Η παραδοσιακή «Ημέρα Φορολογίας» στη Φινλανδία έδειξε για άλλη μια φορά ότι η βιομηχανία παιχνιδιών της χώρας παραμένει ένα χρυσωρυχείο για τους επιχειρηματίες της. Οι πληροφορίες για τη φορολογία εισοδήματος στη Φινλανδία είναι δημόσιες και τα στοιχεία που αποκάλυψε η Φορολογική Διοίκηση την Τετάρτη (9 Νοεμβρίου) είδαν τους ιδρυτές εταιρειών gaming να βρίσκονται στην κορυφή της λίστας.
Την πρώτη θέση το 2021 κατέλαβε ο Ίλκα Παανάνεν, ιδρυτής της εταιρείας gaming Supercell με έδρα το Ελσίνκι, με κέρδη 58,6 εκατ. ευρώ, ακολουθούμενος από τον Ίλκα Τέπο, ιδρυτή της εταιρείας παιχνιδιών Reworks, με κέρδη που σκαρφάλωσαν στα 46,3 εκατ. ευρώ.
Εάν τα κέρδη είναι υψηλά, το ίδιο ισχύει και για τους φόρους και οι εκατομμυριούχοι συνεισφέρουν στο κράτος πρόνοιας. Ο Παανάνεν πλήρωσε σχεδόν 21,9 εκατ. ευρώ σε φόρο εισοδήματος και ο Τέπο 15,7 εκατ. ευρώ.
Τα στοιχεία έδειξαν επίσης ότι το 2021 πολλές εταιρείες τα πήγαν καλά παρά την πανδημία. Τα έσοδα από τον εταιρικό φόρο έφτασαν σχεδόν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα και η εφορία τσέπωσε περίπου 7,3 δισ. ευρώ από τις φινλανδικές εταιρείες. Για παράδειγμα, η Supercell πλήρωσε 153 εκατ. ευρώ και ήταν ο μεγαλύτερος εταιρικός φορολογούμενος στη χώρα.
Η δημοσιοποίηση των πληροφοριών για τη φορολογία εισοδήματος έχει επίσης επικριθεί και όσοι είναι αντίθετοι υποστηρίζουν ότι η πρακτική αυτή διαδίδει περιττή ζήλια. Ωστόσο, οι πολίτες μπορούν να ζητήσουν να διαγραφούν τα ονόματά τους από τον κατάλογο, δικαίωμα που χρησιμοποίησαν φέτος περίπου 1.700 άτομα. Οι κορυφαίοι πολιτικοί δεν έχουν την πολυτέλεια να αποφεύγουν τη λίστα.
Οι αποδοχές της πρωθυπουργού Σάνα Μάριν το 2021 ήταν 200.890 ευρώ.
Συχνά κρυμμένο πίσω από τα πρωτοσέλιδα των σκανδαλοθηρικών εφημερίδων είναι το γεγονός ότι όσοι κερδίζουν πάνω από 100.000 ευρώ ετησίως αποτελούν λιγότερο από το 3% των εισοδηματιών, αλλά το μερίδιό τους από όλα τα έσοδα του φόρου εισοδήματος υπερβαίνει το 20%.
Το μεγαλύτερο βάρος σηκώνει η μεσαία τάξη. Σύμφωνα με την Ένωση Φορολογουμένων της Φινλανδίας, το 13,3% ανήκει σε μια ομάδα που κερδίζει μεταξύ 50.000 και 100.000 ευρώ ετησίως. Η συνεισφορά τους στο σύνολο των φόρων εισοδήματος είναι 33,5%.
(Pekka Vänttinen | EURACTIV.com)