Image default
Οικονομία

Η ΕΚΤ δεν ξέρει και δεν μπορεί να παράγει… λιπάσματα

Η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, αναμφίβολα θα επιβραδύνει την «πτώση» του ευρώ, αλλά είναι αδύνατο να αναχαιτίσει την απειλή επισιτιστικής κρίσης στην Ευρώπη, που δρομολογεί η έλλειψη φυσικού αερίου.

Η αύξηση των επιτοκίων, πιθανώς και 0,75% την επόμενη Πέμπτη αναμφίβολα θα εκτονώσει – εν μέρη – τις πιέσεις περαιτέρω διολίσθησης του ευρώ και της αύξησης των πληθωριστικών πιέσεων που την συνοδεύουν.

Σε καμία περίπτωση όμως η νομισματική παρέμβαση της ΕΚΤ δεν μπορεί να παρέμβει και να επηρεάσει το απειλητικό επισιτιστικό – και πληθωριστικό – περιβάλλον που διαμορφώνεται ακόμα και στην Ευρώπη από την ανεπάρκεια φυσικού αερίου. Ένα ενεργειακό προϊόν που αποτελεί βασική προϋπόθεση στην αγροτική παραγωγή σε δύο επίπεδα, αφ’ ενός λόγω της χρήσης του άμεσα στην παραγωγή (θερμοκήπια, κ.λ.π.) και διακίνηση της παραγωγής και αφ’ εταίρου στην παραγωγή λιπασμάτων από τα οποία εξαρτάται άμεσα το εύρος και η αποδοτικότητα της παραγωγικής διαδικασίας.

Σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου της ιταλικής Assofertilizzanti, «η κύρια κατηγορία λιπασμάτων είναι αυτή των αζώτων που είναι επίσης αυτά που επηρεάζονται περισσότερο από τις αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου. Το συνθετικό άζωτο αντιπροσωπεύει το 65-70% των λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και προέρχεται από αμμωνία, NH3 από την οποία η χρήση του αερίου εξαλείφει τον άνθρακα και προσθέτει άζωτο. Χωρίς φυσικό αέριο, ή με φυσικό αέριο σε αυτές τις τιμές, και χωρίς την απρόσκοπτη ροή των αγωγών ή μονάδων επαναεριοποίησης για την εισαγωγή του από χώρες εκτός της Ρωσίας δεν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές λύσεις. Το μόνο πράγμα που μένει είναι να μειωθούν οι δασμοί στην εισαγωγή λιπασμάτων, διότι θα ήταν πιο βολικό να τα εισάγουμε παρά να τα παράγουμε…».

Παρ’ όλα αυτά ακόμα και αυτή η διέξοδος φαίνεται να είναι περιορισμένη. Καθώς λόγω τόσο της ανεπάρκειας όσο και των υψηλών τιμών του φυσικού αερίου η παραγωγή λιπασμάτων μειώνεται δραστικά ενώ την ίδια στιγμή οι τιμές τους αυξάνονται δραματικά με προοπτική περαιτέρω αύξησης μέσα στο 2023.

Η παραγωγή λιπασμάτων μειώνεται καθημερινά στην Ευρώπη με συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να υπολογισθούν ως προς το εύρος των αποτελεσμάτων που θα έχουν στην αγροτική παραγωγή στην Ευρώπη.

Εργοστάσια κλείνουν

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία έχει ήδη κλείσει ή πρόκειται να κλείσει μεγάλος αριθμός παραγωγικών μονάδων εξ αιτίας είτε της έλλειψης πρώτης ύλης είτε λόγω της υψηλής τιμής της πρώτης ύλης.

Για παράδειγμα η νορβηγική πολυεθνική εταιρεία ορυκτών λιπασμάτων Yara International, κολοσσός παγκόσμιας κλίμακας στην παραγωγή λιπασμάτων, έκλεισε το εργοστάσιό της στη Φερράρα της Ιταλίας για δεύτερη φορά φέτος το καλοκαίρι. Πριν λίγους μήνες είχε βάλει στοπ στο αντίστοιχο εργοστάσιό της στην Χάβρη στη Γαλλία.

Από τον Ιανουάριο, η Yara παράγει 15% λιγότερη αμμωνία στην Ευρώπη από πέρυσι, ενώ πρόσφατα ανακοίνωσε ότι θα μειώσει περαιτέρω την παραγωγή της. Συνολικά σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ο Όμιλος θα χρησιμοποιεί σε ευρωπαϊκό έδαφος μόλις το 35% της παραγωγικής του ικανότητας σε αμμωνία.

Πέραν αυτών περικοπές παραγωγής θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες στα εργοστάσια Sluiskil (Ολλανδία) και Tertre (Βέλγιο).

Ο Όμιλος της Yara εκτιμά τις μειώσεις της ετήσιας παραγωγικής ικανότητας στην Ευρώπη σε 3,1 εκατομμύρια τόνους αμμωνίας και 4 εκατομμύρια τόνους τελικών προϊόντων.

Τα άσχημα νέα για την γεωργική παραγωγή δεν σταματάνε όμως εκεί.

Η Azoty, ήτοι ο μεγαλύτερος παραγωγός της Πολωνίας ανακοίνωσε ότι θα αναστείλει το 90% της παραγωγής αμμωνίας και ο επίσης μεγαλύτερος παραγωγός της Λιθουανίας Achema ανακοίνωσε επίσης το κλείσιμο του εργοστασίου του.

Εδώ και καιρό έχει κάνει ανάλογες προειδοποιήσεις ο γερμανικός κολοσσός Basf και τελευταία ανακοίνωσε ότι θα κλείσει το εργοστάσιο του Ludwigshafen εφ’ όσον η τροφοδοσία φυσικού αερίου μειωθεί κάτω από 50%.

Το περιβάλλον αυτό «χτυπάει» στην καρδιά την διαδικασία γεωργικής παραγωγής μειώνοντας δραστικά αφ’ ενός την ικανότητα παραγωγής και αφ’ εταίρου την παραγωγικότητα για βασικά γεωργικά προϊόντα, με άμεση συνέπεια την μείωση της επάρκειας στην διαθεσιμότητα προϊόντων και κατά συνέπεια στην αύξηση των τιμών τους.

Και στο επίπεδο αυτό καμία νομισματική παρέμβαση είτε το 2022 είτε το 2023, δεν μπορεί να ανακόψει την διάρκεια και την ένταση των πληθωριστικών πιέσεων.

Σχετικα αρθρα

Goldman Sachs: Το τέλος της στασιμότητας στην Ευρωζώνη – Τα σενάρια για την ΕΚΤ

admin

ΒΟΕ: Σε διαφορετικό μήκος κύματος από τη Fed προϊδεάζει για μειώσεις επιτοκίων τον Ιούνιο

admin

Influencers: Σκληρή μάχη για την παγκόσμια πίτα των 21 δισ. ευρώ

admin

Εξαγωγές, τουρισμός, Ταμείο Ανάκαμψης οδηγούν σε υπερδιπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από τον μέσο όρο της ευρωζώνης

admin

Ο αριθμός των αφίξεων ξένων τουριστών αυξάνεται τον Μάιο

admin

Φωτοβολταϊκά στη στέγη: Τέλος χρόνου για το πρόγραμμα – Έως 15 Μαΐου οι αιτήσεις

admin

Τι θα συμβεί αν η Ρωσία κερδίσει στην Ουκρανία; Δείτε τι συμβαίνει στη Γεωργία

admin

Τουρκία: Εκτίναξη του πληθωρισμού κοντά στο 70%

admin

Αέριο: Εντός του μήνα η εμπορική πρεμιέρα της «πύλης» LNG στην Αλεξανδρούπολη

admin

Πληθωρισμός: Τα καλά νέα από τον δομικό δείκτη – Το στοίχημα σε μεταφορές, τουρισμό και τρόφιμα

admin

Σιδηρόδρομος: 463 εκατ. ευρώ για την αποκατάσταση του δικτύου από τις ζημιές του Daniel

admin

Τιμές ρεύματος: Τρία εργαλεία για συγκρίσεις στη διάθεση των καταναλωτών

admin