Στην αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε ΒΒΒ- από ΒΒ+ προχώρησε ο οίκος Fitch, δίνοντας στην Ελλάδα επενδυτική βαθμίδα με θετικές προοπτικές. Oι βασικοί μοχλοί για την αναβάθμιση, σύμφωνα με ανακοίνωση του Fitch, είναι η ευνοϊκή δυναμική του ελληνικού χρέους, η δέσμευση στη δημοσιονομική προσαρμογή, η ανθεκτική ανάπτυξη, η συνέχεια της πολιτικής και η βελτίωση του τραπεζικού συστήματος.
Η Fitch αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,4% το 2023, αναθεωρώντας ελαφρώς ανοδικά την προηγούμενη εκτίμησή της και σε παραπλήσια επίπεδα την περίοδο 2024-2025.
Ο οίκος Fitch κλείνει τον «χορό» των φετινών αξιολογήσεων της ελληνικής οικονομίας. Η εν λόγω αξιολόγηση θεωρείται κρίσιμη, καθώς κρίνει τον χρόνο ένταξης των ελληνικών ομολόγων στους βασικούς διεθνείς δείκτες.
Η σημερινή αξιολόγηση απέχει μόλις λίγες ημέρες πριν η χώρα προχωρήσει σε μία ακόμη πρόωρη αποπληρωμή χρέους ύψους 5,29 δισ. ευρώ στις 15 Δεκεμβρίου. Η συγκεκριμένη εξόφληση αφορά τις δόσεις 2024 και 2025 από το δάνειο που έλαβε η Ελλάδα στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος διάσωσης.
Κ. Χατζηδάκης: Η αναβάθμιση επισημοποιεί την ανάδειξη της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch επισημοποιεί την ανάδειξη της Ελλάδας στην επενδυτική κατηγορία από την πλευρά της πιστοληπτικής αξιολόγησης. Είναι μια μεγάλη εθνική επιτυχία!
Η Fitch είναι ο τρίτος – από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την ΕΚΤ- οίκος αξιολόγησης που απονέμει τους τελευταίους μήνες στη χώρα μας το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας. Γεγονός που πιστοποιεί την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και τις ακόμη πιο θετικές προοπτικές που διανοίγονται με την εφαρμογή της πολιτικής μας. Δημιουργεί παράλληλα τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενίσχυση της εισροής επενδύσεων, καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας, ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης.
Υπογραμμίζω τις επισημάνσεις του oίκου για το ρεκόρ της μείωσης του χρέους κατά 65 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ , από το 205 % κατά την περίοδο της πανδημίας στο 160,8 % εφέτος και 141,2 % του ΑΕΠ το 2027. Επίσης, τις επισημάνσεις για την πολιτική δημοσιονομικής υπευθυνότητας η οποία εκτός των άλλων εξασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους για μόνιμα και έκτακτα μέτρα κοινωνικής πολιτικής. Τις προβλέψεις για ισχυρή ανάπτυξη και πολιτική σταθερότητα τα επόμενα χρόνια. Την πρόοδο στον τραπεζικό τομέα.
Η σημερινή αναβάθμιση είναι ένα σημαντικό σκαλοπάτι που οδηγεί τη χώρα μας ακόμα πιο ψηλά, με τη συνέχιση του συνδυασμού δημοσιονομικής σοβαρότητας με την κοινωνική ευαισθησία».
Το χρονικό των αναβαθμίσεων
Ο κύκλος των αναβαθμίσεων άνοιξε το καλοκαίρι και πιο συγκεκριμένα στις 20 Ιουλίου με τον ιαπωνικό οίκο R&I να αναβαθμίζει την Ελλάδα και να την εντάσσει στην επενδυτική βαθμίδα. Βέβαια ο συγκεκριμένος οίκος δεν αναγνωρίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Δεύτερος στη σειρά, στις αρχές Αυγούστου, ήταν ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings o oποίος ενέταξε το ελληνικό αξιόχρεο στην επενδυτική βαθμίδα παρά το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο δεν αναγνωρίζονταν από την ΕΚΤ. Ωστόσο στις 10 Νοεμβρίου το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε να αποδεχθεί τον συγκεκριμένο οίκο ως νέο εξωτερικό ίδρυμα αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, τη σκυτάλη πήρε η DBRS αναβαθμίζοντας την ελληνική οικονομία και εντάσσοντας την στην επενδυτική βαθμίδα. Μία εβδομάδα αργότερα, «ήρθε» η Moody’s προχωρώντας σε μία κίνηση «έκπληξη» καθώς προχώρησε στην διπλή αναβάθμιση της Ελλάδας κατατάσσοντας την μόλις μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.
Ωστόσο, ο Οκτώβριος ίσως ήταν ένας από τους σημαντικότερους μήνες για την ελληνική οικονομία καθώς ένας από τους λεγόμενους «μεγάλους οίκους», ο Standard & Poor’s «χάρισε» στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα, μέσω αναβάθμισης του ελληνικού αξιόχρεου στη βαθμίδα ΒΒΒ- με σταθερές προοπτικές.