Μετά τη Γαλλία, νέο μέτωπο και στη Γερμανία. Mόνο οι 18 από τις 27 χώρες μέλη έχουν καταθέσει μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό σχέδιο.
Η χώρα που κάποτε «κούναγε το δάχτυλο» στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου για τα μεγάλα δημοσιονομικά τους ελλείμματα και χρέη, αναζητά τώρα τρόπους για να τιθασεύσει τις δικές της δημόσιες δαπάνες. Η Γερμανία, η πάλαι ποτέ «ατμομηχανή» της ευρωπαϊκής οικονομίας, σκέφτεται να ζητήσει από την Κομισιόν παράταση στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό της σχέδιο, πέραν των τεσσάρων ετών, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Politico επικαλούμενο πηγές από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.
Σε μία αντιστροφή ρόλων και συνθηκών, η Γερμανία που πρόβαλε αντιρρήσεις και πολύ κριτική…σε παρατάσεις και διευκολύνσεις για τις χώρες PIGS (Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία) στη διάρκεια της κρίσης χρέους περισσότερο από μία δεκαετία πριν, έρχεται τώρα στη θέση τους. Για χρόνια, η θέση της Γερμανίας ως βιομηχανικής υπερδύναμης της Ευρώπης θωράκιζε την οικονομία της, αποτελώντας τον πρωταθλητή της δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΕΕ.
Τώρα όμως, η ολοένα και βαθύτερη ύφεση μαζί με την κρίση της βαριάς βιομηχανίας έκαναν το Βερολίνο να μην καταθέσει έως την προθεσμία της 15ης Οκτωβρίου το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δαπανών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως αναφέρει το Politico, επικαλούμενο δύο αξιωματούχους του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.
- Γιατί ο Ευρωπαϊκός Νότος νικά το γαλλογερμανικό άξονα σε ανάπτυξη – «Κλειδί» τουρισμός και κονδύλια ΕΕ
«Θύμα» των ίδιων των πολιτικών του
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ από τους Ελεύθερους Δημοκράτες είναι πολύ πιθανόν να δει τώρα τα δικά του περιθώρια ελιγμών να περιορίζονται από τα ίδια τα αριθμητικά κριτήρια στα οποία επέμεινε ο ίδιος για τον επανασχεδιασμό των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ πέρυσι. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πέσει «θύμα» των νέων δημοσιονομικών κανόνων που είχε πρωτοστατήσει ο ίδιος να εφαρμοστούν.
Με βάση τους νέους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Καθορίζουν τη δημοσιονομική πορεία κάθε κράτους μέλους, δίδοντάς τους τα περιθώρια ώστε να αυξάνουν τις δαπάνες ή να μειώνουν τους φόρους με βάση μία σειρά από νέους δείκτες και προϋποθέσεις, καθώς και τις δημόσιες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις προτεραιότητας για τέσσερα ή πέντε χρόνια, διάστημα που μπορεί να παραταθεί στα επτά.
Οι ετήσιες δαπάνες θα προσδιορίζονται σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε επίπεδο που θα διασφαλίζει τη μείωση του δημοσίου χρέους, ακόμα και σε δυσμενή σενάρια για την οικονομική ανάπτυξη μαζί με βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, αποφεύγοντας μια προ κυκλική δημοσιονομική πολιτική. Τα σχέδια θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν ευρύτερες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, μεταξύ άλλων για την αντιμετώπιση των κοινών προτεραιοτήτων της ένωσης.
Οι χώρες που υπερβαίνουν τα βασικά όρια χρέους έχουν στη διάθεσή τους τέσσερα χρόνια για να επανέλθουν προτού αντιμετωπίσουν πειθαρχικά μέτρα. Ωστόσο, όσοι απαιτούν μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής, δικαιούνται να ζητήσουν παράταση έως και επτά ετών, εάν χρειαστεί. Μέχρι στιγμής, μόνο η Ιταλία, η Ισπανία και η Φινλανδία έχουν υποβάλει αίτηση για επταετή παράταση. Επίσης, μόνο οι 18 από τις 27 χώρες μέλη της ΕΕ έχουν καταθέσει μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό σχέδιο. Η Ελλάδα κατέθεσε στην Κομισιόν στις 15 Οκτωβρίου το δικό της σχέδιό 2025- 2028 και έχει δηλώσει πως δεν επιθυμεί την τριετή παράταση για επταετή προσαρμογή συνοδευόμενη με μεταρρυθμίσεις.
Στενεύουν τα περιθώρια εν όψει εκλογών
«Το ενδεχόμενο παράτασης της περιόδου προσαρμογής από τέσσερα σε επτά χρόνια συζητείται επί του παρόντος», δήλωσε αξιωματούχος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Από τον Απρίλιο, όταν εφαρμόστηκαν οι κανόνες, οι Βρυξέλλες απαιτούν από χώρες με σχετικά χαμηλό χρέος, όπως η Γερμανία να μειώσουν την αναλογία μεταξύ του δημόσιου χρέους και της ανάπτυξης κατά μέσο όρο τουλάχιστον 0,5% ετησίως.
Η εκπλήρωση αυτής της απαίτησης σε μόλις τέσσερα χρόνια θα απαιτούσε μια μεγάλη και επώδυνη δημοσιονομική προσαρμογή από τη διχασμένη αλλά και μη δημοφιλή κυβέρνηση της Γερμανίας υπό την ηγεσία του Σοσιαλδημοκράτη Καγκελάριου Όλαφ Σολτς. Ένα επταετές σχέδιο προσαρμογής, θα έδιδε τη δυνατότητα στο Βερολίνο να αποφύγει να επιβάλει υπερβολικά επαχθείς περικοπές δαπανών ενόψει των εθνικών εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για το Σεπτέμβριο του 2025.
«Η επιτρεπόμενη αύξηση των δαπανών θα ήταν αντίστοιχα υψηλότερη σε ένα χρονικό πλαίσιο επτά ετών από ό,τι στην περίπτωση της τετραετούς περιόδου προσαρμογής», δήλωσε ο αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών. Όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θα χορηγήσει αυτόματα παράταση στη Γερμανία. Το Βερολίνο πρέπει πρώτα να δεσμευτεί να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που ευνοούνται από τις Βρυξέλλες με αντάλλαγμα για πιο σταδιακές περικοπές δαπανών.
Σε δίνη ο γαλλογερμανικός άξονας
Η ύφεση της Γερμανίας δυσκολεύει πλέον τη δημοσιονομική προσαρμογή της. Σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 0,2%, μετά την υποχώρηση 0,3% πέρυσι, με «αγκάθι» την κάμψη της μεταποιητικής δραστηριότητας, το υψηλό ενεργειακό κόστος, το μεταναστευτικό και την επέλαση της ακροδεξιάς. Δύο διαδοχικά χρόνια ύφεσης συνέβησαν μόνο μία φορά από την επανένωση της Γερμανίας, το 2002 και το 2003.
Από την άλλη πλευρά, οι χώρες PIGS αναπτύσσονται με πολύ ταχύτερο ρυθμό από το μέσο όρο της Ευρωζώνης και κυρίως με πολύ πιο υψηλούς από αυτόν της Γερμανίας. Μάλιστα, από το 2017, οι τέσσερις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου παρουσιάζουν πέντε μονάδες υψηλότερη ανάπτυξη από τη Γερμανία, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Capital Economics για λογαριασμό των FT.
Σε δημοσιονομική δίνη είναι βυθισμένη και η Γαλλία, με τον πρωθυπουργό Μισέλ Μπαρνιέ να μεταφέρει κατά δύο έτη την ημερομηνία-στόχο για την επαναφορά του δημοσιονομικού ελλείμματος εντός του εύρους που ορίζει η ΕΕ.
Η Γαλλία έχει πλέον στόχο να οδηγήσει το έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ έως το 2029, αντί για το 2027, όπως δήλωσε πρόσφατα ο Γάλλος πρωθυπουργός στην πρώτη του ομιλία στο κοινοβούλιο. Το σχέδιό του περιλαμβάνει μείωση δαπανών και αύξηση φόρων για τους εύπορους και τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Οι προκλήσεις για τη νέα κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ είναι τεράστιες – το εθνικό χρέος, το ανεξέλεγκτα αυξανόμενο δημοσιονομικό έλλειμμα, η εκρηκτική διεθνής γεωπολιτική κατάσταση, οι απρόβλεπτες αντιδράσεις των αγορών και μία κατακερματισμένη Εθνοσυνέλευση χωρίς κανένα κόμμα να έχει πλειοψηφία.