Στα τέλη του 2023, η 3 Άλφα, η γνωστή εταιρεία οσπρίων και ρυζιού, βρέθηκε σε μια δίνη προκλήσεων που αναδείχθηκε από τις επιθέσεις των Χούθι στη Διώρυγα του Σουέζ.
Η κρίση που έχουν προκαλέσει οι επιθέσεις ανέτρεψε τη λειτουργία της διεθνούς ναυσιπλοΐας, επιφέροντας σοβαρές αναταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες, εκτινάσσοντας το κόστος των αγροτικών πρώτων υλών. Οι τιμές του ρυζιού αυξήθηκαν μεταξύ 5% και 28%, ενώ οι τιμές των οσπρίων σημείωσαν άνοδο από 8% έως και 35%.
Οι επιθέσεις των Χούθι είναι το τελευταίο επεισόδιο σε μια μακρά αλυσίδα δυσμενών γεγονότων, που έχουν επηρεάσει την οικονομία, το διαθέσιμο εισόδημα και τις τιμές.
Ήδη κατά τη διάρκεια της περασμένης χρήσης, και πριν ξεκινήσει η κρίση με τους Χούθι, η ελληνική εταιρεία προχώρησε σε δύο κύκλους ανατιμήσεων, τον Μάρτιο και τον Αύγουστο του 2023, προκειμένου να καλύψει το αυξανόμενο κόστος των πρώτων υλών, όπως σημειώνει στις οικονομικές καταστάσεις που δημοσίευσε χθες.
Παρά τις ενέργειες της εταιρείας για την εξισορρόπηση του κόστους μέσω αυξήσεων και βελτίωσης της παραγωγικότητας, τα οικονομικά αποτελέσματα της χρονιάς δεν ήταν θετικά. Οι καθαρές πωλήσεις της 3 Άλφα μειώθηκαν 6% υποχωρώντας στα 26,541 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης των πωλήσεων προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας.
Το μικτό περιθώριο κέρδους παρέμεινε σταθερό στο 18%, αλλά οι αυξημένοι χρηματοοικονομικοί τόκοι, λόγω της ανόδου του Euribor, αύξησαν το κόστος δανεισμού και συνέβαλαν στη διεύρυνση των ζημιών. Οι καθαρές ζημιές διαμορφώθηκαν στα 587.701 ευρώ ή -2,2% επί των καθαρών πωλήσεων έναντι 321.179 ευρώ και 1,1% επί των καθαρών πωλήσεων το 2022.
Μείωση καταγράφηκε και στον αριθμό του απασχολούμενου προσωπικού στα 97 άτομα από 103 άτομα το 2022 (-5,8%) ενώ οι αμοιβές σε μέλη διοικητικών διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων σημείωσαν οριακή πτώση 2,26% λόγω της μείωσης κατά 6,42% των αμοιβών των διοικητικών στελεχών. Πάντως οι αμοιβές των μελών του διοικητικού συμβουλίου αυξήθηκαν 5,78% στα 474.985 ευρώ.
Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, η εταιρεία συνεχίζει να προχωρά με ενίσχυση των υποδομών της, ανάπτυξη νέων προϊόντων και στρατηγικές συνεργασίες, ελπίζοντας σε μια καλύτερη χρονιά με θετικότερα οικονομικά αποτελέσματα.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η δημιουργία νέας εγκατάστασης στη Θεσσαλία με σκοπό τη συγκέντρωση και αποθήκευση ελληνικών αγροτικών πρώτων υλών. Το νέο κέντρο, με έκταση 24.000 τ.μ., αναμένεται να ενισχύσει τη διαχείριση της παραγωγής και να προσφέρει τη δυνατότητα για βιομηχανική επεξεργασία και τυποποίηση στην πηγή.
Παράλληλα ποντάρει στην αύξηση της αποθηκευτικής ικανότητας με στόχο τη μείωση του κόστους αποθήκευσης, στην κυκλοφορία νέων κωδικών και στη διεύρυνση των συνεργασιών στον τομέα των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Αν και εκτιμά ότι το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα έχει πιάσει «ταβάνι».