Image default
Opinion LEADERS

ESG στη ναυτιλία: Προκλήσεις κλαδικής πολιτικής και επιχειρηματικού σχεδιασμού – Ανδρέας Ανδρικόπουλος

Ο Ανδρέας Ανδρικόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Τα βιβλία του Κρίση και Ρεαλισμός (2015), Κοινωνική Χρηματοοικονομική (2019) και Χρηματοοικονομική (2022) κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Προπομπός.

Η βιωσιμότητα είναι σημαντική για τη ναυτιλία, αναδυόμενη ως βασική αρχή τόσο στο επίπεδο της πολιτικής όσο και στο επίπεδο επιχειρήσεων. Η συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή το 2015 και η Ατζέντα 2030 του ΟΗΕ την ίδια χρονιά αποτέλεσαν ορόσημα για την αντίδραση των κυβερνήσεων, των οργανισμών, των επιχειρήσεων και των πολιτών στην κλιματική αλλαγή. Προκάλεσαν τη διάχυση των αρχών της βιωσιμότητας σε ολόκληρο το φάσμα της παγκόσμιας οικονομίας, από τα σχολεία μέχρι τα στρατόπεδα και από τις υπηρεσίες δημόσιας διοίκησης μέχρι τη διάλυση πλοίων. 

Αυτές οι θεσμικές αλλαγές δεν συνετελέστηκαν σε ένα ιστορικό κενό. Σε επίπεδο πολιτικής είχαν προηγηθεί πρωτοβουλίες όπως, ενδεικτικά, οι Διασκέψεις Κορυφής του Ρίο και σε επίπεδο επιχειρήσεων είχαν προηγηθεί καθιερωμένα ρεύματα επιχειρηματικής πολιτικής όπως η εταιρική κοινωνική ευθύνη. Πριν από έναν περίπου μήνα, η οριστικοποίηση των κανόνων του FuelEU Maritime αποτέλεσε μια ακόμα ένδειξη της αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε παγκόσμιους στόχους, περιφερειακά ρυθμιστικά πλαίσια και κλαδικές στρατηγικές στην κατεύθυνση της επιδίωξης της βιωσιμότητας. 

Ωστόσο, η βιωσιμότητα δεν αφορά μόνο το φυσικό περιβάλλον, αφορά και την κοινωνική συνοχή και ευημερία. Αυτό είναι ξεκάθαρο στην Ατζέντα 2030 του ΟΗΕ, στα αντίστοιχα ρυθμιστικά πλαίσια και κρατικές πολιτικές, καθώς και στις εκθέσεις (και πολιτικές) βιωσιμότητας των ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Έχοντας κατά νου τη σημασία της βιωσιμότητας για τους επενδυτές, δίπλα στο περιβάλλον (Environment – E) και στην κοινωνία (Society – S) αναδύεται και η διακυβέρνηση (Governance – G) των επιχειρήσεων, μεριμνώντας κυρίως για την προστασία των μετόχων, την ανώτερη διοίκηση και τον εσωτερικό έλεγχο των εταιριών που είναι εισηγμένες σε χρηματιστηριακές αγορές. Σε αυτό το περιβάλλον, μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες εκδίδουν ετήσιες εκθέσεις βιωσιμότητας ή εκθέσεις ESG.

H ανάδυση του ESG στη ναυτιλία αντιμετωπίζει ορισμένες θεμελιώδεις προκλήσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο, την άσκηση κρατικής πολιτικής και τα επιχειρηματικά μοντέλα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων.

Πρόκληση πρώτη: η υποχρεωτική πληροφόρηση των ενδιαφερόμενων μερών της ναυτιλίας σχετικά με τη βιωσιμότητα καλύπτει ένα μικρό μέρος των επιπτώσεων της ναυτιλίας στην κοινωνία και στο περιβάλλον, αφήνοντας τη διάχυση σημαντικών πληροφοριών στη διακριτική ευχέρεια των ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Επιπλέον, ο τρόπος παρουσίασης των πληροφοριών βιωσιμότητας δεν είναι ομοιόμορφος, με κάποιες ναυτιλιακές επιχειρήσεις να βασίζονται στα πρότυπα του Global Reporting Initiative, κάποιες άλλες στα πρότυπα του Sustainability Accounting Standards Board και άλλες σε κανένα από αυτά τα πρότυπα. Η απουσία κοινού και δεσμευτικού πλαισίου πληροφόρησης για τη βιωσιμότητα εμποδίζει την άρθρωση και την υλοποίηση εταιρικών στρατηγικών στη ναυτιλία και συχνά αποτρέπει την προσέλκυση κεφαλαίων από επενδυτές με περιβαλλοντικές και κοινωνικές προτεραιότητες.

Πρόκληση δεύτερη: ο στρατηγικός σχεδιασμός των ναυτιλιακών επιχειρήσεων για τη βιωσιμότητα καθώς και η διάρθρωση της διαχεόμενης πληροφόρησης πρέπει να λάβει υπόψη ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη της ναυτιλίας έχουν διαφορετικές ανάγκες πληροφόρησης γιατί έχουν διαφορετικές προτεραιότητες. Ενδεικτικά, τα ενδιαφερόμενα μέρη περιλαμβάνουν τους πλοιοκτήτες και του εφοπλιστές, το προσωπικό των ναυτιλιακών επιχειρήσεων στη θάλασσα και στη στεριά, επιχειρήσεις σε όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας της ναυτιλίας, πιστωτές, τοπικές κοινότητες, κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές, μη κυβερνητικές οργανώσεις κ.α. Οι απόψεις και οι ανάγκες πληροφόρησης όλων αυτών των ενδιαφερόμενων μερών για τη βιωσιμότητα ποικίλουν. Αντίστοιχα, ποικίλουν οι πολιτικές και οι ανάγκες πληροφόρησης σχετικά με διαφορετικούς στόχους βιωσιμότητας. Π.χ., η συνεισφορά μιας ναυτιλιακής επιχείρησης στη οικονομική μεγέθυνση και την πλήρη απασχόληση ενδέχεται να συγκρούεται με τη συνεισφορά της στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος (η αναφορά στις μικρές νησιωτικές οικονομίες στο πλαίσιο του Στόχου Βιώσιμης Ανάπτυξης 14 αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα). Η σύνθεση των διαφορετικών προτεραιοτήτων σε μια ενιαία κλαδική και εταιρική στρατηγική αναπόφευκτα θα περιλαμβάνει υποχωρήσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη και θα φέρει διακριτό ιδεολογικό πρόσημο (η έμφαση στη συμπεριληπτικότητα και την προστασία του περιβάλλοντος είναι ενδεικτικές ως προς αυτό).

Πρόκληση τρίτη: Οι κλαδικές πρωτοβουλίες για τη βιωσιμότητα, όπως το Clean Cargo και οι Poseidon Principles είναι σημαντικές στη συνεισφορά της ναυτιλίας ως προς τη διαχείριση της κλιματικής κρίσης. Ωστόσο, συχνά διαμορφώνονται από μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, οι οποίες μπορούν να αξιοποιήσουν οικονομίες κλίμακας και να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο, ενώ οι μικρότερες ναυτιλιακές επιχειρήσεις δεν μπορούν εξίσου εύκολα να αλλάξουν την τεχνολογία, τη στρατηγική και την κλαδική τους εστίαση. Αυτό είναι σημαντικό γιατί, σε κάποιο βαθμό, οι κλαδικές πρωτοβουλίες προλαμβάνουν και συνεκτιμώνται στις επακόλουθες ρυθμίσεις των αρμόδιων αρχών, διαμορφώνοντας έτσι ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον που ενίοτε ευνοεί τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις έναντι των μικρότερων, συρρικνώνοντας τη δυναμική του ανταγωνισμού.

Πρόκληση τέταρτη: Η σημασία του περιβάλλοντος και τις κοινωνίας για πολίτες και επενδυτές ενδέχεται να δημιουργήσει τον πειρασμό προβολής ανακριβών πληροφοριών σχετικά με την επίδραση των ναυτιλιακών επιχειρήσεων (πρόκειται για το λεγόμενο greenwashing και socialwashing). Σε αυτό το περιβάλλον, αναδύεται ως σημαντικός ο μηχανισμός του εσωτερικού και του εξωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η ακρίβεια των πληροφοριών βιωσιμότητας και, επομένως, να υποστηρίζεται η αποτελεσματικά η λήψη αποφάσεων από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Πρόκληση πέμπτη: Οι εκθέσεις των ναυτιλιακών επιχειρήσεων σχετικά με το ESG και τη βιωσιμότητα δεν αποτυπώνουν τον αντίκτυπο της ναυτιλίας στην κοινωνία και το περιβάλλον, αλλά τις προσπάθειες των ναυτιλιακών επιχειρήσεων προς αυτή την κατεύθυνση, ανεξάρτητα από τον αντίκτυπο. Αυτό δεν είναι πρόβλημα μόνο για τη ναυτιλία, αλλά για το σύνολο της οικονομίας και, γενικά, μοιάζει άλυτο. Ενδεικτικά, μια ναυτιλιακή επιχείρηση μπορεί να γνωστοποιεί την κατανομή των εργαζομένων ανά φύλο και εθνικότητα. Ως προς την κοινωνική βιωσιμότητα, αυτές οι πληροφορίες σχετίζονται με τη συμπεριληπτικότητα και την οικονομική ανάπτυξη, χωρίς όμως να ξέρουμε αν οι αντίστοιχες κοινωνίες αναβάθμισαν την συνοχή και την ευημερία τους ως αποτέλεσμα των συγκεκριμένων πολιτικών (π.χ., η δήλωση μιας ναυτιλιακής εταιρείας ότι 45% του προσωπικού στη στεριά είναι γυναίκες δεν μπορεί να τεκμηριώσει ότι η κοινωνική συνοχή ως προς το φύλο στην Ελλάδα βελτιώθηκε ως αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής). Αντίστοιχα, ο αντίκτυπος εταιρικών πολιτικών που αποσκοπούν στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα με ορίζοντα, π.χ., το 2050 θα μπορέσει να κριθεί (εν μέρει) το 2050, ενώ αυτό που καταγράφουμε προς το παρόν είναι προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση.

Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις δίνουν συνεχώς περισσότερη προσοχή και πόρους στον αντίκτυπο των εργασιών τους στο περιβάλλον και στην κοινωνία. Πρόκειται για μια δυναμική που εντάσσεται σε κλαδικές, κρατικές, περιφερειακές και πλανητικές προτεραιότητες για την κλιματική κρίση και την κοινωνική ευημερία. Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις θα χρειαστεί να α) σταθμίσουν και συνθέσουν τις διαφορετικές ανάγκες των ενδιαφερόμενων μερών τους σχετικά με τη βιωσιμότητα, β) προσαρμόζονται σε μεταβαλλόμενα ρυθμιστικά πλαίσια πληροφόρησης σχετικά με τη βιωσιμότητα, γ) αλλάξουν το επιχειρηματικό τους υπόδειγμα στην κατεύθυνση της κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και δ) εξασφαλίσουν τη χρηματοοικονομική και ανταγωνιστική τους βιωσιμότητα, η οποία είναι προϋπόθεση (και συχνά συνέπεια) μιας υπεύθυνης στάσης απέναντι στο περιβάλλον, την κοινωνία και τους επενδυτές.


Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα Ναυτικά Χρονικά, τεύχος Ιουνίου 2023


Ο Ανδρέας Ανδρικόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Τα βιβλία του Κρίση και Ρεαλισμός (2015), Κοινωνική Χρηματοοικονομική (2019) και Χρηματοοικονομική (2022) κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Προπομπός.

Σχετικα αρθρα

Τα μέτρα που θα μπορούσαν να συρρικνώσουν την γκρίζα οικονομία – Ν.Βέττας

admin

Β. Κορκίδης: Χαιρετίζουμε το ενδιαφέρον της Ινδίας για επενδύσεις στην Ελλάδα

fastpath

Μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα: Ενδεχόμενα και προϋποθέσεις – Ανδρέας Ανδρικόπουλος

admin

Β. Κορκίδης: Οι μεγάλες προκλήσεις για την οικονομία

fastpath

Γιορτές μίσους στην κόκκινη Disneyland του ΚΚΕ – Δ. Τριανταφυλλίδης

admin

Αγορά και ελεύθερος ανταγωνισμός στα μάτια του Adam Smith – Δρ.Χ.Βλάδος

admin

Ο Πλάτωνας και η «ιδανική Πολιτεία» του -Δρ.Χάρης Βλάδος

admin

Κοινωνική οικονομία: Δυνατότητες και περιορισμοί – Ανδρέας Ανδρικόπουλος

admin

Αγαπητέ κύριε Τσίπρα σας τα λένε λάθος…

admin

Τι κάνουν τα ‘Left-o-nomics’ στην Ελλάδα;

fastpath

Η «Δήμητρα» μεταναστεύει στο Λονδίνο στην Κεντρική Τράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου- Dr Γ.Μαραγκός – Ε. Σαββίδου

admin

Η 5η Βιομηχανική Επανάσταση, η Gen Z και η Οικονομία των δημιουργών

admin