Image default
Οικονομία

Tι φοβούνται στη Φρανκφούρτη μετά την αποφυγή του αμερικανικού χρεοστασίου

Η άντληση 1 τρισ. δολαρίων μέσω έκδοσης αμερικάνικων κρατικών ομολογων θα στεγνώσει τις αγορές, αυξάνοντας τον κίνδυνο ύφεσης στις ΗΠΑ.

Μπορεί να αποφεύχθηκε το «χειρότερο», δηλαδή η χρεοκοπία των ΗΠΑ την 5η Ιουνίου, μετά τη συμφωνία Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικανών για την αύξηση του ορίου του αμερικανικού δημοσίου χρέος, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως μπορεί στα σίγουρα να αποφευχθεί και το «λιγότερο κακό» λόγω της αποφυγής του χρεοστασίου της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη.

Και αυτό το «λιγότερο κακό» είναι η πλημμύρα ομολόγων με τα οποία αναμένεται να κατακλύσει τις αγορές το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να γεμίσει τα άδεια ταμεία του. Αυτό θα οδηγήσει στην απομύζηση 1 τρισ. δολαρίων από τις αμερικανικές κεφαλαιαγορές και έτσι σε μία μείωση των τιμών των κερδών των αμερικανικών μετοχών και ομολόγων τους επόμενους δύο μήνες.

Οι παραπάνω εξελίξεις θα μπορούσαν σε συνδυασμό με την εφαρμογή της πολιτικής της «ποσοτικής σύσφιξης» να αυξήσουν τις τάσεις της αμερικανικής οικονομίας προς την ύφεση.

Αυτό το σενάριο φοβούνται στη Φρανκφούρτη, σύμφωνα με δημοσίευμα της Handelsblatt, επισημαίνοντας την προειδοποίηση της JP Morgan: «Παραμένουμε επιφυλακτικοί στα στοιχεία ενεργητικού με κίνδυνο», εννοώντας κυρίως τις μετοχές, αλλά επηρεάζονται και τα ομόλογα.

Πίσω από την προειδοποίηση του γίγαντα της Wall Street βρίσκονται τα απόνερα της σκληρής διαμάχης για το ανώτατο όριο του αμερικανικού χρέους, σημειώνει η γερμανική εφημερίδα.

Υπενθυμίζεται πως πριν η αμερικανική κυβέρνηση ξεμείνει από χρήματα στις 5 Ιουνίου, οι Ρεπουμπλικάνοι και ο Δημοκρατικός Λευκός Οίκος συμφώνησαν να αυξήσουν το ανώτατο όριο του αμερικανικού δημοσίου χρέους. Με τον τρόπο αυτό απετράπη μία τρομακτική καταστροφή στις αγορές, δηλαδή μια χρεοκοπία του μεγαλύτερου οφειλέτη του κόσμου, των ΗΠΑ. Αλλά η διαμάχη για το χρέος θα εξακολουθήσει να έχει συνέπειες.

Προς το παρόν το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών θα κατακλύσει τις αγορές με μια πλημμύρα ομολόγων για να γεμίσει τα άδεια ταμεία. Αυτό θα στεγνώσει περαιτέρω την ήδη μειωμένη ρευστότητα σε όλες τις αγορές λόγω της ταχείας στροφής στη νομισματική πολιτική.

Οι αναλυτές της JP Morgan υπολογίζουν το αποτέλεσμα αυτό σε 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η συνέπεια θα είναι η μεγαλύτερη συρρίκνωση των ελεύθερων κεφαλαίων από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η οποία θα μπορούσε να κοστίσει περίπου 5% σε κέρδη τιμών για τις αμερικανικές μετοχές και τα ομόλογα, λένε.

Η Citigroup εκτιμά παρομοίως ότι η αρνητική επίδραση θα είναι 5,4% τους επόμενους δύο μήνες για τον ευρύ αμερικανικό δείκτη μετοχών S&P 500.

Οι αναλυτές της Bank of America υποθέτουν ότι η επίδραση είναι συγκρίσιμη με άλλη μια αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 1/4 της ποσοστιαίας μονάδας.

Μια ματιά στις λεπτομέρειες δείχνει ότι συγκλίνουν αρκετοί κίνδυνοι.

Από τις αρχές του έτους, παρατηρήθηκε μια εκπληκτική ανάκαμψη των χρηματιστηρίων μετά την πτώση των τιμών των μετοχών το 2022, με την ώθηση να προέρχεται, όπως σχεδόν πάντα, κυρίως από την παγκόσμια κυρίαρχη κεφαλαιαγορά των ΗΠΑ.

Οι λόγοι για αυτήν την ανάκαμψη ήταν οι εξής:

  • Η πτωτική τάση του πληθωρισμού, η οποία τροφοδότησε τις ελπίδες για τερματισμό ή ακόμη και αντιστροφή της αυστηρής νομισματικής πολιτικής που είχε προκαλέσει ταχεία αύξηση των επιτοκίων πέρυσι, οδηγώντας σε απώλειες τιμών για τις μετοχές και τα ομόλογα.
  • Όσο μαίνοταν η διαμάχη μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών υπήρξε έμμεσα τόνωση της ρευστότητας καθώς δεν ασκήθηκε μεγάλη πίεση στις τιμές των μετοχών και των ομολόγων (σ.σ. ακριβώς γιατί δεν είχε τεθεί θέμα άντλησης 1 τρισ. δολαρίων μέσω έκδοσης ομολόγων) παρά την αγωνία στην οποία κράτησε τις αγορές σε αγωνία για μήνες.

Αντιστρέφεται η κατάσταση

Αυτό το αποτέλεσμα αντιστρέφεται, μετά τη συμφωνία Δημοκρατικών – Ρεπουμπλικανών για την αύξηση του ορίου χρέους των ΗΠΑ.

Και αυτό γιατί η αμερικανική κυβέρνηση θα εισπράξει 1 τρισεκατομμύριο δολάρια μέσω πωλήσεων κρατικών ομολόγων χωρίς να ξοδεύει αμέσως ξανά τα χρήματα. Αυτό σημαίνει, όμως, πως αυτά τα χρήματα εξαφανίζονται από την κυκλοφορία. Αυτό συμβαίνει σε δύο επίπεδα:

  • Όταν οι τράπεζες αγοράζουν τα ομόλογα, μειώνουν τα αποθέματα ρευστότητάς τους, τα οποία είναι κατατεθειμένα στη Fed. Αυτό μειώνει το περιθώριο των τραπεζών να αγοράζουν άλλους τίτλους και εμποδίζει επίσης την ικανότητά τους να δημιουργούν νέο λογιστικό χρήμα για τους πελάτες τους μέσω δανεισμού, διότι καθώς αυξάνεται ο ισολογισμός τους, πρέπει να διατηρούν περισσότερη ρευστότητα στη Fed σύμφωνα με τους ισχύοντες εποπτικούς κανόνες.
  • Οι επενδυτές εκτός του τραπεζικού τομέα αγοράζουν τα ομόλογα, και στη συνέχεια τα χρήματα απορροφώνται απευθείας.

Σε κάθε περίπτωση, θα είναι λιγότερα είναι διαθέσιμα για τις κεφαλαιαγορές, αλλά και για την αμερικανική οικονομία στο σύνολό της. Αυτό τείνει να οδηγήσει σε ασθενέστερη ζήτηση από τους επενδυτές και, συνεπώς, σε πίεση στις τιμές, τονίζει η Handelsblatt.

Επιπλέον, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ούτως ή άλλως υψηλές ανάγκες αναχρηματοδότησης. Ο Οτάβιο Κόστα, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Crescat Capital Markets, επισημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν πάνω από το 40% του χρέους τους σε λιγότερο από δύο χρόνια – με πιθανώς πολύ υψηλότερα επιτόκια από ό,τι πριν από ένα χρόνο – σε αντίθεση με τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία χρηματοδοτούνται για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Ο Κόστα φοβάται μάλιστα ότι κάποια στιγμή η Fed θα πρέπει να αγοράσει ομόλογα, αν δεν βρεθούν αρκετοί άλλοι αγοραστές για τα κρατικά ομόλογα.

Σε περίπτωση αμφιβολίας, δηλαδή σε περίπτωση οξείας συμπίεσης στην αγορά ομολόγων, η Fed θα πρέπει πράγματι να παρέμβει. Όμως στην πραγματικότητα εκτελεί ένα εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα στο πλαίσιο της νομισματικής σύσφιξης: αφήνει τα ομόλογα του χαρτοφυλακίου ενεργητικού της να λήξουν χωρίς να τα αντικαταστήσει με νέες αγορές.

Το πρόγραμμα ονομάζεται “ποσοτική σύσφιξη” (QT) και είναι το αντίθετο της “ποσοτικής χαλάρωσης” (QE), την οποία η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ χρησιμοποιούσε επί χρόνια πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού για να συμπιέσει τα μακροπρόθεσμα επιτόκια και να ενισχύσει τον πληθωρισμό, ο οποίος έτεινε να είναι πολύ χαμηλός εκείνη την εποχή.

Στη συνέχεια, οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο αντέδρασαν στην πανδημία με πρόσθετες μαζικές αγορές ομολόγων, οι οποίες ταυτόχρονα διευκόλυναν τη γενναιόδωρη οικονομική βοήθεια προς τα κράτη για τις αντίστοιχες οικονομίες και τους πληθυσμούς τους.

Ο κίνδυνος ύφεσης αυξάνεται

Οι κεντρικές τράπεζες συγκεντρώνουν και πάλι αυτά τα χρήματα μέσω της “ποσοτικής σύσφιξης” (QT).

Σύμφωνα με το σχέδιο, η Fed θέλει να μειώσει το σύνολο του ισολογισμού της κατά 95 δισεκατομμύρια δολάρια τον μήνα. Πάντα μπορεί να υπάρξουν αναποδιές, όπως η τραπεζική κρίση τον Μάρτιο, όπου χρειάστηκε να παρέμβει με πρόσθετη οικονομική βοήθεια.

Αλλά η τάση είναι σαφής: τα χρήματα αποσύρονται από την αγορά. Παρομοίως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να εγκαταλείψει εντελώς τις αγορές αντικατάστασης ληξιπρόθεσμων τίτλων για ένα από τα προγράμματα ομολόγων της, γνωστό με το ακρωνύμιο APP, αρχής γενομένης από τον Ιούλιο.

Οι εμπειρογνώμονες της JP Morgan επισημαίνουν ότι η απόσυρση της ρευστότητας δεν είναι ο μόνος κίνδυνος στις αγορές. Όλο και περισσότεροι επιφανείς χρηματιστές, όπως ο Τσάρλι Μάντζερ, το δεξί χέρι του μεγάλου επενδυτή Γουόρεν Μπάφετ, προειδοποιούν για πιστωτική κρίση και αυξανόμενους κινδύνους ύφεσης.

Και τα δύο συνδέονται: Η ρευστότητα λείπει από τις κεφαλαιαγορές, αλλά και από την πραγματική οικονομία. Σε νέα μελέτη της, η Deutsche Bank καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι πιστωτικές συνθήκες στις ΗΠΑ δείχνουν αδιαμφισβήτητα προς την κατεύθυνση της ύφεσης. Η Goldman Sachs ανεβάζει την πιθανότητα αυτή στο 25%.

Ένας άλλος παράγοντας είναι πως πολλές εταιρείες παγκοσμίως έχουν επίσης χρησιμοποιήσει τον πληθωρισμό για να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους, όπως έχει επισημάνει πολλές φορές, για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Εάν ο πληθωρισμός μειωθεί, όπως διαφαίνεται, τα εταιρικά κέρδη, τα οποία ήταν εκπληκτικά σταθερά μέχρι τώρα, μπορεί επίσης να εξαφανιστούν με αυτό το αποτέλεσμα.

Σχετικα αρθρα

Βουλή: Ψηφίστηκαν από Ολομέλεια ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και η τροπολογία για «καλάθι του νονού»

admin

Π. Τσακλόγλου: Επιλέγουν τις χαμηλές εισφορές, που όμως οδηγεί σε χαμηλό βιοτικό επίπεδο στο μέλλον

admin

Γερμανικό «φρένο» στον πληθωρισμό – Ξεκίνησε η σκυταλοδρομία με ΕΚΤ για νομισματική σταθερότητα

admin

Συμπεράσματα Ευρωπαϊκού Συμβουλίου: Προς μία νέα ευρωπαϊκή συμφωνία για ανταγωνιστικότητα – Τα ορόσημα έως το καλοκαίρι του 2025

admin

Η Ατζέντα 2024 του ΔΝΤ: Οι 3 προτεραιότητες – Οι «πονοκέφαλοι»

admin

Από 15… κόσκινα οι επαγγελματίες που αμφισβητούν τα τεκμήρια

admin

ΥΠΕΝ: Σημαντικές δεσμεύσεις 11,35 δισ. δολαρίων για τους Ωκεανούς

admin

Θεοχάρης: Η oικονομία δεν πάει καλά μόνο στα χαρτιά αλλά και στην πραγματικότητα

admin

Χ. Θεοχάρης: Η οικονομία δεν πάει καλά μόνο στα χαρτιά αλλά και στην πραγματικότητα

admin

Κ. Σκρέκας: Συνεχίζεται η προσπάθεια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού

admin

ΗΠΑ: Αμετάβλητες οι νέες αιτήσεις για τα επιδόματα ανεργίας

admin

Σε ισχύ από 22/4 το «Καλάθι των Νονών», από τις 24/4 το «Καλάθι του Πάσχα» – Ποια προϊόντα θα περιλαμβάνουν

admin