Αναπροσαρμογή των επενδύσεων στα 435 δισ. έως το 2050 στην τελική εκδοχή του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, όπως αυτό κατατέθηκε στη Βουλή, σε σχέση με το υπό διαβούλευση κείμενο. Στο 52,6% το 2030 το «πρασίνισμα» θέρμανσης – ψύξης, στο 12,3% στις μεταφορές, στο 72,2% στον κτιριακό τομέα.
Μικρές αναπροσαρμογές στη διείσδυση των ΑΠΕ σε μία σειρά από τομείς παρουσιάζει τελική εκδοχή του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, όπως αυτό κατατέθηκε στη Βουλή, σε σχέση με το κείμενο το οποίο τέθηκε σε διαβούλευση. Οριακή αύξηση υπάρχει επίσης και στις απαιτούμενες επενδύσεις για το net-zero μέχρι τα μέσα του αιώνα, κυρίως για το χρονικό διάστημα 2031-2050.
Πιο συγκεκριμένα το σύνολο των επενδύσεων μέχρι τα τέλη του αιώνα επαναπροσδιορίστηκε στα 436,39 δισ. ευρώ, από 427,09 δισ. που προέβλεπε το υπό διαβούλευση κείμενο. Η σχετική διαφορά είναι πολύ μικρή για την περίοδο 2025-2030, όπου πλέον εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να κινητοποιηθούν 95,93 δισ., έναντι 95,07 δισ. στην προηγούμενη εκδοχή.
Η «ψαλίδα» είναι μεγαλύτερη για την επόμενη 20ετία. Έτσι, πλέον προβλέπεται πως θα πρέπει να επιστρατευθούν ιδιωτικά και δημόσια κεφάλαια συνολικού ύψους 340,46 δισ., έναντι των 332,02 δισ. του υπό διαβούλευση κειμένου.
Συμμετοχή των ΑΠΕ ανά κλάδο
Αυξομειώσεις υπάρχουν όμως και στη συμμετοχή των ΑΠΕ το 2030 σε μία σειρά από τομείς – ξεκινώντας από τον κτιριακό κλάδο, όπου πλέον καταγράφεται ενισχυμένη φιλοδοξία. Έτσι, η «πράσινη» συμμετοχή στην τελική κατανάλωση ενέργειας του κτιριακού τομέα αναθεωρήθηκε στο 72,2% από 67,4%.
Στον αντίποδα, μειωμένο προβλέπεται πλέον το «πράσινο» μερίδιο στην ψύξη – θέρμανση, ο οποίος είναι πλέον στο 52,6%, από 61,1%. Το ίδιο ισχύει και στον τομέα των μεταφορών, όπου ο νέος στόχος είναι για συμμετοχή στην τελική κατανάλωση ενέργειας στο 12,3%, από 13,9%.
Μικρότερη «παρουσία» των ΑΠΕ προβλέπεται το 2030 και στις βιομηχανικές χρήσεις, όπου το σχετικό μερίδιο έχει διαμορφωθεί στο 34%, από 41,2%. Συνολικά, ο στόχος για τις ΑΠΕ ως μερίδιο στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας για το έτος 2030 ορίζεται πλέον στο 43% από 45,4%.
Ενίσχυση του «πράσινου» υδρογόνου
Στο τελικό κείμενο του επικαιροποιημένου ΕΣΕΚ, μικρή ενίσχυση καταγράφεται επίσης στους στόχους για το «πράσινο» υδρογόνο το 2030. Έτσι, ο στόχος είναι πλέον για 1,2 Τεραβατώρες (TWh) από 1TWh. Στο ίδιο μήκος κύματος, προβλέπεται μικρή ενίσχυση του εγκατεστημένου χαρτοφυλακίου ηλεκτρόλυσης, στα 231 MW από 187 MW.
Οριακά μεγαλύτερη φιλοδοξία καταγράφεται και στην αξιοποίηση της ανλτησιοταμίευσης, για την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Έτσι, ο στόχος για το εγκατεστημένο χαρτοφυλάκιο ενισχύεται στα 1.928 MW για το 2030, από 1.745 MW.
Στον αντίποδα, μικρή μείωση υπάρχει στην κατανάλωση φυσικού αερίου το 2030. Πιο συγκεκριμένα, ο πήχυς διαμορφώνεται πλέον στις 42,1 TWh από 44,1 Twh.
Ρεαλιστική προσέγγιση
Υπενθυμίζεται ότι βασικό χαρακτηριστικό του επικαιροποιημένου ΕΣΕΚ είναι η αναπροσαρμογή των επενδύσεων σε πιο ρεαλιστικές βάσεις, χωρίς ωστόσο να «ψαλιδίζεται» η φιλοδοξία στους κλιματικούς και ενεργειακούς στόχους. Ενδεικτικά, για το τέλος της 10ετίας προβλέπεται μείωση εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου κατά 58,6%, από 54% που ήταν ο στόχος προηγουμένως.
Επίσης, το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στην κατανάλωση ηλεκτρισμού διαμορφώνεται στο 76,8%, όταν ο πανευρωπαϊκός στόχος είναι στο 69%. Για αυτό τον σκοπό προβλέπεται ότι τα χερσαία αιολικά θα αθροίζουν 7,6 GW το 2030, τα φωτοβολταϊκά 13,5 GW, τα υπεράκτια αιολικά 1,9 GW και τα υδροηλεκτρικά 3,458 GW.
Προβλέπεται επίσης ότι στο τέλος της 10ετίας θα βρίσκονται σε λειτουργία μονάδες μπαταριών συνολικής ισχύος το 2030, με το χαρτοφυλάκιό τους να αυξάνεται στα 4,325 GW (από 3,1 GW). Αντίθετα, πιο συγκρατημένες είναι οι προβλέψεις για σταθμούς αντλησιοταμίευσης, στα 1,745 GW (από 2,2 GW).