Πρώτο άρθρο της σειράς «Οι ευκαιρίες της Κίνας»
Πρόσφατα, οι καθαρές αγορές κινεζικών ομολόγων και ο αριθμός αυτών στα χαρτοφυλάκια ξένων ιδρυμάτων παρουσίασαν σημαντική αύξηση σε μηνιαία βάση. Ο γράφων πληροφορήθηκε από τη Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας ότι για εννέα συνεχείς μήνες ξένα ιδρύματα αποτέλεσαν τους καθαρούς αγοραστές κινεζικών ομολόγων. Φέτος η συνολική αξία των τελευταίων έφτασε το 1 τρισ. και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο ξεπέρασε τα 200 δισ. γιουάν. Από το τρίτο τρίμηνο, το χρέος που βρίσκεται στα χέρια ξένων ιδρυμάτων αυξάνεται ταχύτατα, και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο αυξήθηκε κατά περίπου 40 δισ. γιουάν.
Από τις αρχές του τρέχοντος έτους η κινεζική οικονομία ανακάμπτει σημειώνοντας σταθερή πρόοδο στην υψηλής ποιότητας ανάπτυξη. Ειδικότερα, ήδη από το τρίτο τρίμηνο, έγιναν σταδιακά εμφανή τα θετικά αποτελέσματα των πολιτικών μέτρων, με τις ενδογενείς κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας να ενισχύονται συνεχώς και να δίνουν ώθηση στη συνολική ανάκαμψη. Το αποτέλεσμα είναι η ενίσχυση της επενδυτικής αξίας και της αντιστάθμισης κινδύνου του γιουάν.
«Οι αλλεπάλληλες καθαρές αγορές κινεζικών ομολόγων από ξένα ιδρύματα αντανακλούν την εμπιστοσύνη των τελευταίων στις κρατικές πιστωτικές δυνατότητες της Κίνας και στη συνεχή οικονομική ανάκαμψη της χώρας», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της CITIC Securities.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της China Minsheng Bank Γουέν Μπιν, καθώς εντείνεται σταδιακά η οικονομική επιβράδυνση των Ηνωμένων Πολιτειών και μειώνονται οι διαφορές μεταξύ των ξένων και εγχώριων επιτοκίων, η ελκυστικότητα των ομολογιών σε γιουάν ενισχύεται.
Τα τελευταία χρόνια η Κίνα προωθεί ενεργά το άνοιγμα υψηλού επιπέδου της αγοράς ομολογιών της και βελτιώνει συνεχώς το επενδυτικό περιβάλλον αυτής. Φέτος, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, συνολικά 1.110 ξένα ιδρύματα επένδυσαν στην κινεζική αγορά ομολόγων. Από το 2017 και κάθε χρόνο 100 νέα ιδρύματα κατά μέσο όρο εισέρχονται στην αγορά. Τα ξένα ιδρύματα που ήδη δραστηριοποιούνται στην Κίνα προέρχονται από 70 χώρες και περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας, της Γερμανίας και άλλων μεγάλων αναπτυγμένων κρατών, και κατέχουν κινέζικα ομόλογα συνολικής αξίας 3,3 τρισ. γιουάν (αύξηση 200% από τα τέλη του 2017).
Εξυπακούεται ότι όλοι οι ξένοι επενδυτές κάθε είδους συμμετέχουν ενεργά στην κινεζική αγορά ομολογιών μέσω των επενδύσεών τους. Ξένοι κρατικοί φορείς και άλλοι μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι επενδυτές αισιοδοξούν για την μακροπρόθεσμη πορεία της αγοράς και αποτελούν το 70% των παραγόντων που συμμετέχουν σε αυτήν. Περίπου 90 από τις 100 κορυφαίες εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων του κόσμου επενδύουν στην αγορά ομολόγων της Κίνας. Καθώς ένας τεράστιος όγκος ξένων κεφαλαίων εισέρχεται στην κινεζική αγορά ομολόγων, η επιρροή της τελευταίας ενισχύεται. Από το 2019 τα κινεζικά ομόλογα συμπεριλαμβάνονται στους τρεις μεγάλους διεθνείς δείκτες ομολογιών - Barclays, JPMorgan Chase και FTSE Russell, και αφορούν κεφάλαια αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων. Επί του παρόντος, τα κινεζικά ομόλογα αποτελούν την πλειοψηφία στους δείκτες JPMorgan Government Bond Index-Emerging Markets Global και - Barclays Global Aggregate Index, ενώ στον δείκτη FTSE World Government Bond Index έχουν αυξηθεί κατά πολύ μετά την είσοδό τους. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει πλήρως την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, στο συνεχές άνοιγμα της χρηματοπιστωτικής αγοράς της και στην κατοχή περιουσιακών στοιχείων σε γιουάν.
Σύμφωνα με τον Γουέν Μπιν, στο μέλλον αναμένεται να αντιστραφούν ή να μειωθούν περαιτέρω οι διαφορές μεταξύ των κινεζικών και των αμερικανικών επιτοκίων, ενώ το κινεζικό νόμισμα θα συνεχίσει τη σταθερή ανοδική του πορεία. Ταυτόχρονα, καθώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας της Κίνας ανοίγει και τα επενδυτικά κανάλια βελτιώνονται, η ελκυστικότητα της κινεζικής αγοράς ομολογιών για τους ξένους επενδυτές θα ενισχυθεί. Χάρη στη σταθερή ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας και τη συνεχή διεθνοποίηση του γιουάν, η κινεζική αγορά ομολόγων θα καταστεί σημαντική επιλογή για τα ξένα ιδρύματα που επιθυμούν να κατανείμουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Συνεπώς, η ζήτηση των διεθνών επενδυτών για κινεζικά περιουσιακά στοιχεία θα συνεχίσει να αυξάνεται.