Πάνω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ και το 2025 ο πληθωρισμός, σύμφωνα με την Κριστίν Λαγκάρντ – Νέο μήνυμα πως δεν θα υπάρξει προκαταβολική δέσμευση για μείωση επιτοκίων. Οι προβλέψεις για πιέσεις στις τιμές και ανάπτυξη. Οι 3 τομείς – «κλειδί» για ερμηνεία των δεδομένων.
Την άποψή της πως ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από τον στόχο του 2% και το 2025, εξέφρασε την Πέμπτη η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, διαμηνύοντας παράλληλα πως δεν θα υπάρξει καμία προδέσμευση για χρονοδιάγραμμα μειώσεων επιτοκίων, στον απόηχο της σημερινής περικοπής του κόστους δανεισμού κατά 25 μονάδες βάσης που υπήρξε σχεδόν ομόφωνη (μόνο ένα μέλος του ΔΣ ήταν αντίθετο, αλλά δεν αποκαλύφθηκε το όνομά του).
«Δεδομένου του αναβαθμισμένου outlook για τον πληθωρισμό, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και και της ισχυρής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής είναι πλέον κατάλληλο να μετριάσουμε τον βαθμό σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής μετά από 9 μήνες αμετάβλητων επιτοκίων», τόνισε η κα. Λαγκάρντ.
Όσον αφορά τις προβολές για τον πληθωρισμό, η γλώσσα που χρησιμοποιεί η Γαλλίδα αξιωματούχος δεν προοικονομεί σε καμία περίπτωση νέα μείωση επιτοκίων, καθώς όπως τόνισε ο πληθωρισμός των υπηρεσιών ενισχύθηκε «αισθητά», οι πιέσεις στις τιμές παραμένουν υψηλές ενώ και οι μισθοί εξακολουθούν να αυξάνονται γρήγορα.
Η «Σιδηρά Κυρία» της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι αναμένει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα συνεχίσει να ανακάμπτει καθώς οι υψηλότεροι μισθοί και η βελτίωση των συνθηκών στο εμπόριο θα οδηγήσουν υψηλότερα τα πραγματικά εισοδήματα, ενώ προειδοποίησε ότι μια πιο αδύναμη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας και μια κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ μεγάλων οικονομιών θα είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία της ζώνης του ευρώ.
Παράλληλα, οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη είναι «ισορροπημένοι βραχυπρόθεσμα», αλλά κινούνται καθοδικά μεσοπρόθεσμα, σύμφωνα με την , ενώ όπως επεσήμανε το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να μειώσει τα επιτόκια «επειδή η εμπιστοσύνη στο μονοπάτι που ακολουθούμε έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες».
Επίσης, η κα Λαγκάρντ εξήρε την «αξιοπιστία» και την «στιβαρότητα» των προβλέψεων της ΕΚΤ, που επανήλθαν μετά το κύμα «αμφισβήτησης» και «δυσπιστίας» που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, επαναλαμβάνοντας πως οι αποφάσεις των υπεύθυνων χάραξης νομισματικής πολιτικής θα εξαρτηθούν από τα εισερχόμενα δεδομένα και θα μείνουν data – depended, ενώ αποκάλυψε πως ο τρόπος αποκωδικοποίησης των δεδομένων είναι το κλειδί και βασίζεται σε 3 τομείς:
- Προβολές για τον πληθωρισμό
- Υποκείμενος πληθωρισμός
- Ισχύς μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής
Ακόμη, διαπίστωσε πως θα χρειαστούν περισσότερα δεδομένα για να επιβεβαιωθεί πως «βρισκόμαστε σε αποπληθωριστική πορεία» ενώ η ταχύτητα με την οποία θα κινηθεί η ΕΚΤ για μειώσεις επιτοκίων είναι «πολύ αβέβαιη» και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου πως πάντα θα υπάρχουν «αναταράξεις» στη διαδρομή που μπορεί να εκπλήξουν, τόσο ως προς την ύπαρξη όσο και ως προς το μέγεθός τους. «Αυτό που ξέρουμε, όμως, είναι ότι ο δρόμος θα είναι ανώμαλος» συμπλήρωσε.
Ταυτόχρονα, επέστησε την προσοχή στη σημασία των μισθών, διευκρινίζοντας ότι τους τελευταίους μήνες, υπήρξε απόκλιση μεταξύ των αποφάσεων που έλαβαν διάφορα κράτη – μέλη της ΕΕ. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας επαναδιαπραγματεύονται κάθε τρία χρόνια. «Η συμφωνία του δημόσιου τομέα που τέθηκε σε ισχύ φέτος έχει σκοπό να αποκαταστήσει τα εισοδήματα των εργαζομένων απέναντι στον πληθωρισμό κατά τα τελευταία έτη», σημείωσε.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι ευρωπαϊκοί θα παραμείνουν υψηλοί, αλλά εκτιμά πως θα προκύψει μια μικρή μείωση. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, ξεκαθάρισε πως «δεν θα είναι εύκολη υπόθεση». Συνολικά, η ΕΚΤ εξακολουθεί να βλέπει τους μισθούς «σε πτωτική πορεία». Σχετικά με το εάν η ΕΚΤ είναι πιο πιθανό να μειώσει τα επιτόκια όταν θα είναι διαθέσιμες νέες προβολές, απέφυγε να πάρει θέση, κρατώντας κλειστά τα χαρτιά της.
Το ΔΣ της ΕΚΤ υπογραμμίζει πως παρά την πρόοδο που σημειώθηκε τα τελευταία τρίμηνα, οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές εξακολουθούν να είναι ισχυρές καθώς ο ρυθμός ανόδου των μισθών είναι αυξημένος, και ο πληθωρισμός είναι πιθανόν να παραμείνει πάνω από τον στόχο για μεγάλο διάστημα του επόμενου έτους επίσης. Οι πιο πρόσφατες προβολές εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τον γενικό πληθωρισμό και τον πυρήνα του πληθωρισμού έχουν αναθεωρηθεί προς τα πάνω για το 2024 και το 2025 σε σύγκριση με τις προβολές του Μαρτίου. Οι εμπειρογνώμονες αναμένουν τώρα ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,5% το 2024, 2,2% το 2025 και 1,9% το 2026. Όσον αφορά τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, προβλέπουν ότι θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 2,8% το 2024, 2,2% το 2025 και 2,0% το 2026. Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί σε 0,9% το 2024, 1,4% το 2025 και 1,6% το 2026.
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα μειωθούν σε 4,25%, 4,50% και 3,75% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 12 Ιουνίου 2024. Όπως αναφέρει η ΕΚΤ στην ανακοίνωσή της, με βάση όλα τα προσκείμενα δεδομένα, κρίνεται τώρα ενδεδειγμένο να μετριαστεί ο βαθμός συσταλτικής μεταβολής της νομισματικής πολιτικής έπειτα από εννέα μήνες διατήρησης σταθερών επιτοκίων.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μείωση επιτοκίων από ΕΚΤ: Μπήκαν σε πτωτικό κλίμα σε Ελλάδα και Ευρωζώνη
Υπενθυμίζεται πως πριν το σημερινό «ψαλίδισμα», είχαν προηγηθεί 10 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από το καλοκαίρι του 2022 – συνολικού ύψους 450 μονάδων βάσης – καθώς η ΕΚΤ έδιδε μάχη για να τιθασεύσει τις ανεξέλεγκτες πληθωριστικές πιέσεις που επιδεινώθηκαν από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μάλιστα, στις τελευταίες πέντε συνεδριάσεις της η υιοθέτησε στάση αναμονής, διατηρώντας αμετάβλητα τα επιτόκιά της.