Ολοκληρώθηκε στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, η συζήτηση του νομοσχεδίου για την κύρωση του «Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας», το οποίο ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία.
Ολοκληρώθηκε στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, η συζήτηση του νομοσχεδίου για την κύρωση του «Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας», το οποίο ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία.
Υπέρ της αρχής του τάχθηκε η ΝΔ, ενώ το ΚΚΕ, η Πλεύση Ελευθερίας και η Νέα Αριστερά καταψήφισαν. ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Ελληνική Λύση, ΝΙΚΗ και Σπαρτιάτες επιφυλάχθηκαν για την συζήτησή του στην ολομέλεια, την ερχόμενη Τρίτη 8 Οκτωβρίου.
Η κυβερνητική πλειοψηφία απέρριψε το αίτημα που έθεσε η αντιπολίτευση για διευρυμένη συζήτηση του νομοσχεδίου, με την πρόσκληση στην επιτροπή αρμόδιων εξωκοινοβουλευτικών φορέων -κατηγορώντας την κυβέρνηση για fast track διαδικασίες – αντιτείνοντας ότι η διαδικασία είναι σύμφωνα με τον κανονισμό της Βουλής καθώς αφορά κύρωση κωδικοποίησης της νομοθεσίας για τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
«Δεν συζητάμε νέες διατάξεις για την αναμόρφωση του ΦΠΑ. Είναι αποκλειστικά κωδικοποίηση της νομοθεσίας. Στις κυρώσεις, όπως και στις διεθνείς συμβάσεις, δεν προσκαλούνται οι κοινωνικοί φορείς, η διαδικασία είναι μία: συζήτηση στην επιτροπή και μία στην ολομέλεια», τόνισε ο υφυπουργός Οικονομικών, Χρήστος Δήμας και συμπλήρωσε:
«Η καθιέρωση ενός ενιαίου, επικαιροποιημένου και απλουστευμένου κώδικα, επιδιώκει την διευκόλυνση των συναλλαγών των πολιτών και των επιχειρήσεων, τον εξορθολογισμό του πλαισίου ελέγχου, την βελτίωση της αποτελεσματικότητας τους και την μείωση της γραφειοκρατίας. Η θέσπιση ενιαίου πλαισίου το οποίο θα ενσωματώσει και οδηγίες, θα αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο, τόσο για τους φορολογούμενους πολίτες και επιχειρήσεις, όσο και για τις φορολογικές υπηρεσίες, που βοηθάει στην εμπέδωση ενός κλίματος ασφάλειας των συναλλαγών και εμπιστοσύνης με τις φορολογικές αρχές».
«Τα τελευταία χρόνια έχουμε πάνω από 175 τροποποιήσεις του φορολογικού κώδικα, άρα όλοι αντιλαμβάνονται ότι η κωδικοποίηση 24 χρόνια μετά την κύρωση του ισχύοντα κώδικα ΦΠΑ, είναι επιβεβλημένη προκειμένου να επικαιροποιηθεί και να βελτιωθεί η ποιότητα του ρυθμιστικού πλαισίου και να διασφαλιστεί η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων σε νομοθετικό περιβάλλον ασφαλές», επεσήμανε ο κ. Δήμας.
Από την πλευρά τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δια των εισηγητών τους, εστίασαν την κριτική τους στην «άδικη, οριζόντια και ισοπεδωτική φορολογική πολιτική της κυβέρνησης που λειτουργεί σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και υπέρ της ελάφρυνσης των επιχειρηματικών ομίλων», όπως υποστήριξαν, αναγνωρίζοντας ωστόσο την ανάγκη επικαιροποίησης και κωδικοποίησης της νομοθεσίας για τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Χάρης Μαμουλάκης, επεσήμανε ότι «θα έπρεπε να ανοίξει η διαδικασία και να ακουστούν οι αρμόδιοι φορείς, όπως το Οικονομικό Επιμελητήριο, για να καταγραφούν τα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν στην κοινωνία με τον άδικο, οριζόντιο και ισοπεδωτικό έμμεσο φόρο», ζητώντας ταυτόχρονα «στοχευμένες μειώσεις του ΦΠΑ που μπορούν να δώσουν ανάσα στον χειμαζόμενο ελληνικό λαό και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
«Το ΠΑΣΟΚ δεν αμφισβητεί την αναγκαιότητα για τις αυτονόητες αλλαγές που πρέπει να γίνουν ώστε να εκσυγχρονιστεί ο κώδικας Προστιθέμενης Αξίας. Όμως η κυβέρνηση ακολουθεί μία συστηματική τακτική που προσβάλλει τους πολίτες και υποκρύπτει αλλαγές σε βάρος συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Εισάγει έναν κώδικα ΦΠΑ χωρίς διαβούλευση, μη δίνοντας τη δυνατότητα να καταγραφούν τα πραγματικά προβλήματα, ώστε να προχωρήσουμε σε ουσιαστικό εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας» υπογράμμισε η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Ελένη Βατσινά.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Χρήστος Τσοκάνης, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «στον απόηχο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος φέρνει την κύρωση που διέπεται από όλους τους αντιλαϊκούς νόμους και με το ‘έτσι θέλω’ δεσμεύει το λαό».
«Στην ουσία, συνεχίζει μέσα από τα αντιλαϊκά φορολογικά έσοδα και τα αιματοβαμμένα πλεονάσματα, να εξανεμίζει το λαϊκό εισόδημα αυξάνοντας τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου», ανέφερε και επανέφερε την πρόταση του κόμματος του για κατάργηση του ΦΠΑ στα προϊόντα λαϊκής κατανάλωσης.
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Στυλιανός Φωτόπουλος, ανέφερε ότι είναι αναγκαία η κωδικοποίηση, ωστόσο επί της ουσίας δεν αλλάζει τον παράλογο, αποτυχημένο τρόπο επιβολής των φόρων στους μη έχοντες.
«Είναι ο ορισμός της χαμένης ευκαιρίας για την βελτίωση των άδικων φόρων και τις συνθήκες διαβίωσης των Ελλήνων πολιτών. Έχουμε μια κωδικοποίηση που δεν αλλάζει τη νομοθεσία, αλλά δεν φέρνει την επιβαλλόμενη μεταβολή στον υπάρχων κώδικα. Στην χρονική συγκυρία που το φέρνει η κυβέρνηση, υποκρύπτει το πολιτικό μήνυμα ότι τα πράγματα κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, παραγνωρίζοντας όμως τις στρεβλώσεις και τις μεγάλες αδικίες σε βάρος της κοινωνίας, από τη λειτουργία του ΦΠΑ», επεσήμανε η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς, Έφη Αχτσιόγλου.
Ο ειδικός αγορητής της Νίκης, Ανδρέας Βορύλλας, έκανε λόγο για απολύτως επιβεβλημένη νέα κωδικοποίηση της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ, επισημαίνοντας παράλληλα «την ανάγκη επαναξιολόγησης των έμμεσων φόρων που συνεχίζουν να είναι σε μνημονιακά επίπεδα, ισοπεδώνοντας τα λαϊκά στρώματα».
Ο ειδικός αγορητής της Πλεύσης, Ελευθερίας, Αλέξανδρος Καζαμίας, άσκησε έντονη κριτική «για την διαδικασία συζήτησης που επιλέχθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία του νομοσχεδίου», τονίζοντας ότι «έπρεπε να προσκληθούν και να ακουστούν οι αρμόδιοι φορείς, γιατί ο υπερβολικά άδικος, οριζόντιος έμμεσος φόρος, έχει εξουθενώσει την ελληνική κοινωνία».
Επιφυλάξεις εξέφρασε ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών, Αθανάσιος Χαλκιάς, σημειώνοντας ότι «μετά από 24 χρόνια από την κύρωση του ισχύοντα νόμου για τον Κώδικα Προστιθέμενης Αξίας, τις τροποποιήσεις που έγιναν και τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν, έπρεπε να γίνει διαβούλευση και να ζητηθεί η γνώμη των αρμόδιων φορέων και να μην μείνουν αναπάντητα ερωτήματα για την χρησιμότητα των αλλαγών».
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Στυλιανός Πέτσας, τόνισε ότι «η κύρωση του νομοσχεδίου με τα 72 άρθρα και τα 7 παραρτήματα είναι επιβεβλημένη για την εναρμόνιση της εθνικής με την ευρωπαϊκή νομοθεσία».
Όπως είπε, «δεν επιβάλει κανένα νέο φόρο και στοχεύει στην επικαιροποίηση και βελτίωση των υφιστάμενων διατάξεων της νομοθεσίας για τον ΦΠΑ, ώστε η εφαρμογή τους να λειτουργεί σε ένα ασφαλές περιβάλλον δικαίου».
- – ΜΠΕ