Η νέα γαλλική κυβέρνηση αναμένεται να δώσει σκληρή μάχη για τον προϋπολογισμό του 2025 σε μια εξαιρετικά διχασμένη βουλή και με τις οικονομικές κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καραδοκούν εάν τα οικονομικά της χώρας δεν βελτιωθούν.
Σχεδόν δύο μήνες μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της 30ής Ιουνίου και της 7ης Ιουλίου, και χωρίς να έχει σχηματιστεί ακόμα νέα κυβέρνηση, οι νομοθετικοί φάκελοι αρχίζουν να συσσωρεύονται στα γραφεία των γαλλικών υπουργείων.
Ο νέος πρωθυπουργός πρόκειται να διοριστεί τις επόμενες ημέρες αλλά ήδη έχει αρκετές προθεσμίες που πιέζουν – μεταξύ των οποίων η υποβολή τετραετούς σχεδίου μείωσης του ελλείμματος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως τις 20 Σεπτεμβρίου.
Μετά από μια αρχική ανακοίνωση τον Ιούνιο, η Κομισιόν έθεσε τη Γαλλία και έξι άλλες χώρες της ΕΕ σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) στις 26 Ιουλίου – η οποία απαιτεί από τις χώρες να μειώσουν το έλλειμμα τους κατά τουλάχιστον 0,5% ετησίως.
Με δημόσιο χρέος 110% του ΑΕΠ και δημόσιο έλλειμμα 5,5% το 2023, η Γαλλία δεν πληροί τα κριτήρια που θέτει το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), το οποίο εγκρίθηκε μέσα στη φετινή χρονιά, καθώς αυτό ορίζει τα κράτη μέλη να μην υπερβαίνουν τα επίπεδα χρέους και ελλείμματος 60% και 3% του ετήσιου ΑΕΠ τους, αντίστοιχα.
Σε περίπτωση παρατεταμένης μη συμμόρφωσης με αυτές τις υποχρεώσεις, τα κράτη μέλη θεωρητικά θα έρθουν αντιμέτωπα με οικονομικές κυρώσεις.
«Μία από τις ιδέες πίσω από την αναθεώρηση του ΣΣΑ είναι να γίνουν αυτά τα πρόστιμα λιγότερο επαχθή, ώστε να είναι πιο εφαρμόσιμα», δήλωσε την Τρίτη στο Euractiv ο Andreas Eisl, ερευνητής ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής στο Ινστιτούτο Jacques Delors.
«Ένα πρόστιμο ύψους 0,05% του ΑΕΠ είναι πιθανό να επιβάλλεται κάθε έξι μήνες εάν δεν ληφθούν μέτρα για τη μείωση των ελλειμμάτων, το οποίο στην περίπτωση της Γαλλίας θα [ανέρχεται] σε 2,6 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως», πρόσθεσε.
Ο απερχόμενος υπουργός Οικονομίας Bruno Le Maire έχει επανειλημμένα δεσμευτεί, τους τελευταίους μήνες κυρίως, να μειώσει το έλλειμμα της Γαλλίας κάτω από το 3% έως το 2027, περιορίζοντας τις δημόσιες δαπάνες.
Οι επιστολές που εστάλησαν την Τρίτη (20 Αυγούστου) από τον νυν πρωθυπουργό Gabriel Attal στα υπουργεία και περιγράφουν λεπτομερώς τους οικονομικούς πόρους που θα διατεθούν στο καθένα για το 2025 αποκαλύπτουν ότι ο συνολικός ετήσιος προϋπολογισμός θα κινείται στα ίδια επίπεδα με το 2024, δηλαδή στα 492 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί σε μια περικοπή περίπου 10 δισεκατομμυρίων ευρώ, εάν ο πληθωρισμός παραμείνει στο 2%.
Το γραφείο του πρωθυπουργού, ωστόσο, τόνισε ότι η επερχόμενη κυβέρνηση πιθανότατα θα προσαρμόσει αυτό το σχέδιο προϋπολογισμού – αν και οφείλει να τηρήσει ένα στενό χρονοδιάγραμμα: το σχετικό νομοσχέδιο πρέπει να κατατεθεί στην Εθνοσυνέλευση την 1η Οκτωβρίου.
Σε συνέντευξή της στη Libération, η Lucie Castets, υποψήφια του αριστερού συνασπισμού του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP) για τη θέση του πρωθυπουργού, δεσμεύτηκε ότι «θα μπορέσει να κάνει σημαντικές προσαρμογές στον προϋπολογισμό».
Η Castets σχεδιάζει να εισαγάγει ένα σχέδιο ανάκαμψης ύψους έως και 10 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως, με επενδύσεις στην υγεία, την εκπαίδευση και τις μεταφορές που θα χρηματοδοτούνται από νέους φόρους «που θα επηρεάσουν μόνο τους υπερπλούσιους», είπε.
«Η κατάρτιση ενός σχεδίου ανάκαμψης ύψους 10 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσα σε λίγες εβδομάδες είναι τεχνικά εφικτή», επιβεβαιώνει ο οικονομολόγος Jérôme Creel, επικεφαλής του τμήματος ερευνών του Observatoire Français des Conjonctures Economiques (OFCE).
«Αλλά πρέπει να δούμε αν είναι προς το συμφέρον της νέας κυβέρνησης να απομακρυνθεί αμέσως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να σκεφτεί πραγματικά την αύξηση των φορολογικών εσόδων», πρόσθεσε.
Την ώρα που η Γαλλία βυθίζεται σε μια πρωτοφανή πολιτική κρίση, η κατάρτιση του επόμενου νομοσχεδίου για τον προϋπολογισμό και η έγκρισή του από την Εθνοσυνέλευση μοιάζει να ακροβατεί σε μια μια εξαιρετικά λεπτή γραμμή ισορροπίας.
«Η Γαλλία βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο», δήλωσε ο Henri Sterdyniak, ιδρυτής του συλλόγου Économistes Atterrés, ο οποίος αντιτίθεται στις πολιτικές λιτότητας.
«Η υπακοή στις Βρυξέλλες είναι επικίνδυνη από πολιτική, κοινωνική και οικολογική άποψη. Το να μην υπακούσουμε σημαίνει ότι ανοίγουμε μια ευρωπαϊκή κρίση που θα προσθέσει στην πολιτική αστάθεια της Γαλλίας», είπε.
Σε κάθε περίπτωση, η Γαλλία πιθανότατα δεν θα μπορέσει να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο προϋπολογισμού στην Επιτροπή έως τις 20 Σεπτεμβρίου, πρόσθεσε ο Eisl.
«Αυτή η καθυστέρηση δεν είναι από μόνη της δραματική», είπε. «Το ερώτημα είναι μάλλον να μάθουμε ποια πλειοψηφία θα είναι σε θέση να εγκρίνει το σχέδιο λιτότητας που απαιτεί η ΕΕ και αν θα εφαρμοστεί πράγματι;», πρόσθεσε.
«Το νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό του 2025 θα δώσει μια καλή ένδειξη για το αν η νέα κυβέρνηση γυρίζει εντελώς την πλάτη στο Σύμφωνο Σταθερότητας ή κάνει ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», δήλωσε, από την άλλη, ο Creel.
«Όσον αφορά τις πιθανές κυρώσεις, η εφαρμογή τους θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως [ποιοι θα είναι] οι Επίτροποι γύρω από την Ursula Von der Leyen».
«Εάν ο μελλοντικός Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων ταιριάζει με τον προκάτοχό τους, Paolo Gentiloni, θα μπορούσε να είναι ευέλικτος στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, υπό την προϋπόθεση ότι η Γαλλία καταβάλλει προσπάθειες. Εάν διοριστεί κάποιος πιο συντηρητικός, θα είναι περίπλοκο να παρεκκλίνει από την πορεία που συνιστούν οι Βρυξέλλες», δήλωσε ο Creel.