Είναι βάσιμες οι φιλοδοξίες ανάπτυξης, σήμερα; Σε αυτό το ερώτημα μας απαντάει σήμερα ένας από τους κορυφαίους Έλληνες καθηγητές Οικονομικών ο Δρ, Χάρης Βλάδος σε μία συνέντευξη πού θίγει τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας στην καρδιά τους και ταυτόχρονα προτείνει τις δικές του λύσεις για την οριστική έξοδο από την κρίση.
-Κύριε Βλάδο, ποια εκτιμάτε πως είναι η συνολική κατάσταση για την χώρα μας στις τρέχουσας συνθήκες της παγκόσμιας πανδημίας;
-Όλα δείχνουν πως στο ξεκίνημα του 2022 πως η ελληνική οικονομία εισέρχεται σε μια νέα εποχή. Το τεράστιο το σοκ της παγκόσμιας πανδημίας του Covid-19 φαίνεται πως, στην πρώτη του φάση, απορροφήθηκε σε μεγάλο βαθμό χωρίς ευτυχώς να διαλύσει τον παραγωγικό ιστό και την κοινωνική συνοχή της χώρας μας. Σε αυτό συντέλεσε φυσικά η ισχυρή επεκτατική νομισματική και δημοσιονομική πολιτική που ακολουθήθηκε από την ΕΕ ως ανάχωμα στην αναμενόμενη υφεσιακή πίεση και την οποία αξιοποίησε αποτελεσματικά και η ελληνική κυβέρνηση. Αλλά φυσικά ομιλούμε μόνον για την πρώτη φάση απορρόφησης της πανδημικής κρίσης απλώς, διότι το θέμα φυσικά δεν φαίνεται να τελειώνει εδώ. Και δεν τελειώνει τόσο σε καθαρά υγειονομικούς όρους -καθώς δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν με ουδεμία βεβαιότητα οι μεταλλάξεις του ιού, ακόμα και σε ένα αισιόδοξο σενάριο που λέει πως το αντιικό φάρμακο πλησιάζει- αλλά και σε ευρύτερα κοινωνικοοικονομικούς όρους.
Και για να είμαι ακόμα περισσότερο ευθύς, εκτιμώ πως σε ευρύτερους κοινωνικοοικονομικούς όρους οι προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η οικονομία και η κοινωνία μας θα είναι αρκετά μεγάλες στο άμεσο μέλλον. Το αποτύπωμα της πανδημικής κρίσης, έτσι κι αλλιώς, έχει ήδη αφομοιωθεί δομικά στην οικονομία μας και θα την ακολουθεί αναπόδραστα σε βάθος χρόνου, και στις απώλειες που άφησε αλλά και στις ευκαιρίες που ανάδειξε. Διότι όπως και σε κάθε κρίση, έτσι και σε αυτή που βιώνουμε, συμβαίνει συγχρόνως και ο θάνατος του παλιού και κορεσμένου αλλά και η ανάδυση του νέου και ελπιδοφόρου. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Πλέον και σε στενά βραχυπρόθεσμους όρους το πράγμα μου φαίνεται πως αποδεικνύεται δύσκολο και λεπτό.
-Ποιες νομίζετε πως είναι οι κύριες βραχυπρόθεσμες προκλήσεις για την οικονομία μας, στην προοπτική του επόμενου έτους;
-Όπως και στο παρελθόν έχω γράψει -και φαίνεται να επικυρώνομαι…- τα πιο δύσκολα για την οικονομία μας δείχνουν να ξεκινούν από τα μέσα του 2022. Είχα την άποψη πως στην πρώτη φάση της κρίσης, από τον Μάρτιο του 20 έως και σήμερα, και υπό το φως της «ασπίδας προστασίας» της ΕΕ για όλα τα μέλη της η οικονομία μας θα κατάφερνε να αντέξει. Και δεν έπεσα έξω. Με μια αρκετά ζυγισμένη αλλά και αρκετά «ευρύχωρη» οικονομική πολιτική «πυρόσβεσης» η χώρα μας κατάφερε να αποφύγει την μαζική κατεδάφιση κάποιων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας (κυρίως, την εστίαση, την διασκέδαση και τον τουρισμό) και να διαφυλάξει την τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας μας από συνθήκες ακραίας φτώχειας (πληρωμένες αναστολές εργασίας, επιδοτήσεις ενοικίων, μεταθέσεις ημερομηνιών αποπληρωμής οφειλών, μέτρα αποφυγής απολύσεων κλπ). Αλλά το ζόρι δεν τελειώνει εδώ, δυστυχώς. Κάθε άλλο μάλιστα. Το αναμενόμενο πληθωριστικό κύμα δείχνει να πλησιάζει πλέον τις ακτές, σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οι αυξήσεις ειδικά στις τιμές ενέργειες είναι -και εκτιμώ πως θα παραμείνουν και τους επόμενους μήνες- πολύ ισχυρές, διεθνώς. Το «πορτοφόλι» του Έλληνα θα ζοριστεί αρκετά και αυτό δεν είναι καθόλου απρόσμενο αλλά, για να λέμε την αλήθεια, δεν οφείλεται ούτε στην ολιγωρία ούτε στην αβλεψία της οικονομικής μας πολιτικής. Είναι το ίδιο «παράδοξο» θα έλεγα με την ζαλάδα που νιώθει κάποιος όταν σηκώνεται επιτέλους από το κρεβάτι της «εντατικής». Αναμενόμενη δεν είναι; Εκτιμώ όμως πως αυτές οι άμεσες δυσκολίες θα ξεπεραστούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μέσα στους επόμενους μήνες. Θα το αντέξουμε κι αυτό. Αλλά μετά από αυτό εκτιμώ πως ξεκινάει ένας ακόμα νεότερος γύρος σημαντικών προκλήσεων, ίσως ο πιο σημαντικός, για την οικονομία και την κοινωνία μας. Πλέον, αυτός ο νέος κύκλος προκλήσεων θα αφορά την ικανότητα της οικονομίας μας να χτίσει και να εισέλθει με ταχύτητα σε ένα νέο αναπτυξιακό κύκλο, στηριγμένη σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, επιτέλους. Στο να πετύχει τελικώς ένα νέο άλμα ανάπτυξης. Αυτή θα είναι η «μητέρα των μαχών» για την οικονομία και την κοινωνία μας και η οποία θα προσδιορίσει το μέλλον της χώρας μας για τις επόμενες δεκαετίες…
-Πως αντιλαμβάνεστε αυτήν την «μητέρα των μαχών»;
– Κοιτάξτε. Παρότι ακόμα μέσα σε μια σκληρή παγκόσμια πανδημία η οικονομία μας στέλνει πλέον σημαντικά «σήματα αισιοδοξίας». Αναμφίβολα. Αυξήθηκε σε πολύ σημαντικό ποσοστό το ΑΕΠ το 2021, συνέχισαν να μειώνονται πολλοί φορολογικοί συντελεστές, μειώθηκε σημαντικά η ανεργία το 2021 (πρώτη σε αυτό το σημείο η Ελλάδα στην ΕΕ), συνεχίζουν να έρχονται πολλές νέες ξένες επενδύσεις στην χώρα (και μάλιστα σε σημαντικούς, τεχνολογικά προηγμένους και ευεπίφορους κλάδους δραστηριότητας, δίνοντας πολλές καλές νέες θέσεις εργασίας), αυξάνονται οι καταθέσεις στο τραπεζικό μας σύστημα, μειώνονται τα κόκκινα δάνεια, διατηρείται η εμπιστοσύνη από τις διεθνείς χρηματαγορές, βελτιώνονται οι αξιολογήσεις της οικονομίας μας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης και έχουμε και πολλά άλλα θετικά μηνύματα ακόμα. Όλα αυτά δεν είναι ασήμαντα. Τουναντίον. Αποτελούν σημαντικά επιτεύγματα της οικονομίας μας αλλά και αποδείξεις επιτυχίας της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής της παρούσας κυβέρνησης.
Αλλά όλα αυτά δεν εκτιμώ πως μας αρκούν για την οριστική νίκη στην «μητέρα των μαχών». Αποτελούν μια καλή εκκίνηση, ναι. Αλλά δεν αρκούν να μετασχηματίσουν δομικά την οικονομία μας, να της δώσουν μια νέα πλατφόρμα γρήγορης και βιώσιμης ανάπτυξης στο 21ο αιώνα. Αυτό είναι το κύριο ζητούμενο, πλέον…
-Τι νομίζετε πως λείπει, λοιπόν; Τι πρέπει να γίνει;
-Καταρχάς, πρέπει να δούμε κατά πρόσωπο, πλέον, τα επείγοντα. Πρέπει κάποια στιγμή, όχι πολύ μακρινή, να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε το συστηματικό μάζεμα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μας. Η ευνοϊκή σημερινή κατάσταση της σχετικής χαλαρότητας στις διεθνείς χρηματαγορές δεν θα διαρκέσει για πάντα, να το ξέρουμε. Τα σπρεντ των ομολόγων μας θα αρχίσουν να ανοίγουν όλο και πιο πολύ στο μέλλον αν δεν καταφέρουμε να μειώσουμε γρήγορα και ισόρροπα τα δημοσιονομικά ελλείματα μας μέσα στην ερχόμενη διετία. Αν αυτό δεν επιτευχθεί η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μας θα αποδεικνύεται μέρα την μέρα όλο και βαρύτερη, σαν μια θηλειά που θα κλείνει γύρω από τον λαιμό της οικονομίας μας. Και αν συμβεί κάτι τέτοιο το «παιχνίδι» θα έχει χαθεί οριστικά…
Πέραν όμως της «άμυνας» χρειάζεται και «επίθεση», για να κερδίσεις τον αγώνα πρέπει να σκοράρεις… Στην περίπτωση μας αυτή η «επίθεση» και το σκοράρισμα είναι η ικανότητα που οφείλει να επιδείξει το οικονομικό μας σύστημα στο να ενισχύσει δραστικά την ανταγωνιστικότητα, την καινοτομικότητα και την εξωστρέφεια του μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια. Γρήγορα. Και εδώ το βάρος της ευθύνης δεν πέφτει μονάχα στην πλάτη της κυβέρνησης και το κράτους. Όχι. Εδώ η πρόκληση αφορά κυρίως τον παραγωγικό ιστό της χώρας, τον ιδιωτικό τομέα μας και ειδικότερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μας. Και για αυτές ο δρόμος της νίκης είναι πλέον σαφής: Αξιοποιώντας νέες ευέλικτες στρατηγικές, αφομοιώνοντας τα νέα τεχνολογικά δεδομένα και εφαρμόζοντας αποτελεσματικές σύγχρονες διαχειριστικές μεθοδολογίες μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων…
Εύκολη αυτή η μάχη; Φυσικά και όχι. Είναι εύκολη η μετάβαση του παραγωγικού κορμού της χώρας σε ένα νέο ευσταθές και βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο; Όχι. Χρειάζονται γενναίες εγχύσεις νέας τεχνογνωσίας και ανατροπής των «παλιών νοοτροπιών». Αλλά ευτυχώς πόρους θα έχουμε τα επόμενα χρόνια μέσα από το γενναίο πρόγραμμα του ταμείου ανασυγκρότησης της ΕΕ για να επιχειρήσουμε αυτό το άλμα. Θα καταφέρουμε να το αξιοποιήσουμε κατάλληλα; Θα καταφέρουμε να ενεργοποιήσουμε την δημιουργικότητα και την φαντασία μας, ως κοινωνία; Θα βρούμε τους σωστούς τρόπους για να διαχειριστούμε την αλλαγή σε όλα τα επίπεδα; Θα δείξουμε την αναγκαία υπευθυνότητα ως πολίτες στις κρίσιμες πολιτικές επιλογές που θα βρούμε μπροστά μας;
Θα δείξει. Εγώ νομίζω, ναι. Δεν πρέπει να την χάσουμε και αυτήν την μάχη. Δεν μας αξίζει…
Ο Δρ. Χάρης Βλάδος γεννήθηκε στον Πειραιά και ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Συνέχισε και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές του στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο Paris X – Nanterre.
Συνεργάστηκε με διάφορα ερευνητικά κέντρα και εργάστηκε με επιτυχία ως σύμβουλος επιχειρήσεων και ως συνιδιοκτήτης συμβουλευτικής εταιρίας, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, για μια εικοσαετία περίπου.
Σήμερα, διδάσκει ως μόνιμος Λέκτορας στο αντικείμενο των Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.