Έχουν περάσει 20 μήνες από την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης και δυστυχώς, μετά από ένα καλό για την αγορά τετράμηνο είμαστε πάλι αντιμέτωποι με μέτρα που περιορίζουν την οικονομική δραστηριότητα. Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια κυριαρχούν σε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων, που καλούνται ξανά να λειτουργήσουν χωρίς κέρδη ή ακόμα και με ζημιές.
Σε ένα μάλιστα περιβάλλον που εκτός από τους περιορισμούς που προκαλεί η πανδημία στην οικονομική δραστηριότητα επιβαρύνεται περαιτέρω και από τις αρνητικές παρενέργειες που ασκούν στα εισοδήματα, αλλά και εν γένει στην αγορά, οι σοβαρές πληθωριστικές πιέσεις. Το προηγούμενο καλό τετράμηνο δεν ήταν αρκετό για να καλύψει τις απώλειες 16 μηνών. Η «αποσωλήνωση» της οικονομίας από την κρατική υποστήριξη, που πράγματι κράτησε τις επιχειρήσεις «ζωντανές» τους πρώτους 16 μήνες της πανδημίας, συντελέστηκε σε μια περίοδο που η οικονομία λειτούργησε υπό σχετικά ομαλές συνθήκες.
Οι συνθήκες αυτές, που είναι απαραίτητες για την ανάκαμψη των επιχειρήσεων, έχουν αρχίσει να μεταβάλλονται ξανά επί τα χείρω. Αυτό, επηρεάζει ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις που ανήκουν στους κλάδους εκείνους που χτυπήθηκαν με σφοδρότητα από την πανδημία, θέτοντας εκ νέου ζητήματα για τη βιωσιμότητα τους. Είναι χαρακτηριστικό πως παρά τα μέτρα στήριξης που εφαρμόστηκαν, κατά τη διάρκεια της πανδημίας ο αριθμός των επιχειρήσεων που αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα ρευστότητας αυξήθηκε. Ειδικότερα, και με βάση τις έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, οι επιχειρήσεις με μηδενική ρευστότητα τον Ιούνιο του 2020, δηλαδή στην αρχή της πανδημίας, αντιστοιχούσαν στο 14,8% του συνόλου του μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Ένα χρόνο μετά (Ιούλιος 2021), το ποσοστό αυτό είχε ανέλθει στο 21,4%, ενώ παράλληλα οι υποχρεώσεις συσσωρεύονταν.
Η κατάσταση, μάλιστα, για κλάδους που είχαν αναστείλει τη λειτουργία τους με κρατική εντολή όπως πχ οι επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης ήταν ακόμα πιο δυσμενής. Συγκεκριμένα,σχεδόν διπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις εστίασης με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα μέσα σε ένα μόλις έτος (από 16,4% που ήταν τον Ιούνιο του 2020, στο 28,9% τον Ιούλιο του 2021). Με βάση τα προαναφερόμενα και δεδομένου ότι ήδη οι πρόσφατοι περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα έχουν αρχίσει να επηρεάζουν αρνητικά τις επιχειρήσεις, δημιουργείται η ανάγκη επαναφοράς κάποιων μέτρων στήριξης για τις επιχειρήσεις που πλήττονται.
Ενδεικτικά αναφέρω το μέτρο της απαλλαγής ενοικίου και τη δυνατότητα αναστολής συμβάσεων, ώστε να μη χαθούν θέσεις εργασίας. Επιπλέον, για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων του πληθωρισμού είναι απαραίτητο να εξεταστεί σοβαρά η δυνατότητα μείωσης των ειδικών φόρων στην ενέργεια ή ακόμα και μια προσωρινή μείωση του ΦΠΑ, ώστε να μην μετακυλιστεί το αυξημένο κόστος των επιχειρήσεων στον καταναλωτή. Τέλος, παραμένει ακόμα ζητούμενη η ρεαλιστική διευθέτηση των υποχρεώσεων που συσσώρευσαν οι επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας και εξ αιτίας αυτής. Θα είναι ιδιαίτερα οδυνηρό και θα ακυρώσει όλη τη προσπάθεια που κατέβαλε η κυβέρνηση με τα μέτρα στήριξης που έλαβε το προηγούμενο διάστημα για τον μετριασμό του αρνητικού αντίκτυπου της πανδημίας, εάν τώρα, που κατά τα φαινόμενα βρισκόμαστε κοντά στο τέλος της πρωτόγνωρης αυτής περιόδου, αφήσουμε ένα μεγάλο αριθμό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεωνχωρίς στήριξη υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης.
Γιώργος Καββαθάς, Πρόεδρος ΓΣΕΒΕΕ (Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας)