Στο συμπέρασμα πως το 2023 ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για όλες τις τράπεζες παγκοσμίως, εκτός από τον χρηματοπιστωτικό «κολοσσό» που ακούει στο όνομα JP Morgan, κατέληξε δημοσίευμα του -.
Στο συμπέρασμα πως το 2023 ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για όλες τις τράπεζες παγκοσμίως, εκτός από τον χρηματοπιστωτικό «κολοσσό» που ακούει στο όνομα JP Morgan, κατέληξε δημοσίευμα του -.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, πέρασαν περισσότερα από 10 χρόνια και την οικονομική κρίση, όπου οι αρμόδιες αρχές στις ΗΠΑ δεσμεύθηκαν να δαμάσουν τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους που απορρέουν από τις τράπεζες, ειδικά τις γνωστές ως «too big to fail». Ξαφνικά, μετά το «κανόνι» της SVB και άλλων περιφερειακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, που προκάλεσαν φόβους για μετάδοση της κρίσης, οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου δέχτηκαν μια κλήση. Η JP Morgan κατέθεσε πρόταση για να εξαγοράσει την χρεοκοπημένη First Republic Bank, κερδίζοντας τελικά την δημοπρασία, με την Αμερικανίδα υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν να είναι κατηγορηματική, πως ο τραπεζικός «γίγαντας» κατέθεσε την υψηλότερη προσφορά και για αυτό αναδείχθηκε νικητής.
Με το 2023 να αμαυρώνεται από τις μεγαλύτερες χρεοκοπίες τραπεζών των ΗΠΑ μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η JP Morgan πλέον βρίσκεται ξανά στα… γνώριμα νερά της: πήρε στην κατοχή της έναν αποδυναμωμένο αντίπαλο, τύλιξε τους πελάτες του και απέκτησε σημαντικά κέρδη στην πορεία. Ωστόσο, για το μεγαλύτερο μέρος του κλάδου το 2023 ήταν ζοφερό. Το πρώτο εξάμηνο, δεκάδες περιφερειακές τράπεζες είχαν απογοητευτικά οικονομικά μεγέθη, ενώ ορισμένοι μάλιστα πτώχευσαν, καθώς τα αυξανόμενα επιτόκια μείωσαν την αξία των περιουσιακών στοιχείων στα βιβλία τους, προκαλώντας απώλειες 684 δισ. δολαρίων.
Πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ξόδεψαν καθόλου ευκαταφρόνητα ποσά για να αποτρέψουν την φυγή των καταθετών και τη μαζική εκροή κεφαλαίων, ενώ μάλιστα έγιναν και πιο ελαστικοί στα χρονικά περιθώρια για πληρωμές δανείων και εξοφλήσεις οφειλών, ειδικά στον τομέα των εμπορικών ακινήτων. Μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν τα αξιόχρεα των τραπεζών, ενώ από τον Μάρτιο, οι… νευρικοί καταθέτες έκαναν την εμφάνισή τους και στην JPMorgan, τραβώντας περισσότερα από 50 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, τα τραπεζικά στελέχη δεν αποθαρρύνθηκαν και αναθεώρησαν επί τα βελτίω 4 φορές το outlook για τα καθαρά έσοδα από τόκους σε όλη τη διάρκεια του έτους, με αποτέλεσμα η JPMorgan να βρίσκεται σε τροχιά για τα μεγαλύτερα ετήσια κέρδη στην ιστορία των αμερικανικών τραπεζών. Χαρακτηριστικό είναι πως τα κέρδη της μόνο από τους πρώτους εννέα μήνες του έτους, αποτελούν την δεύτερη καλύτερη επίδοση που έχουν καταγραφεί ποτέ στα χρονικά της. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι μέχρι το τέλος αυτού του μήνα, τα ετήσιο καθαρά κέρδη της θα είναι 36% υψηλότερα από πέρυσι — ενώ τα κέρδη των επόμενων πέντε μεγαλύτερων τραπεζών αθροιστικά αυξάνονται περίπου 1%.
Η μετοχή της JPMorgan εκτινάχθηκε σε ιστορικά υψηλά φέτος, κερδίζοντας 26% το 2023 και ξεπερνώντας κάθε σημαντικό ανταγωνιστή της. «Υπάρχει ένα ορισμένο επίπεδο απογοήτευσης στις άλλες τράπεζες», δήλωσε ο Λι Ρέιμοντ, ο βετεράνος στην αγορά πετρελαίου που πέρασε 33 χρόνια στο διοικητικό συμβούλιο της JPMorgan. «Όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, δημιουργείται μια ευκαιρία για παίκτες όπως η JPMorgan ώστε να αποκτήσει κάποια πράγματα που θα ήθελε αλλά δεν ήταν σε θέση να το κάνει» πρόσθεσε, εννοώντας πως ο έμπειρος κολοσσός εκμεταλλεύθηκε πλήρως το περιβάλλον του κολλώδους πληθωρισμού και των υψηλών επιτοκίων προς όφελός του, υπεραποδίδοντας φέτος.