Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι συναντήθηκε με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ την Τετάρτη. Όμως, η ανακοίνωση που εκδόθηκε από το γραφείο της Μελόνι μετά τη συνάντηση δεν έκανε καμία αναφορά στις πιέσεις του επικεφαλής του ΝΑΤΟ προς την Ιταλία για τις χαμηλές αμυντικές δαπάνες, με τους ειδικούς να υποστηρίζουν ότι το ζήτημα είναι περισσότερο ο τρόπος με τον οποίο δαπανώνται και όχι το ποσό.
Η Μελόνι υποδέχθηκε τον Στόλτενμπεργκ στη Ρώμη για να συζητήσει «τρέχοντα ζητήματα της ατλαντικής ατζέντας στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσινγκτον τον Ιούλιο», ανέφερε το γραφείο της πρωθυπουργού σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά τη συνάντηση. Δεν υπήρξε επίσης συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση των δυο.
Η Ιταλία είναι ένας πιστός και βασικός σύμμαχος, δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ στο ANSA σε συνέντευξή του την Τετάρτη, αναγνωρίζοντας την πολύπλευρη συμβολή της χώρας στις αποστολές του ΝΑΤΟ και χαρακτηρίζοντας τη συνάντηση «θετική».
Ωστόσο, στην ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου δεν γίνεται καμία αναφορά στις πιέσεις του ΝΑΤΟ προς την Ιταλία να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες, κάτι που σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές αποτέλεσε σημαντικό σημείο συζήτησης στη συνάντηση.
Αν και οι ηγέτες του ΝΑΤΟ είχαν συμφωνήσει το 2014 να δαπανούν κάθε χρόνο τουλάχιστον το 2% του αντίστοιχου ΑΕΠ τους για την άμυνα μέχρι το 2024, το 2022 η κυβέρνηση του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι ανέβαλε την προθεσμία για το 2028, αλλά τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους ο υπουργός Άμυνας Γκουίντο Κροσέτο ανακοίνωσε ότι «το ΝΑΤΟ μας ζητά να επισπεύσουμε (την προθεσμία) για το 2024».
Προς το παρόν, οι χώρες που δαπανούν τα περισσότερα για την άμυνα σε σχέση με το ΑΕΠ είναι η Πολωνία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ελλάδα, οι οποίες το 2023 δαπάνησαν πάνω από το 3% του ΑΕΠ τους για την άμυνα.
Η Ιταλία, η οποία βρίσκεται σήμερα στην τελευταία θέση του καταλόγου με μόλις 1,46%, ακολουθούμενη από τον Καναδά, τη Σλοβενία, την Τουρκία, την Ισπανία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, έχει αποφασίσει να μειώσει τις δαπάνες στο 1,43% το 2024 και στο 1,45% το 2025, σύμφωνα με το έγγραφο του πολυετούς αμυντικού προγράμματος.
«Η Ιταλία δεν πληροί το όριο του 2%, αλλά όταν πρόκειται για τις επιχειρησιακές συνεισφορές, υπερέχει, κατατάσσεται δεύτερη ή τρίτη», δήλωσε ο διευθυντής του Ιδρύματος του Αμυντικού Κολλεγίου του ΝΑΤΟ, Αλεσάντρο Πολίτι, σε συνέντευξή του στην Euractiv Ιταλίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Πολίτι, δεν είναι σημαντικό το ποσό που δαπανάται, αλλά ο τρόπος με τον οποίο δαπανάται.
«Με αυτά τα λίγα που δαπανά συνολικά, ωστόσο, κάνει πολλά, και αυτό είναι μια χαρά στις επιχειρήσεις σταθεροποίησης και διαχείρισης κρίσεων. Ωστόσο, υπολείπεται, όπως σχεδόν κάθε άλλος σύμμαχος, σε ένα πολεμικό σενάριο υψηλής έντασης», δήλωσε ο Πολίτι.
«Περισσότερο από το 60% όσων δαπανά η Ιταλία για την άμυνα καταλήγει στην πραγματικότητα σε μισθούς», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι είναι ζωτικής σημασίας η ανάγκη να είναι πιο αποδοτικές οι δαπάνες.
Μιλώντας για αποτελεσματικές δαπάνες, ο ίδιος ανέφερε επίσης το παράδειγμα της Γερμανίας.
«Αν κοιτάξετε τα περίφημα 100 δισεκατομμύρια ευρώ για τα δεσμεύτηκε η Γερμανία, αν δεν αλλάξει βαθιά τα εξοπλιστικά της προγράμματα, συνεχίζει να επενδύει σε πράγματα που ήταν κατάλληλα σε μια εντελώς διαφορετική περίοδο, όταν συμμετείχαμε σε ειρηνευτικές επεμβάσεις», είπε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ιταλία και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ θα πρέπει να επικεντρώσουν τις δαπάνες τους σε βαριές μονάδες μάχης και πυρομαχικά, καθώς αυτό είναι ένα κοινό πρόβλημα του ΝΑΤΟ, προσθέτοντας ότι «υπάρχουν πολύ λίγες μελέτες σχετικά με το πόσα πραγματικά δαπανούν οι Ηνωμένες Πολιτείες για εθνικά αμυντικά μέσα στην Ευρώπη, αθετόντας ουσιαστικά τις παγκόσμιες δεσμεύσεις τους».
«Ό,τι ξοδεύουμε εμείς οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι ωφελεί αυτομάτως το ΝΑΤΟ, διότι η Ευρώπη δεν έχει έναν στρατό για το ΝΑΤΟ και έναν για τα εθνικά συμφέροντα», δήλωσε ο Πολίτι, προσθέτοντας ότι με βάση τα στοιχεία των ISS, FPRI και DoD, οι ΗΠΑ ξοδεύουν περίπου μεταξύ 0,67 και 0,13% του ΑΕΠ τους στο ευρωπαϊκό θέατρο ως μέρος του ΝΑΤΟ.