέτει πια φυσικούς τρόπους για να αναπτυχθεί. Μετά από δεκαετίες συνεχούς και μεθοδικής επέκτασης από το ένα προϊόν στο άλλο και κατάρτισης του εργατικού δυναμικού της προκειμένου να προσαρμόσει τις δεξιότητές του σε νέους τομείς, δεν υπάρχει πλέον τίποτα άλλο να κάνει. Αυτό το συμπέρασμα προέρχεται από το μοντέλο του Άτλαντα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αναπτυχθούν οι χώρες, ο οποίος εξαρτάται από δύο μεταβλητές: τη συνδετικότητα και την πολυπλοκότητα.
Η ομάδα του Harvard δείχνει ποιά προϊόντα και ποιές τεχνολογίες εναρμονίζονται φυσικά με τα άλλα ή – στη δική τους γλώσσα – είναι πιο «συνδεδεμένα». Μια χώρα θέλει να δημιουργήσει «συνδεδεμένα» προϊόντα, γιατί έτσι η τεχνογνωσία και οι εγκαταστάσεις τους μπορούν εύκολα να μετασχηματιστούν σε κάτι άλλο. Για παράδειγμα, δεν είναι δύσκολο να προχωρήσουν από την κατασκευή εξαρτημάτων αυτοκινήτων στην κατασκευή ολόκληρων αυτοκίνητων. Οι χώρες με μη συνδεδεμένες βιομηχανίες, όπως τα ορυχεία, είναι πιο δύσκολο να αναπτυχθούν.
Μια χώρα πρέπει επίσης να μετακινηθεί σε πιο «πολύπλοκα» προϊόντα, τα οποία έχουν μεγαλύτερη παραγωγικότητα, δημιουργούν μεγαλύτερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και ως συνέπεια φέρνουν περισσότερο πλούτο. Καθώς οι χώρες αναπτύσσουν πιο εξελιγμένες βιομηχανίες, γίνονται πλουσιότερες. Η Γερμανία το έχει εφαρμόσει εδώ και πολλές δεκαετίες και μάλιστα καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα.
Η έρευνα του Harvard συνοψίζεται στο παραπάνω σχεδιάγραμμα, όπου κάθε κουκίδα αντιπροσωπεύει μια χώρα. Ο οριζόντιος άξονας μετρά τη σχετική πολυπλοκότητα κάθε χώρας – όσο πιο δεξιά βρίσκεται, τόσο πιο μεγάλη πολυπλοκότητα έχει. Το Bangladesh στο αριστερό άκρο, κατατάσσεται ως το λιγότερο πολύπλοκο σε αυτή την κλίμακα, γεγονός που του δίνει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης. Η Γερμανία είναι μία από τις πιο πολύπλοκες περιπτώσεις.
Στην κατακόρυφη κλίμακα καταγράφεται η «συνδετικότητα». Ο Tim Cheston από τη Σχολή Kennedy αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ουσιαστικά αναρωτιόμαστε πόσο εύκολο είναι να φύγει κάποιος από εκεί που βρίσκεται τώρα και να αρπάξει καινούριες ευκαιρίες». Η Ινδία, διαθέτοντας ένα ευρύ και αυξανόμενο μορφωμένο εργατικό δυναμικό αλλά όχι μεγάλη και ισχυρή βιομηχανία μέχρι στιγμής, έχει σπουδαίες ευκαιρίες ανάπτυξης. Η Γερμανία από την άλλη πλευρά δυσκολεύεται για την εύρεση νέων προϊόντων και βιομηχανιών προκειμένου να ξεκινήσει κάτι καινούριο περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου. Με θέση χαμηλά στην κάτω δεξιά γωνία, είναι φανερή η διαφοροποίησή της από τις άλλες χώρες.
Αντιθέτως, η γειτονική της Αυστρία, επίσης ανεπτυγμένη με έναν εξελιγμένο βιομηχανικό τομέα, δεν έχει ακόμη εξετάσει όλες τις ευκαιρίες που της προσφέρονται. Συνεπώς, υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης με φυσική διαφοροποίηση.
«Η Γερμανία εκμεταλλεύτηκε ουσιαστικά όλες τις υψηλές ευκαιρίες της. Ενώ όμως υπάρχει καλή συνδετικότητα, δεν υπάρχουν ευκαιρίες για βελτίωση της διαφοροποίησης. Έτσι, θα χρειαστεί να παράγει εξ ολοκλήρου καινούρια προϊόντα παγκόσμιας εμβέλειας», αναφέρει ο Cheston. «Πρέπει να ψάξει και να ελπίζει ότι θα βρει κάτι».
Τα χρώματα των κουκίδων αφορούν τη στρατηγική που προτείνει η ομάδα του Harvard για κάθε χώρα. Το ανοιχτό μπλε είναι για τα «στοιχήματα στρατηγικής» – δηλαδή οι υπανάπτυκτες χώρες θα πρέπει να αποφασίσουν για τις βιομηχανίες που θέλουν να αναπτύξουν και να προχωρήσουν τα σχέδιά τους. Οι πράσινες κουκίδες αντιπροσωπεύουν τις χώρες με καλή συνδετικότητα που μπορούν να δώσουν μια «μικρή ώθηση» και να αναπτύξουν τις βιομηχανίες τους, ενώ οι κόκκινες κουκίδες είναι για τις ανεπαρκώς αναπτυγμένες αλλά με καλή συνδετικότητα χώρες που χρειάζονται μια ισχυρή βιομηχανική πολιτική για την αντιμετώπιση των εμποδίων και τη μετάβαση σε παρόμοια προϊόντα.
Οι λιγότερες κουκίδες είναι μοβ. Αυτές είναι οι χώρες που έχουν φτάσει στα «τεχνολογικά όρια». Γι’ αυτές που «έχουν εκμεταλλευτεί σχεδόν όλα τα μεγάλα υπάρχοντα προϊόντα, τα κέρδη προέρχονται από την ανάπτυξη νέων προϊόντων».
Πρέπει να προχωρήσουν με βάση την καινοτομία και όχι την προσαρμογή. Μετά από δεκαετίες μετακίνησης από ένα προϊόν σε ένα ελαφρώς πιο προηγμένο, η Γερμανία πρέπει τώρα να βρει εξ ολοκλήρου καινούρια προϊόντα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ξοδευτεί μια περιουσία στην έρευνα και την ανάπτυξη και ας ελπίσουμε ότι οι Γερμανοί επιστήμονες θα βρουν μετασχηματιστικά προϊόντα που κανείς δεν γνωρίζει ότι χρειάζονται. Πρέπει να βρεθεί ένα Walkman ή ένα iPod.
Οι γερμανικές εταιρείες επενδύουν ήδη σε μεγάλο βαθμό στην Έρευνα και την Ανάπτυξη και η κυβέρνηση θα μπορούσε να τους βοηθήσει με περισσότερες δαπάνες. Όμως, ενώ αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη, δεν είναι επαρκές. Η Γερμανία πρέπει να βρει κάτι καινούριο που δεν υπάρχει ακόμη και το οποίο δεν μπορεί ακόμη να δημιουργήσει.
Μέχρι να δημιουργηθεί ένα γερμανικό iPod, η στασιμότητα της γερμανικής παραγωγής φαίνεται να είναι ένα γεγονός που οφείλουμε να αποδεχτούμε. Και αυτό αποτελεί πρόβλημα για όλους τους άλλους.