Είναι πλέον ηλίου φαεινότερο καθώς διανύουμε το τρίτο χρόνο της πανδημίας ότι ο ιός αυτός ήρθε και θα μείνει μαζί μας για πολλά χρόνια δημιουργώντας όσα περισσότερα προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Είναι επίσης βέβαιο ότι η επιστήμη θα τον νικήσει κάποια στιγμή όπως νίκησε και τόσα άλλα δεινά που αντιμετώπισε η ανθρωπότητα φτιάχνοντας ένα εμβόλιο που θα μας προστατεύει από όλες τις μεταλλάξεις του ιού. Η εξέλιξη αυτή βέβαια σύμφωνα με έγκυρες επιστημονικές πήγες από όλο τον κόσμο θα πάρει αρκετά χρόνια.
Έτσι είναι προφανές ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί με τον ιό και να προσαρμόσουμε τόσο την κοινωνική όσο και την οικονομική πραγματικότητα των δυτικών κοινωνιών όσο το δυνατόν καλύτερα ώστε να ξεπεράσουμε αυτή την κρίση με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες.
Ένα παράδειγμα είναι η εκπαίδευση καθώς ο παραδοσιακός τρόπος ο οποίος γινόταν μέχρι σήμερα δηλαδή τα 20 έως 30 παιδιά σε μία τάξη είναι ιδανικός για την μετάδοση του ιού τόσο στα ίδια τα παιδιά όσο και στις οικογένειές τους και από κει στην κοινότητα.
Η εκπαίδευση από μόνη της μπορεί να τροφοδοτήσει σημαντικό ποσοστό του τέταρτου κύματος καθώς τα παιδιά ιδιαίτερα των μικρότερων ηλικιών είναι πολύ δύσκολο τόσο να ελεγχθούν όσο και να πειστούν να ακολουθούν τους κανόνες υγιεινής που χρειάζονται για την αποφυγή του κορονοιου.
Ταυτόχρονα πολλά από τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας όπως των τελευταίων τάξεων του Λυκείου αλλά και αρκετοί φοιτητές, είτε από αντιδραστικότητα που είναι συνυφασμένη με την ηλικία τους, είτε από άλλους λόγους απαξιώνουν και αυτοί τα μέτρα προστασίας και καθυστερούν ή αναβάλλουν συνεχώς τον εμβολιασμό τους.
Όλες οι παραπάνω εξελίξεις θέτουν αβίαστα το ερώτημα: Γιατί δεν λειτουργούμε ως κοινωνία παράλληλα την τηλεκπαίδευση ως προαιρετική;
Ενα μοντέλο δηλαδή όπου το σχολείο θα λειτουργεί κανονικά σε όλη την επικράτεια αλλά όσα παιδιά θέλουν και μπορούν να παρακολουθούν τα μαθήματα των τάξεων τους από το σπίτι τους με αναμετάδοση του ζωντανού μαθήματος από την τάξη.
Τεχνολογικά οι δυνατότητες υπάρχουν, χρειάζονται απλώς να κινητοποιηθούν περαιτέρω οι εκπαιδευτικοί και να παίρνουν κάθε πρωί μαζί τους το laptop τους, ενώ τα σχολεία μας θα πρέπει να αποκτήσουν συνδέσεις ίντερνετ υπερυψηλής ταχύτητας κάτι που θα είναι εφικτό εάν ζητηθεί από τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών οι οποίες έχοντας δείξει σημαντική κοινωνική ευαισθησία στο παρελθόν είναι σίγουρο ότι θα σπεύσουν να τις πραγματοποιήσουν όπου δεν υπάρχουν ήδη.
Μία τέτοια κίνηση θα έχει ως αποτέλεσμα την άμεση πτώση της μετάδοσης του κορονοιού μέσα από την εκπαιδευτική κοινότητα και ταυτόχρονα σημαντικές οικονομίες κλίμακος καθώς αρκετοί γονείς θα αποφύγουν το κόστος της μετακίνησης, των διαγνωστικών τεστ αλλά και το ψυχολογικό άγχος να ελέγχουν τα παιδιά τους δύο φορές την εβδομάδα τουλάχιστον.
Ταυτόχρονα θα μας οδηγήσει λίγο πιο γρήγορα στο αναπόφευκτο μέλλον της τηλεκπαίδευσης που όλοι γνωρίζουμε ότι θα αποτελεί μονόδρομο για τα παιδιά των παιδιών μας. Μήπως θα έπρεπε τελικά έστω σε αυτό τον τομέα να προσπαθήσουμε μία φορά σαν Ελλάδα να κάνουμε πρώτοι από όλους το επόμενο βήμα;
Ι.Α.Φ