Το σχέδιο της ΔΕΗ για ανάπτυξη αρχίζει να αποκτά σάρκα και οστά με συγκεκριμένα βήματα και συνεργασίες. Η ΔΕΗ σε συνεργασία με ισχυρούς τεχνολογικούς παίκτες προγραμματίζει την ανάπτυξη μεγάλων data centers στην Ελλάδα, καθώς και πιθανώς σε χώρες της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Ευρώπης. Ο βασικός σκοπός αυτού του εγχειρήματος είναι να καλυφθούν οι εσωτερικές ανάγκες της ΔΕΗ αλλά και να προσφερθούν υψηλής ποιότητας υπηρεσίες σε τρίτους, όπως πελάτες από την Ελλάδα αλλά και από άλλες χώρες. Μέσω αυτών των συνεργασιών και επενδύσεων, η ΔΕΗ επιθυμεί να δημιουργήσει ένα ισχυρό δίκτυο παροχής υπηρεσιών που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της τεχνολογίας και της οικονομίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η αρχή γίνεται με την εμιρατινή DAMAC, σε έκταση που έκλεισε πρόσφατα στα Σπάτα, αφορά ένα small scale για τα διεθνή δεδομένα data center, ισχύος 25 MW, και μέσω αυτού η επιχείρηση μπαίνει στην ανάπτυξη και πώληση λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης σε πελάτες με μεγάλες ανάγκες δεδομένων, βάζοντας στο κάδρο επιχειρήσεις από τους τομείς της υγείας και της ενέργειας, μέχρι τράπεζες και τον χώρο της εκπαίδευσης.
Η εταιρεία που βάζει και επίσημα τη ΔEΗ στο παιχνίδι λέγεται «Data in Scale», συστάθηκε χθες, έχει αρχικό μετοχικό κεφάλαιο 4 εκατ. ευρώ και ανήκει κατά 55% στην CAIO Holding Company Limited, εταιρεία συμφερόντων της DAMAC με έδρα τo Λονδίνο και κατά 45% στην ελληνική επιχείρηση. Στα Σπάτα θα αναπτυχθεί το πρώτο από μια σειρά παρόμοιων επενδύσεων που σκοπεύουν να αναπτύξουν ο ελληνικός με τον εμιρατινό όμιλο. Είναι το πρώτο βήμα της ΔEΗ στον χώρο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες το επόμενο βήμα της επιχείρησης θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Στα σκαριά έχει, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, σχέδιο για δημιουργία από κοινού με ξένο τεχνολογικό κολοσσό, όνομα πολλαπλάσιου βεληνεκούς από την DAMAC, ενός data center, μεγέθους μεγαλύτερου από κάθε άλλο μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, στα πρώην λιγνιτικά πεδία της Δ. Μακεδονίας.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το έργο θα είναι τεραστίων διαστάσεων σε σχέση με όσα αναπτύσσουν ή δρομολογούν Έλληνες και ξένοι παίκτες σήμερα στη χώρα, θα συγκαταλέγεται σε ένα από τα μεγαλύτερα στην ευρύτερη περιοχή και στόχο έχει να δημιουργήσει ένα από τα μεγαλύτερα οικοσυστήματα data centers στη ΝΑ Ευρώπη, απευθυνόμενο σε νοσοκομεία, τράπεζες, πανεπιστήμια, ενεργειακούς ομίλους και στον χώρο των μεταφορών, από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τεχνητή νοημοσύνη και data centers
Είναι πέντε τομείς που παράγουν ασύλληπτα μεγάλους όγκους δεδομένων, των οποίων η επεξεργασία απαιτεί τεράστια υπολογιστική ισχύ και μεγάλα data centers, μέσω των οποίων θα αναπτύσσει και θα πουλά software στους πελάτες της η άλλη θυγατρική της ΔΕΗΔΕΗ +0,53%, εκείνη που συστάθηκε τον Αύγουστο στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης, η Olympus AI.
Στους πελάτες αυτούς θα απευθύνεται το software που θα παράγει η ίδια η ΔEΗ μέσω των data centers που σχεδιάζει, καταρχήν με την ελληνοεμιρατινή «Data in Scale», αντικείμενο της οποίας είναι, όπως διαβάζουμε στο ΓΕΜΗ, από την ανάπτυξη κέντρων δεδομένων προς πώληση ή εκμίσθωση σε τρίτους και την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες, μέχρι τη συνεργασία με εταιρείες σε Ελλάδα και εξωτερικό, υπονοώντας επιχειρήσεις με μεγάλες ανάγκες σε δεδομένα.
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει το επόμενο σχέδιο, αυτό για την ανάπτυξη από κοινού με ξένο τεχνολογικό κολοσσό ενός data center γιγαντιαίων διαστάσεων για τα ελληνικά δεδομένα, σε κάποια από τις κενές εκτάσεις των πρώην λιγνιτορυχείων της Δ. Μακεδονίας, πλησίον των νέων μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων που κατασκευάζει στην περιοχή.
Τα μεγάλα φωτοβολταϊκά της επιχείρησης θα καλύπτουν τις τεράστιες ανάγκες σε φθηνή ενέργεια που θα απαιτεί η συγκεκριμένη επένδυση για την εγκατάσταση και τον κλιματισμό (cooling) των servers. Οσο για τη μεταφορά των δεδομένων, θα συμβάλει το δίκτυο οπτικών ινών Fiber-to-the-home που αναπτύσσει ο όμιλος.
Σχέδιο που «κουμπώνει» με την αξιοποίηση παραγωγής λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης από τον ίδιο τον όμιλο, σε δικά του data centers, μέσω των οποίων θα επεξεργάζεται τα δεδομένα που θα «ανεβάζουν» στο cloud οι πελάτες του. Και θα μπορεί να διαθέτει προϊόντα προσφέροντάς τους μια φόρμουλα υπηρεσιών (Platform as a Service – PaaS) επικεντρωμένη σε δεδομένα και τεχνητή νοημοσύνη.
Είναι το νέο business της ΔEΗ στο οποίο είχε αναφερθεί για πρώτη φορά σε αδρές γραμμές τον περασμένο Μάιο ο CEO Γιώργος Στάσσης, στο περιθώριο του συνεδρίου Power Summit 2024 της Eurelectric, για να αποκαλύψει λίγες μέρες μετά, κατά την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων, ότι έκλεισε η πρώτη συμφωνία, αυτή με την DAMAC, η οποία θα λειτουργήσει ως anchor tenant για τον όμιλο.
Δηλαδή θα διασφαλίσει τις δικές του ανάγκες και κυρίως θα λειτουργήσει ως «μαγνήτης» για περαιτέρω συνεργασίες, όπως αυτήν που έχει στα σκαριά ο όμιλος με ξένο τεχνολογικό κολοσσό.
Οι ξένοι παίκτες και τα υποθαλάσσια καλώδια
Οι κινήσεις της ΔEΗ έρχονται να προστεθούν σε αυτές διεθνών παικτών όπως των Data4, Microsoft, Google, Digital Realty και Amazon Web που τοποθετούνται στην Ελλάδα, θεωρώντας ότι η προνομιακή της θέση ως κόμβου μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής την καθιστά ιδανική τοποθεσία για διεθνή έργα συνδεσιμότητας.
Σε αυτή τη λογική, στηρίζεται και η δυναμική ανάπτυξη της ελληνικής αγοράς για data centers, της οποίας η συνολική χωρητικότητα εκτιμάται ότι θα υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2030. Σύμφωνα με αναλυτές του χώρου, η αξία της εγχώριας αγοράς data centers ανήλθε στα 695 εκατ. ευρώ το 2023 και αναμένεται να αυξηθεί στο 1,2 δισ. ευρώ μέχρι το 2029, με ένα μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 10%.
Στην επιλογή της χώρας μας από όλους αυτούς τους παίκτες, παίζουν σημαντικό ρόλο τα σχέδια για τα υποθαλάσσια καλώδια τηλεπικοινωνιών και μεταφοράς δεδομένων που δρομολογούνται και πρόκειται μελλοντικά να συνδέσουν την Ελλάδα με την περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Ασίας, όπως το «East To Med Data Corridor» (EMC).
Στην υποθαλάσσια τηλεπικοινωνιακή σύνδεση από την Ασία προς την Ευρώπη, που συζητείται εδώ και χρόνια με τους Σαουδάραβες, και όπου η ΔEΗ συμμετέχει με 25%, υλοποιήθηκε τον περασμένο Μάιο ένα σημαντικό milestone, δηλαδή «κλείδωσε» η συμφωνία χρηματοδότησης 340 εκατ. ευρώ (κοινοπρακτικό δάνειο τύπου Project Financing) με ελληνικές και ξένες τράπεζες για την πρώτη φάση του έργου, ύψους 550 εκατ. ευρώ.
Στο έργο συμμετέχουν με 72% η Saudi Telecom, δηλαδή ο σαουδαραβικός φορέας παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, μεταξύ των μεγαλύτερων παρόχων στη Μέση Ανατολή, η ΔEΗ με 25% και η Telecommunication Telephony Satellite Applications – TTSA (τηλεπικοινωνιακή εταιρεία με έδρα την Ελλάδα και γραφεία στην Κύπρο και την Ελβετία), με 3%.