Επιφυλακτική εμφανίζεται η BofA για τις ελληνικές τράπεζες, λόγω υποχώρησης των καθαρών εσόδων από τόκους. Οι συστάσεις και οι τιμές στόχοι.
Την επιλεκτική και επιφυλακτική της στάση για τις ελληνικές τράπεζες διατηρεί η Bank of America, θέτοντας στην πρώτη γραμμή τις μετοχές της Eurobank και της Τράπεζας Πειραιώς που αξιολογεί με σύσταση «buy» (αυξημένες τιμές στόχοι) και αναβαθμίζοντας τη σύσταση στην Alpha Bank σε «ουδέτερη», ενώ διατηρεί τη σύσταση «underperform» για την Εθνική Τράπεζα.
Η τιμή στόχος για την Alpha Bank διαμορφώνεται στα 1,79 από 1,80 ευρώ, για τη Eurobank στα 2,76 ευρώ από 2,70 προηγουμένως, για την Πειραιώς στα 5,30 από 5,12 ευρώ και για την Εθνική στα 8,06 από 7,80 προηγουμένως.
Όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, κάποιες αντιξοότητες σε επίπεδο κερδοφορίας εξακολουθούν να υφίστανται με μια σημαντική μέση πτώση του δείκτη ROTE του κλάδου, άνω των 4 ποσοστιαίων μονάδων και άνω του 1% αρνητικό CAGR σε επίπεδο EPS στην περίοδο 2023 – 2025, κάτι που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πίεση που προκύπτει στα καθαρά έσοδα από τόκους. Ωστόσο, οι διαρθρωτικοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί με τη μείωση του κόστους κινδύνου, τις ελκυστικές μερισματικές αποδόσεις και την υποχώρηση της αβεβαιότητας σχετικά με τις διανομές μερισμάτων. «Πιστεύουμε ότι οι αντιξοότητες σε επίπεδο ROTE έχουν ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό στις τιμές, καθώς το εύρος αποτίμησης σε επίπεδο P/E για το 2025 σε 5x – 6,5x παραμένει χαμηλό και φθηνό σε σχέση με τα θεμελιώδη μεγέθη», αναφέρουν οι αναλυτές.
Ο επενδυτικός οίκος αναμένει μια μέση πτώση των καθαρών εσόδων από τόκους της τάξεως του 7% και κατά 21 μονάδες βάσης υποχώρηση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (NIM) για τις ελληνικές τράπεζες το 2023 – 2025 δεδομένου: 1) ότι το 85% – 90% πρόκεται για δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, με ανατιμολόγηση εντός τριών έως έξι μηνών, 2) των προσδοκιών για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων, 3) του περιορισμένο πεδίου εφαρμογής για ανατιμολόγηση των καταθέσεων (στο 25% οι προθεσμιακές στην Ελλάδα) και 4) της συνεχιζόμενης εκδοτικής δραστηριότητας για την ενίσχυση των στόχων σε επίπεδο MREL.
«Η υποχώρηση των καθαρών εσόδων από τόκους είναι χαμηλότερη από το 9% που εκτιμούσαμε αρχικώς, καθώς το «μείγμα» καταθέσεων έχει παραμείνει αρκετά σταθερό, ενώ οι κινήσεις hedging και τα χαρτοφυλάκια τίτλων που διαθέτουν οι τράπεζες έχουν πλέον πλήρως διαμορφωθεί. Ωστόσο, τα καθαρά έσοδα από τόκους παραμένουν υπό έντονη πίεση και μάλιστα από τις ισχυρότερες στην Ευρώπη, υποχωρώντας στο δεύτερο τρίμηνο ακόμη και πριν γίνουν αισθητά τα αποτελέσματα της μείωσης των επιτοκίων», αναφέρει η BofA.
Οι αναλυτές σημειώνουν πως ακόμη οι ελληνικές τράπεζες δε μπορούν να φτάσουν στο ίδιο επίπεδο με τις ευρωπαϊκές σε επίπεδο κόστους κινδύνου, αλλά δε παραλείπουν να αναφέρουν τη διαρκή αποκλιμάκωση αυτού. Σύμφωνα με τους ίδιους, το κόστος κινδύνου έχει εξελιχθεί εξαιρετικά καλά στις ελληνικές τράπεζες τη φετινή χρονιά, εκτιμώντας πως θα διαμορφωθεί στις 63 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο, έναντι 79 μονάδων βάσης το 2023. Ωστόσο, αναμένουν ότι θα αυξηθεί το 2025 στις 68 μονάδες βάσης, καθώς η αύξηση στα επιτόκια θα επηρεάσει αρνητικά, προτού μειωθεί το 2026. Ακόμη και στους στόχους των τραπεζών, το κόστους κινδύνου είναι κατά δύο φορές υψηλότερο έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών, λόγω του κόστους εξυπηρέτησης και τιτλοποίησης των NPEs που θα καταβληθεί μακροπρόθεσμα.
H BofA επισημαίνει ότι η πορεία διανομής μερισμάτων φαίνεται πιο ξεκάθαρη πλέον, από τη στιγμή που οι ελληνικές τράπεζες έχουν λάβει την έγκριση των ρυθμιστικών αρχών για την καταβολή των πρώτων μερισμάτων τους μετά από χρόνια, για την περσινή χρήση. Οι μέσες μερισματικές αποδόσεις που αναμένεται να ανέλθουν στο 7,8% – 8,5% για το 2025 και το 2026 είναι ελκυστικές, σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις τράπεζες στην Ευρώπη αλλά και πολύ υψηλότερες σε σχέση με τις παγκόσμιες αναδυόμενες αγορές (GEM/EEMEA).
Ωστόσο, και σε αυτό το πεδίο διατηρεί ένα συντηρητικό στις εκτιμήσεις της και υποθέτει χαμηλότερους δείκτες διανομών σε σχέση με τα guidances των ελληνικών τραπεζών. Ωστόσο, θεωρεί ότι είναι δυνατή η πρόσθετη άνοδος των αποδόσεων, αν επιτευχθούν οι στόχοι στα payouts. Χαρακτηρίζει «πρόωρο» το σενάριο των buybacks, καθώς η διαδικασία εξυγίανσης δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.
Υπό αυτό το πρίσμα ο οίκος διατηρεί σύσταση «buy» για τη Eurobank καθώς έχει το υψηλότερο βιώσιμο ROTE 14,4% – 13% το 2025 – 2026 και δυνητικά ανοδικά περιθώρια από τις συνέργειες με την Ελληνική Τράπεζα. Διατηρεί επίσης τη σύσταση «buy» για την Πειραιώς, η οποία διαπραγματεύεται στο χαμηλότερο εύρος του εκτιμώμενου δείκτη P/E για το 2025 (έναντι των υπολοίπων), ήτοι στο 5x, κάτι που δεν αντικατοπτρίζει το «turnaround story», με διψήφιο βιώσιμο ROTE (13,1% – 11,9% το 2025 – 2026).
Ο οίκος αναβαθμίζει την Alpha σε «ουδέτερη» σύσταση καθώς αν και ακόμη έχει κάποια ζητήματα προς επίλυση, θεωρεί ότι το 5,3x για το 2025 (σε επίπεδο P/E) αντικατοπτρίζει περισσότερο την πορεία που ακολουθεί μετά την υστέρηση έναντι των ομότιμων κατά 15% από τις αρχές του έτους. Από την άλλη, διατηρεί τη σύσταση «under – perform» για την Εθνική καθώς εκτιμά ότι τα υψηλότερα επίπεδα αποτίμησης, με εκτιμώμενο δείκτη P/E για το 2025 στο 6,5x δεν αντικατοπτρίζουν τη μεγάλη υποχώρηση του δείκτη ROTE που επίκεινται.