Image default
Οικονομία

Σε ποια ζητήματα παραμένει ανήσυχη η Standard & Poor’s για τις ελληνικές τράπεζες

Τις βασικές τις θέσεις ως προς την πορεία που θα χαράξουν οι ελληνικές τράπεζες αναλύει η Standard & Poor’s τονίζοντας πως αναμένεται ευρύτερα να αντιμετωπίσουν ένα δύσκολο έτος καθώς οι οικονομικές προοπτικές επιδεινώνονται.

Τις βασικές της θέσεις ως προς την πορεία που θα χαράξουν οι ελληνικές τράπεζες σε ένα δύσκολο έτος καθώς οι οικονομικές προοπτικές επιδεινώνονται ευρύτερα, αναλύει η Standard & Poor’s.

Όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος, οι οικονομικές προοπτικές δυσχεραίνουν σε ολόκληρη την Ευρώπη εξαιτίας του αυξανόμενου πληθωρισμού στη βάση του ενεργειακού «πολέμου» και των απότομων αυξήσεων των επιτοκίων, με την Ελλάδα να μην είναι άτρωτη και απρόσβλητη σε αυτό το περιβάλλον της οικονομικής επιβράδυνσης και με την S&P να αναμένει πλέον μια επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας το 2023 (στο 1,4% το 2023 αν και υψηλότερη από αυτή των υπόλοιπων ευρωπαϊκών οικονομιών, με μια αυξημένη πιθανότητα για μια καθοδική πορεία της οικονομίας για τα επόμενα δύο χρόνια – γεωπολιτικοί κίνδυνοι).

Στα σημεία που δίνει ιδιαίτερη έμφαση είναι πως οι ελληνικές τράπεζες είναι καλύτερα προετοιμασμένες και εφοδιασμένες σε σύγκριση με το παρελθόν ώστε να αντιμετωπίσουν μια ύφεση. Μέχρι το τέλος του 2022, οι τράπεζες είχαν ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος της διαδικασίας εξυγίανσης και μετασχηματισμού τους, διαθέτοντας πλέον «καθαρότερους» ισολογισμούς, με μεγαλύτερη έμφαση στο βασικό τμήμα των δραστηριοτήτων τους και ένα πιο ισορροπημένο προφίλ χρηματοδότησης. Από την άλλη, η ανθεκτικότητα στην ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ο βασικός κίνδυνος γύρω από τις εκτιμήσεις της S&P. Ειδικότερα, η ικανότητα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να απορροφούν τα αυξημένα κόστη ενέργειας αλλά και των τόκων και να αντέχουν την υποτονική οικονομική δραστηριότητα είναι εξαιρετικά αβέβαιη, όπως σημειώνει.

Βέβαια, τα κεφάλαια των τραπεζών θα συνεχίσουν να αποτελούν μια βασική αδυναμία, κατά τη Standard & Poor’s, εξαιτίας του υψηλού ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC). Ενώ λοιπόν αναμένει μια βελτίωση των δεικτών προσαρμοσμένων ως προς τον κίνδυνο κεφαλαίου (RAC), ιδίως για την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank, με προβλεπόμενους δείκτες RAC άνω του 5% έως το τέλος του 2024, συνεχίζει να θεωρεί ότι τα κεφάλαια είναι χαμηλής ποιότητας λόγω του υψηλού μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων, που αποτελεί περιορισμό ως προς την αξιολόγησή τους.

Ωστόσο, ο οίκος αξιολόγησης βλέπει κάποια ανοδική πορεία στο σκέλος της κερδοφορίας τους εξαιτίας της αύξησης των περιθωρίων ενεργητικού στη βάση των υψηλότερων επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της συνεχούς επέκτασης δανεισμού που υποστηρίζεται από τα ευρωπαϊκά κεφάλαια. Εξού και εκτιμά πως οι τράπεζες είναι πιθανό να επανέλθουν στο «δρόμο» της διανομής μερισμάτων το 2023 και το 2024, σηματοδοτώντας και το τέλος της αναδιάρθρωσής τους.

Κατά τη Standard & Poor’s η άφθονη ρευστότητα στο σύστημα θα περιορίσει την ανατιμολόγηση των καταθέσεων, αν και η αστάθεια της αγοράς και η πολιτική της ΕΚΤ που μετατοπίζεται προς την απόσυρση των νομισματικών κινήτρων (ειδικά ως προς τις στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης – TLTRO – 15,4 δισ. ευρώ πρόκειται να αποπληρωθούν έως το τέλος του 2022 από τα συνολικά 50,6 δισ. ευρώ που έχουν δανειστεί) θα καταστήσουν τα μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικά μέσα της αγοράς οικονομικά μη ελκυστικά, επιβαρύνοντας την κερδοφορία των τραπεζών. Ειδικότερα, η «οικοδόμηση» των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) θα μπορούσε να αποδειχθεί μια πρόκληση.

Επιπλέον, ο αμερικανικός οίκος αναμένει μια περιορισμένη επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού εξαιτίας της δομής του χαρτοφυλακίου των τραπεζών. Οι τράπεζες διέθεσαν τα πιο αδύναμα δάνεια που κατέιχαν στα βιβλία τους κατά τη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης και το υψηλό ποσοστό των δεσμευμένων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) υποδηλώνει ότι τα ποσοστά αθέτησης μπορεί να είναι χαμηλότερα από ό,τι στο παρελθόν.

Παράλληλα, τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών έχουν ήδη δοκιμαστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου, καθώς οι σημερινοί πελάτες τους έχουν επιβιώσει από πολλές κρίσεις, όπως σημειώνει η Standard & Poor’s. Ωστόσο, τα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών αντικατοπτρίζουν την δομή και την εικόνα της ελληνικής οικονομίας, με κάποια συγκέντρωση σε κυκλικούς κλάδους όπως ο τουρισμός, το real estate, οι κατασκευές και η ναυτιλία, που ενδέχεται να δεχθούν ένα μεγαλύτερο πλήγμα καθώς η οικονομία επιβραδύνεται. Συνεπώς, μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη το 2022, η τουριστική περίοδος του 2023 θα είναι ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες της μελλοντικής ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών.

Από την άλλη, η δημιουργία στεγαστικών δανείων παρέμεινε υποτονική τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ελλάδα εξακολουθούσε να ανακάμπτει από την προηγούμενη οικονομική κρίση, μειώνοντας τις πιθανότητες δημιουργίας ανισορροπιών στα χαρτοφυλάκια προτού επέλθει μια αλλαγή στον κύκλο. Επιπλέον, αναμένει πως η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας και της απασχόλησης στην Ελλάδα και το πρόγραμμα προσωρινής επιδότησης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για ευάλωτους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων να στηρίξει την οικονομική ικανότητα των νοικοκυριών παρά την αύξηση των επιτοκίων και τον πληθωρισμό.

Συνεπώς, η S&P Global Ratings αναμένει ότι το κόστος κινδύνου του εγχώριου τραπεζικού κλάδου θα φθάσει τις 80 μονάδες βάσης το 2023, μετά από ένα μέσο όρο άνω των 300 μονάδων βάση το 2018 – 2021 καθώς οι τράπεζες ολοκλήρωσαν τις εκποιήσεις NPE τους.

Έμφαση δίνεται από τη S&P και στο κομμάτι των πολιτικών παρεμβάσεων για τη στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών από την πλευρά των τραπεζών. Όπως σημειώνει οι πολιτικές πιέσεις και ο αυξημένος ανταγωνισμός ενδέχεται να επιφέρει μια μετακύλιση του οφέλους της αύξησης των επιτοκίων από τις τράπεζες προς τους πελάτες τους, ενώ η επίτευξη των στόχων MREL θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο ακριβή από ό,τι ανέμεναν οι τράπεζες.

Παράλληλα, «οι κυβερνητικές ενέργειες για τον περιορισμό των οφελών των τραπεζών θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν να αναθεωρήσουμε τη βασική μας εκτίμηση. Οι πιθανές παρεμβολές περιλαμβάνουν την αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων, τον περιορισμό των προμηθειών ή τη θέσπιση πρόσθετων φόρων ή μέτρων για την υποστήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών» αναφέρει η S&P.

Σχετικα αρθρα

Καλά νέα από την απασχόληση στη Γερμανία – Συνεχίστηκε τον Φεβρουάριο η αύξηση των εργαζομένων

admin

Βρετανία: Σε ύφεση η οικονομία και στο δ’ τρίμηνο του 2023

admin

«Ημέρα Καριέρας στον Τουρισμό» το Σάββατο στο ΣΕΦ: «Παράθυρο» εργασίας για πάνω από 3.000 θέσεις

admin

Κίνα: Ετήσια αύξηση 73,5% κατέγραψε ο αριθμός των τουριστών το 2023 στη Σαγκάη

admin

Γερμανία: Απροσδόκητη μείωση για τις λιανικές πωλήσεις τον Φεβρουάριο

admin

Πέθανε ο νομπελίστας Ντάνιελ Κάνεμαν, πρωτοπόρος στη μελέτη των αποφάσεων στην οικονομία

admin

Έφοδοι της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε εταιρείες πληροφορικής και τεχνολογίας

admin

Ευρωπαϊκή Ένωση: Μετά την Ρωσία και την Κίνα, αντιμετωπίζει επίσης απειλή από τις Ηνωμένες Πολιτείες

admin

Αυξάνεται η συμμετοχή των κατασκευών στο ΑΕΠ

admin

Έρχονται ειδικοί «Ράμπο» για όλα τα ακίνητα – Τι θα «σκανάρουν»

admin

ΑΑΔΕ: Παρατάση καταβολής οφειλών λόγω της ειδικής διατραπεζικής αργίας

admin

ΑΔΜΗΕ: Συνάντηση εργασίας με τον Διαχειριστή της Αλβανίας

admin