Με ήπια άνοδο ολοκλήρωσαν την τελευταία συνεδρίαση πριν τα Χριστούγεννα τα κυριότερα χρηματιστήρια της Ευρώπης, με τα καλά νέα για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να αντισταθμίζουν τις ισχυρές απώλειες στον κλάδο των αθλητικών ειδών.
Ειδικότερα, στη συνεδρίαση της Παρασκευής (22/12) ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 ενισχύθηκε κατά 0,66 μονάδες ή 0,14% και έκλεισε στις 477,60 μονάδες. Με αυτό τον τρόπο, σημείωσε την έκτη διαδοχική εβδομάδα κερδών, σε ένα σερί που τελευταία φορά παρατηρήθηκε τον Δεκέμβριο του 2022. Ο δείκτης είναι έτοιμος να κλείσει το 2023 με «άλμα» 12,4%.
Στους μεγάλους ευρωπαϊκούς δείκτες, ο γερμανικός DAX κατέγραψε άνοδο 0,11% στις 16.706,18 μονάδες, ο βρετανικός FTSE 100 κέρδισε 0,04% στις 7.697,51 μονάδες, ο γαλλικός CAC 40 υποχώρησε κατά 0,03% στις 7.568,82 μονάδες, ο ισπανικός IBEX 35 κινήθηκε ανοδικά κατά 0,08% στις 10.111,90 μονάδες και ο ιταλικός FTSE MIB κινήθηκε υψηλότερα κατά 0,26% στις 30.353,29 μονάδες.
Η ολλανδική Prosus, η οποία κατέχει μερίδιο στην κινεζική εταιρεία gaming, Tencent, υποχώρησε κατά 13,4% καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση του εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο.
Οι εταιρείες αθλητικών ειδών σημείωσαν επίσης ισχυρές απώλειες, καθώς ο αμερικανικός κολοσσός Nike μείωσε τις ετήσιες προβλέψεις για τις πωλήσεις του, κατηγορώντας σε μεγάλο βαθμό τις προσεκτικές καταναλωτικές δαπάνες. Οι γερμανικές Adidas και Puma σημείωσαν πτώση 5,3% και 7,2%, αντίστοιχα, ενώ η βρετανική εισηγμένη JD Sports έχασε 5,1%.
Στα μάκρο της ημέρας, συρρικνώθηκε η βρετανική οικονομία το γ’ τρίμηνο του 2023. Τα επικαιροποιημένα στοιχεία έδειξαν ότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,1% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο, αν και η αρχική εκτίμηση έκανε λόγο για μηδενική ανάπτυξη. Σε ετήσια βάση, το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 0,3% το τρίτο τρίμηνο, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 0,6%.
Παράλληλα, οι τιμές των κατοικιών στη Γερμανία μειώθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τουλάχιστον 23 ετών, σημειώνοντας βουτιά 10,2% από έτος σε έτος το τρίτο τρίμηνο του 2023. Αυτή είναι η ταχύτερη πτώση στις τιμές των κατοικιών σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο από την έναρξη της χρονοσειράς το 2000, μετά από πτώση 6,8% τον Ιανουάριο-Μάρτιο και 9,6% τον Απρίλιο-Ιούνιο.