Υπογραμμίζεται ότι ισχυρός πυλώνας για την ελληνική οικονομία, πέραν της ναυτιλίας και του τουρισμού, είναι οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών.
«Η αύξηση των εγγραφών στο Γ.Ε.ΜΗ. το οκτάμηνο του 2024 κατά 1.000 νέες επιχειρήσεις και η μείωση των διαγραφών μετά και την εκκαθάριση του μητρώου στο ΕΒΕΠ δείχνει μια δυναμική ίδρυσης νέων επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά, των Νήσων και της Δυτικής Αττικής».
Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης σχολιάζοντας την επικαιρότητα και την δυναμική της επιχειρηματικότητας.
Αναλυτικά, ο κ. Κορκίδης επισημαίνει τα εξής:
Και αυτή τη χρονιά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του ευρύτερου Πειραϊκού χώρου, οι οποίες, έδειξαν και δείχνουν αξιοπρόσεκτη προσαρμοστικότητα στις δύσκολες καταστάσεις που διατηρεί ενεργές στο ευρωπαϊκό και όχι μόνο οικονομικό περιβάλλον, η γεωπολιτική κρίση, βρίσκονται σε αναπτυξιακή τροχιά. Η αύξηση των εγγραφών στο Γ.Ε.ΜΗ. το οκτάμηνο του 2024 κατά 1.000 νέες επιχειρήσεις και η μείωση των διαγραφών μετά και την εκκαθάριση του μητρώου στο Ε.Β.Ε.Π. δείχνει μια δυναμική ίδρυσης νέων επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά, των Νήσων και της Δυτικής Αττικής.
Εκ των στοιχείων συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι καταγράφεται μία αξιοπρόσεκτη δυναμική σε μία περιοχή όπου το λιμάνι αλλά και οι προσφάτως αναζωογονηθείσες ναυπηγικές μονάδες δίνουν ένα «νέο παλμό» στο ευρύτερο οικονομικό γίγνεσθαι. Αυτή η δυναμική διαπνέεται και από ένα «όραμα» που δεν είναι άλλο παρά της ανάπτυξης των επιχειρηματικών και κυρίως επιχειρησιακών δραστηριοτήτων. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά έχει συμβάλει και θα συμβάλει αόκνως να μετουσιώσει το όραμα σε πραγματικότητα καθώς προωθεί την ανάπτυξη συνεργιών και συνεργασιών σε όλη των «βεντάλια» των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν τα μέλη του με έμφαση στις δραστηριότητες περί των λιμενικών δράσεων αλλά και του ναυπηγοεπισκευαστικού τομέα. Στο πλαίσιο λοιπόν της άσκησης ενεργούς πολιτικής για την υποστήριξη της ανάπτυξης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων το επιμελητήριο έχει προωθήσει στα αρμόδια κυβερνητικά όργανα δέσμες υλοποιήσιμων και κυρίως ρεαλιστικών προτάσεων για την άμβλυνση προβλημάτων που αντιμετωπίσει το εμπόριο και η μεταποίηση.
Τα επτά σημεία αναφοράς για το εμπόριο και τις υπηρεσίες είναι, κατά σειρά, τα μέτρα κατά της ακρίβειας, εφοδιαστική αλυσίδα, υποστήριξη οφειλετών, οδηγός εξαγωγών, εκπτώσεις επί τιμολογίων, προβλήματα στην Κεντρική Αγορά Ρέντη και βελτιώσεις στο πρόγραμμα «Ερευνώ-Καινοτομώ».
Αντίστοιχα για τη βιομηχανία, τα 7 σημεία αναφοράς είναι οι αδειοδοτήσεις, οι άτυπες μεταποιητικές συγκεντρώσεις στην Αττική, θέματα Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων (ΠΠΔ) και Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), εκκρεμότητες στο θεσμικό πλαίσιο τεχνικών επαγγελμάτων, καθώς και απελευθέρωσης των ενεργειακών επενδύσεων. Κοινό σημείο αναφοράς για εμπόριο και μεταποίηση τα θέματα της ανταγωνιστικότητας που σχετίζονται με την διαμόρφωση του εξαγωγικού περιβάλλοντος και την διαμόρφωση μιας νέας ευέλικτης εξαγωγικής πολιτικής αλλά και της «πράσινης ανάπτυξης» ως στοιχείου απαραίτητου για την βιωσιμότητα αυτών καθ’ αυτών των επιχειρήσεων όχι στην θεωρία αλλά στην πράξη.
Υπογραμμίζεται ότι ισχυρός πυλώνας για την ελληνική οικονομία, πέραν της ναυτιλίας και του τουρισμού, είναι οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, καθώς η αξία τους τα τελευταία χρόνια ξεπερνά τα 50 δισ. ευρώ ετησίως, έχοντας μάλιστα βάλει στόχο να προσεγγίσουν τα 70 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Ωστόσο, το πρώτο εξάμηνο του 2024 καταγράφηκε μια ανησυχητική μείωσή τους, που μας προβλημάτισε όλους ιδιαίτερα. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, οι ελληνικές εξαγωγές βρίσκονται σε μια κρίσιμη καμπή, με τα τρόφιμα να αποτελούν τον μοναδικό κλάδο που, λόγω ακρίβειας, συνεχίζει να σημειώνει θετικές εξαγωγικές επιδόσεις. Η αγωνία των εξαγωγικών επιχειρήσεων εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη καθώς οι γεωπολιτικές εξελίξεις παραμένουν «πολεμικές» σε Ουκρανία, Ισραήλ και Γάζα, ενώ και οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά θάλασσα συνεχίζουν να λειτουργούν ανασταλτικά, τόσο για τις ελληνικές εξαγωγές όσο και τις εισαγωγές.
Την ίδια στιγμή οφείλω να υπενθυμίσω ότι η «πράσινη ανάπτυξη» συνδέεται άρρηκτα με την «πράσινη επιχειρηματικότητα». Ο όρος αυτός αναφέρεται στην οικονομική ανάπτυξη, η οποία θέτει την προστασία του περιβάλλοντος και της φύσης στο επίκεντρο της στρατηγικής της. Η «πράσινη επιχειρηματικότητα» συνίσταται στη θετική στάση της επιχείρησης και την ανάληψη ευθύνης απέναντι στην περιβαλλοντική προστασία, τόσο µε τα προϊόντα ή υπηρεσίες που παράγει όσο και µε τις διαδικασίες παραγωγής που υιοθετεί. Στην Ελλάδα, η έννοια της «πράσινης» ανάπτυξης είναι αρκετά καινούρια, με αποτέλεσμα οι ενέργειες που έχουν γίνει προς αυτή τη κατεύθυνση να είναι περιορισμένες. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη παραγωγή «πράσινου» τεχνολογικού εξοπλισμού και ακολουθούν τις διεθνείς περιβαλλοντικές πολιτικές είναι κυρίως μικρομεσαίες. Το βασικό πρόγραμμα που χρηματοδοτεί «πράσινες» παρεμβάσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες δραστηριοποιούνται στους τομείς της μεταποίησης, του τουρισμού, της παροχής υπηρεσιών και του εμπορίου είναι το ΕΣΠΑ.
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι το ενεργειακό ήταν και παραμένει ακόμη και σήμερα ανασταλτικός παράγοντας για την βελτίωση τη ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων με την περαιτέρω αξιοποίηση των ΑΠΕ να αποτελεί μονόδρομο. Ωστόσο θα πρέπει να αρθούν άμεσα τα εμπόδια για την αξιοποίηση της ενέργειας που προέρχεται από τις ΑΠΕ με την βελτίωση της ανθεκτικότητας σε υψηλά φορτία του δικτιού διανομής αλλά και την ανάπτυξη επενδύσεων αποθήκευσης ρεύματος σε βαθμό που με την υλοποίησή τους να ελαχιστοποιηθεί η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη και για προσέλκυση επενδύσεων από την εσωτερική και διεθνή αγορά αν δεν επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις σε βασικές παραμέτρους που διαμορφώνουν το οικονομικό κλίμα.
Η ρευστότητα του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος απαιτεί ενισχυμένες αντοχές για την ελληνική οικονομία και προσαρμοστικότητα όπως εκείνη που επέδειξαν και επιδεικνύουν πως οι Πειραϊκές επιχειρήσεις έχουν προοπτική. Η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών μπορεί να είναι ένα από τα κεντρικά θέματα, αλλά για να μπορέσουμε να βιώσουμε την βελτίωση της καθημερινότητας πρέπει να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις ώστε να αναπτυχθούν σε τέτοιο βαθμό που να συμπαρασύρουν τους ρυθμούς προς τα επάνω για το κοινωνικό σύνολο.
- – ΜΠΕ